Χθες, για λίγα λεπτά η τηλεόραση έδειξε τον πατέρα του 19χρονου που σκοτώθηκε πηδώντας από το λεωφορείο. Ο άντρας φορούσε ένα μαύρο πουκάμισο και στεκόταν στο κατώφλι του σπιτιού του. Πίσω του μια σκάλα και μια μισάνοιχτη πόρτα από την οποία έβγαινε ορμητικά σαν κύμα το πένθος. Μπορούσες να διακρίνεις για λίγα δευτερόλεπτα το πάγωμα του χρόνου μέσα σε αυτό το σπίτι: Τα πόδια των μαυροντυμένων γυναικών που περίμεναν τον νεκρό.
Ο πατέρας διατηρούσε την αυτοκυριαρχία του μπροστά στις κάμερες λέγοντας κάτι για το ατύχημα. Αν όμως παρατηρούσες το χαμένο βλέμμα του θα έβλεπες ότι απλά προσπαθούσε από κάπου να κρατηθεί για να μην καταρρεύσει. Είναι μια στάση που συνηθίζουν να κρατούν οι άνθρωποι για λίγες ώρες μπροστά στους άλλους, όταν χάνουν έναν δικό τους. Βρίσκονται μεταξύ πραγματικότητας και ονείρου, σαν να βιώνουν κάτι που δεν συμβαίνει σε αυτούς, λίγο πριν δουν τον νεκρό. Όσοι έχουν χάσει δικό τους άνθρωπο καταλαβαίνουν για τι πράγμα μιλάω.
Μέσα σε ένα καταιγισμό ασταμάτητων σχολιασμών, έντονων καυγάδων, εύκολων χαρακτηρισμών και κατάρων προς κάθε κατεύθυνση χθες στο ίντερνετ, η παγωμένη εικόνα του πατέρα έδινε την ουσία της είδησης: Ένας γονιός έχασε ξαφνικά για πάντα το παιδί του. Το πένθος θα το κουβαλάει μέσα του σε όλη του την ζωή.
Το «πώς», το «τι θα γινόταν αν», το «γιατί να συμβεί» είναι ερωτήσεις που ο ίδιος θα απευθύνει στον εαυτό του και δεν θα παίρνει απάντηση.
Από εδώ και πέρα πρέπει να μάθει να συμβιώνει με αυτό τον μαύρο Δεκαπενταύγουστο σε όλη την υπόλοιπη ζωή του. Όπως μαθαίνει να συμβιώνει ο καθένας από εμάς με την δική του μαύρη επέτειο.
σχόλια