Το 'Άνθρωποι και Ποντίκια' είναι μια νουβέλα του Τζον Στάινμπεκ που εκδόθηκε το 1937. Ο ίδιος ο Στάινμπεκ είπε ότι έτσι όπως είναι γραμμένο, μπορεί να ανέβει πολύ εύκολα στο θέατρο, και πράγματι, από το 1938 και μετά έχει παρουσιαστεί πολλές φορές σε θεατρικές σκηνές, αλλά και στον κινηματογράφο.
Η νουβέλα αυτή είναι ιδιαίτερα αγαπητή και διάσημη στην Αμερική, μεταξύ άλλων επειδή διδάσκεται στα σχολεία. Η επιλογή ως ύλη για σχολικό ανάγνωσμα είναι απολύτως κατανοητή. Μέσα από μια σύντομη και βαθιά ανθρώπινη ιστορία, παρουσιάζεται μια ιστορική περίοδος της χώρας που τραυμάτισε και σημάδεψε και τις μετέπειτα γενιές: τα χρόνια της μεγάλης ύφεσης, όταν η οικονομική κρίση μείωσε δραματικά την αξία της ανθρώπινης ζωής και εξαφάνισε την αξιοπρέπεια, κάνοντας τους ανθρώπους ίσους με τα ποντίκια.
Στην ιστορία πρωταγωνιστούν δύο άντρες που αναζητούν δουλειά εδώ και εκεί, σε διάφορα ράντζα, χωρίς οικογένεια και χωρίς ρίζες. Το μόνο που έχουν είναι ο ένας τον άλλον, και το όνειρο τους να μαζέψουν λεφτά, να αποκτήσουν τη δική τους γη, και να ζήσουν ήρεμα, να αποκτήσουν ρίζες, να μπορέσουν να χαρούν τη ζωή τους. Ο ένας είναι γρήγορος, επιφυλακτικός, ελαφρώς κυνικός, ο άλλος είναι ένας δυνατός γίγαντας με μυαλό μικρού παιδιού, επικίνδυνος λόγω της αφέλειας του για τον εαυτό του και για τους άλλους. Η σχέση τους είναι πολύ δυνατή, γεμάτη αφοσίωση, και διαβάζοντας τη νουβέλα κανείς, ελπίζει με όλη του την καρδιά να τα καταφέρουν. Να μαζέψουν λεφτά, να αγοράσουν ένα μικρό κομμάτι γης, θα έχουν τα λαχανικά τους και τα ζώα τους, και να αποκτήσουν, τελικά, ανθρώπινη υπόσταση.
Το έργο αυτό παρουσιάζεται αυτή την περίοδο στο θέατρο Longacre της Νέας Υόρκης, με πρωταγωνιστές τον Τζέιμς Φράνκο στο ρόλο του «γρήγορου» Τζορτζ, και με τον Κρις Ο' Ντάουντ στο ρόλο του αγαθού γίγαντα, γνωστού από την ταινία "Bridesmaids" (αλλά αν θέλετε να εκτιμήσετε το ταλέντο του, μπορείτε να δείτε και τη σειρά "Family Tree"). Επίσης διάσημοι από την τηλεόραση ηθοποιοί που συμμετέχουν είναι η Leighton Meester (η Blair του "Gossip Girl") και ο Jim Parrack (ο Ηοyt του "True Blood"). Η σκηνοθεσία είναι της βραβευμένης Anna Shapiro.
Για κάποιον που έχει πάει ελάχιστες φορές σε παράσταση του Μπρόντγουεϊ, τα υπέροχα σκηνικά, η εκπληκτικά καλολαδωμένη σκηνοθεσία σε αφήνουν με ανοιχτό το στόμα – αλλά υποθέτω ότι αυτό είναι αναμενόμενο και ένας έμπειρος θεατής ίσως να μην τα πρόσεχε τόσο. Όλοι οι ηθοποιοί είναι καλοί, πολύ καλοί – κανείς δεν υστερούσε. Δεν υπήρχε κάτι χειροπιαστά μέτριο, σίγουρα όχι κακό, για να σχολιάσει κανείς – κι όμως. Τελικά η παράσταση ήταν συνολικά, κάπως ρομποτική, και δυστυχώς, ελαφρώς βαρετή.
