Τις προάλλες, στο Λονδίνο η Γιάννα Αγγελοπούλου πάντρεψε περιχαρής την κόρη της. Στην περιοχή Westminster της ίδιας πόλης, λίγα μόλις χιλιόμετρα απ' την ελληνορθόδοξη εκκλησία του Bayswater, κάποιος έγραφε στα γραφεία του βρετανικού περιοδικού Economist για ένα θέμα που αφορά έμμεσα - και άμμεσα την κυρία Αγγελοπούλου.
Διαβάζω το βιβλίο της, την αυτοβιογραφία της (ή μήπως να πω Αυτοαγιογραφία της;) και πρέπει να παραδεχτώ ότι είναι πολύ ενδιαφέρον, αν και κάπως ξερά γραμμένο, χωρίς την παραμικρή τσαχπινιά ή χιούμορ και με άπειρες δόσεις ναρκισσισμού. Η Γιάννα δίνει, μέσα από τα λεγόμενά της, την εικόνα ατόμου που αυτοπαινεύεται όλη την ώρα. Τόσο πολύ που γελάς. Όμως στο θέμα των Ολυμπιακών δίκαια θεωρώ πως αυτοπαινεύεται - και την παινεύω κι εγώ. Το πώς μια γυναίκα κατόρθωσε και διοργάνωσε τόσο άψογους αγώνες, το πώς νίκησε την Ελληνική γραφειοκρατία και τους γερασμένους, σωβινιστές πολιτικούς μας, το πώς επέλεξε τον Δημήτρη Παπαϊωάννου για τις υπέροχες τελετές - όλα αυτά δεν ξεχνιούνται.
Κι ας την κατηγορούμε για όλα, κι ας ξεχνάμε τον (άφαντο) Κώστα Καραμανλή που διαχειρίστηκε το μετά των Ολυμπιακών Αγώνων, και ρήμαξε τα στάδια που φτιάχτηκαν με τα λεφτά του Ελληνικού λαού...
===
Το άρθρο λοιπόν έχει τίτλο "Γιατί να θέλει κάποιος να διοργανώσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες;" και έχει ως υπέρτιτλο "Ο Economist εξηγεί". Η αφορμή είναι φυσικά η ανακήρυξη του Τόκιο ως διοργανώτριας πόλης για τους Αγώνες του 2020.
Γράφει μεταξύ άλλων (και μεταφράζω πρόχειρα):
Εκ πρώτης όψεως, το να πρέπει να κάνεις το μεγαλύτερο πάρτι του κόσμου -και να το πληρώσεις κι από πάνω- δεν είναι ιδιαιτέρως ελκυστικό. Το κόστος των Αγώνων ήταν κάποτε σχετικά χαμηλό: οι Ολυμπιακοί του Λονδίνου το 1948 κόστισαν περίπου €23 εκατομμύρια ευρώ, σε σημερινά χρήματα. Εξήντα χρόνια μετά, οι Αγώνες του Πεκίνου το 2008 κόστισαν €30,17 δισεκατομμύρια ευρώ. Και του χρόνου, οι Χειμερινοί Ολυμπιακοί στο Sochi της Ρωσίας αναμένεται να κοστίσουν ακόμα περισσότερα!
Ο τουρισμός μπορεί να αποφέρει χρήματα, αλλά η εκτίναξη των αφίξεων δεν είναι δεδομένη. Το Πεκίνο μάλιστα είχε πτώση στις κρατήσεις ξενοδοχείων κατά τη διάρκεια του Ολυμπιακού του καλοκαιριού.
Και η ευκαιρία να ''ανακαινίσεις'' μια πόλη καμιά φορά δημιουργεί το αντίθετο αποτέλεσμα [κάνει τα μάτια μας να πονούν]. Κάποια απ' τα ολοκαίνουρια, πανάκριβα στάδια της Ελλάδας μοιάζουν τόσο καταπονημένα όσο ο παμπάλαιος Παρθενώνας (και έχουν λιγότερους επισκέπτες).
Ο βασικός λόγος για να διοργανώσεις τους Ολυμπιακούς, περιέργως, είναι ότι είναι τρελά δημοφιλείς με τους ψηφοφόρους, οι οποίοι άλλωστε πληρώνουν και το λογαριασμό. Δημοσκόπηση του IOC δείχνει ότι η υποστήριξη για τη διοργάνωση των Ολυμπιακών ήταν γύρω στο 70% στο Τόκιο, 76% στη Μαδρίτη και 83% στην Κωνσταντινούπολη. Ακόμα και οι κυνικοί και συγκρατημένοι Λονδρέζοι ήταν υπέρ της διοργάνωσης του 2012, παρ' ότι υπήρχε και η άλλη άποψη (και απ' τον Economist που υποστήριξε να τους αφήσουμε στο Παρίσι). Στο τέλος της περασμένης χρονιάς, όταν τα πλήθη είχαν αποχωρήσει, 8 στους 10 Λονδρέζουν είπαν ότι άξιζε τον κόπο -και το τεράστιο κόστος.
Πέρα απ' τη δημοφιλία τους, οι Προτάσεις Διοργάνωσης κρύβουν κι άλλα πράγματα από πίσω. Οι αγώνες του Πεκίνου ήθελαν να κάνουν επίδειξη του πλούτου και της οργανωτικής ισχύος της Κίνας. Οι αγώνες του Λονδίνου ήταν ένα μέσο που θα ζωντάνευε και θα αναγεννούσε ένα φτωχό κομμάτι της πρωτεύουσας με ταχύτητα πολύ πιο γρήγορα απ' ό,τι θα γινόταν υπό κανονικές συνθήκες. Το Τόκιο ελπίζει πως οι αγώνες του 2020 θα μπορέσουν να βοηθήσουν στην ανάκαμψη της οικονομίας της χώρας.
Είναι ένα παιχνίδι υψηλού ρίσκου. Η ανάληψη των Ολυμπιακών του 2016 απ' το Ρίο της Βραζιλίας έτυχε ισχυρής λαϊκής αποδοχής όταν έγινε, καθώς περνούν τα χρόνια όμως τα πράγματα άλλαξαν, και τώρα είναι στο επίκεντρο των διαδηλώσεων εναντίον των κυβερνητικών δαπανών (πολλοί Βραζιλιάνοι είναι εξοργισμένοι και με την δαπανηρή διοργάνωση του Μουντιάλ που θα γίνει του χρόνου).
Ακόμα κι αν οι Αγώνες διοργανώνονται με επιτυχία, το κενό των επτά ετών μεταξύ της διεκδίκησης των Αγώνων και της πραγματοποίησής τους, σημαίνει ότι οι πολιτικοί που πρωτοστάτησαν για την ανάληψή τους, σπάνια είναι στη θέση τους όταν οι Ολυμπιακοί, επιτέλους, ξεκινούν. Η κυβέρνηση των Εργατικών και ο Δήμαρχος του Λονδίνου είχαν φύγει από καιρό όταν ήρθε το 2012. Ο Λούλα δεν είναι πια πρόεδρος της Βραζιλίας (αν και κάποιοι λένε ότι μπορεί να προσπαθήσει να επιστρέψει).
Ο Shinzo Abe, ο Πρωθυπουργός της Ιαπωνίας, δεν δεσμεύεται από όριο θητειών, οπότε, θεωρητικά, μπορεί να είναι ακόμα στη θέση του το 2020 και να εγκαινιάσει τους Αγώνες. Το πιο πιθανό όμως είναι πως κάπως άλλιως θα είναι εκεί και θα πάρει τα εύσημα - ή θα υποστεί την κατακραυγή...
σχόλια