H τελευταία εβδομάδα δεν ήταν και πολύ καλή για το Facebook. Το κοινωνικό δίκτυο καθόταν επάνω σε μια ωρολογιακή βόμβα που απασφαλίστηκε με τη δημοσίευση της μελέτης δύο πανεπιστημιακών, οι οποίοι με τη βοήθειά του διεξήγαγαν ένα πείραμα χειραγώγησης των συναισθημάτων των χρηστών του, χωρίς τη συγκατάθεσή τους. Μια φράση που από μόνη της, χωρίς περαιτέρω ανάλυση, είναι αρκετή για να προκαλέσει έναν ισχυρό επικοινωνιακό σεισμό.
Στο πείραμα συμμετείχαν, χωρίς να ερωτηθούν, 689.003 λογαριασμοί, οι οποίοι χωρίστηκαν σε αυτούς που θα λάμβαναν μόνο θετικές ειδήσεις και λέξεις, προκειμένου να μελετηθεί ο ψυχολογικός αντίκτυπος που θα είχαν επάνω τους, και σε αυτούς που θα εξετίθεντο σε αρνητικές έννοιες.
Η έρευνα, που το Facebook εκ των υστέρων δικαιολόγησε ως έναν ποιοτικό έλεγχο για τη βελτίωση του προϊόντος και των υπηρεσιών, έδειξε ότι ως έναν βαθμό τα 3 εκατομμύρια posts που πειράχτηκαν κατάφεραν να επιδράσουν στην ψυχολογία των χρηστών. Και κάπου εκεί θεώρησε την υπόθεση λήξασα.
Τρία τα συμπεράσματα:
Το πρώτο είναι ότι το πείραμα, ως απομονωμένο γεγονός, διεξήχθη εν αγνοία των χρηστών και αποτελεί το ύψιστο φάουλ του κοινωνικού δικτύου. Είναι καταδικαστέο και δικαιολογεί στο έπακρο τις αντιδράσεις εναντίον των μεγαλομανών πρακτικών του αλλά και τη δημόσια συγνώμη της αντιπροέδρου του Sheryl Sandberg.
Το δεύτερο είναι ότι στο συγκεκριμένο πείραμα χρησιμοποιήθηκαν αλγόριθμοι ανάλυσης συναισθημάτων πίσω από λέξεις, μία πρακτική που έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον των διαφημιστών, ιδιαίτερα στο πεδίο των social media, όπου οι καταναλωτές εκφράζονται ελεύθερα και εκείνοι μπορούν να εξάγουν συμπεράσματα για το προϊόν που τους ενδιαφέρει από τα λεγόμενά τους. Όμως η ανάλυση μελετά τις λέξεις απομονωμένες από το συνολικό νόημα ενός status update. Έτσι, η ίδια η μέθοδος της έρευνας είναι μονοδιάστατη και δεν δίνει ιδιαίτερη εγκυρότητα στα συμπεράσματά της, όταν αντιλαμβάνεται μια φράση όπως το «damn good» ως αρνητική επειδή το «damn» εμπεριέχει δυνατότερα αρνητικά νοήματα από τα θετικά του «good». Πράγμα που σημαίνει ότι οι υπολογιστές, και κατ' επέκταση το Facebook, απέχουν πολύ από το να αναγνωρίζουν και να επηρεάζουν τα συναισθήματά μας.
Το τρίτο συμπέρασμα εξάγεται από το ερώτημα γιατί το Facebook να διαπράξει ένα τέτοιο ατόπημα, με τον φόβο μάλιστα μιας δημόσιας κατακραυγής. Η απάντηση, όπως δίνεται από το «Wired», καλύπτει τις όποιες πιθανές αμφιβολίες μπορεί να είχα για τις προθέσεις του γιγαντιαίου κοινωνικού δικτύου. Το έγκυρο περιοδικό αναφέρει ότι το Facebook στοχεύει στο κέρδος, το οποίο εξασφαλίζεται από τη βελτίωση προϊόντων και υπηρεσιών. Και στην περίπτωση του Facebook, το προϊόν του είναι ο ίδιος ο χρήστης ή, καλύτερα, η αντίληψη που έχει ο αλγόριθμός του για τον χρήστη.
Έτσι, όσο καλύτερα εκπαιδεύσει το Facebook τα συστήματά του να «γνωρίζουν» τον κάθε χρήστη, τόσο πιο εύστοχο περιεχόμενο θα μπορεί να του σερβίρει, κάτι που αρέσει στους διαφημιστές και στις υπόλοιπες πηγές κέρδους του. Το θέμα δεν είναι πόσο καλά το Facebook θα «γνωρίζει» τον καθένα από εμάς αλλά πόσο καλύτερα από τον ανταγωνισμό μπορεί να μαντέψει τι μας αρέσει, ακόμα κι αν ρισκάρει μια τέτοια επικοινωνιακή κρίση σαν αυτή που αντιμετωπίζει.
[via]
σχόλια