Ο Τζέιμς Φράνκο είναι αποτελεσματικός ηθοποιός, αλλά είναι αδύνατον, όσο τον παρακολουθείς, να ξεχάσεις ότι είναι ο Τζέιμς Φράνκο. Μοιάζει περισσότερο με μοντέλο διαφήμισης της Gap που φοράει στιλάτα τζιν και λέει διάφορα λόγια, παρά με έναν ξεριζωμένο άνθρωπο, χωρίς παρελθόν και χωρίς μέλλον, και δε νομίζω ότι φταίει η ομολογουμένως εξαιρετική του εμφάνιση. Ο Κρις Ο' Ντάουντ είναι πολύ καλός ηθοποιός και κατάφερε να παίξει τον «αγαθό γίγαντα» χωρίς να πλησιάσει καν την καρικατούρα, αλλά είναι τόσο αβανταδόρικος ο ρόλος που λίγοι ηθοποιοί αυτού του βεληνεκούς δεν θα τα κατάφερναν. Η Leighton Meester ήταν με αυτοπεποίθηση και δυναμισμό, πολύ μακριά από τον χαρακτήρα της πολύ μοιραίας και πολύ σέξι γυναίκας που περιγράφεται στη νουβέλα, αλλά και η δική της προσέγγιση ήταν ρεαλιστική. O πιο φυσικός, ο πιο άνετος και πειστικός από όλους ήταν ο Jim Parrack στο ρόλο του Slim, ενός ήρεμου και καλού άντρα, στον οποίο απευθύνονται όλοι για συμβουλή. Όταν μιλούσε, δεν υπήρχε τίποτε βαρετό, και ξεχάσαμε αμέσως την προηγούμενη υπόσταση του ως "o Hoyt του True Blood".
Οι επίσημοι κριτικοί, τώρα, δε συμφωνούν μεταξύ τους, αλλά αυτοί που μετράνε (οι New York Times, το New Yorker, οι Los Angeles Times) δεν μέτρησαν τα λόγια τους και μερικές προτάσεις από τις κριτικές τους είναι τόσο σκληρές, που σκέφτεσαι «καλά που δεν είμαι διάσημος ηθοποιός». Το New Yorker το περιέγραψε περίπου ως «νομίζουν ότι αν πετάξουν πέντε-έξι διάσημους σταρ της τηλεόρασηq μαζί με ένα κλασικό έργο, τίποτε δε θα πάει στραβά και στην τελική, ποιος νοιάζεται;» Το χειρότερο όμως σχόλιο ήταν από τους New York Times, που έκανε τον James Franco να αποκαλέσει τον κριτικό στο Instagram "little bitch", για να το σβήσει αργότερα:
«Αν και ο κύριος Φράνκο κατάφερε να επιστρατεύσει ένα ολόκληρο, τέλειο δάκρυ για την τραγική κορύφωση της παράστασης, εγώ κατάφερα μόνο να πλησιάσω στα δάκρυα. Αυτό έγινε στην πρώτη πράξη, όταν ένας (αληθινός) σκύλος οδηγείται εκτός σκηνής για να εκτελεστεί με όπλο, επειδή είναι γέρικος και μυρίζει άσχημα. Αυτός ο σκύλος φαινόταν να έχει αληθινό φόβο και απορία στα μάτια του. Έμοιαζε, πώς να το πω, ανθρώπινος, με έναν τρόπο που κανείς από τους ανθρώπους δεν κατάφερε, και η καρδιά μου βούλιαξε όταν κατάλαβα ότι δεν πρόκειται να επιστρέψει.»
Και τα κουτσομπολιά:
Ο Τζέιμς Φράνκο είναι ωραίος. Όμως, είναι ότι είναι σε θέση να αστειευτεί με το γκελ που κάνει στα κορίτσια και στα αγόρια. Μετά το τέλος της παράστασης, και μετά το παρατεταμένο χειροκρότημα, η Leighton Meester μας είπε ότι το μαντήλι με το οποίο ο Τζέιμς σκούπιζε το πρόσωπό του, πωλείται με αυτόγραφο, και όσο μιλούσε αυτός σκουπιζόταν με νόημα και μετά το έβαλε στη κωλότσεπη του τζην του, δείχνοντας την με έμφαση. Μετά, ανακοίνωσε ότι θα φωτογραφηθεί και θα χαιρετηθεί με όποιον προσφέρει τα περισσότερα λεφτά, σε μια δημοπρασία, που έγινε εκείνη τη στιγμή, για να δοθούν σε μια φιλανθρωπική οργάνωση του Broadway. Σύντομα κάποιος προσέφερε χίλια δολάρια (τιμή εκκίνησης; 300) για να μάθουμε ότι δέχονται τα λεφτά, αλλά όλοι έχουν δικαίωμα να φωτογραφηθούν με τον Τζέιμς, αρκεί να έχουν υπομονή να σταθούν στην ουρά. Εμείς, δεν είχαμε.
σχόλια