Το καινούργιο άλμπουμ του Morrissey "World Peace is None of Your Business" κυκλοφορεί αυτές τις ημέρες, και είναι ένα σημαντικό γεγονός: Όχι μόνο για εμάς τους φανς του, αλλά και για τον ίδιο. Το γεγονός ότι κατόρθωσε πάλι να συμφωνήσει με δισκογραφική εταιρία, του επιτρέπει μετά από πολλά πολλά χρόνια να ξανακυκλοφορήσει τραγούδια που για άλλη μια φορά είχε για χρόνια γραμμένα και αράχνιαζαν. [Παρ' ό,τι εύχομαι ο επόμενος δίσκος του να βγει όσο πιο σύντομα γίνεται, ποιος ξέρει πότε θα τα ξανακαταφέρει;]
Το ομώνυμο του δίσκου
Ως σπάνιο καλλιτεχνικό γεγονός αντιμετωπίζεται το νέο άλμπουμ και ορθώς.
Τα κακά νέα είναι ότι ο νέος Morrissey είναι πάνω κάτω ίδιος με τον παλιό.
Τα καλά νέα είναι ότι ο νέος Morrissey είναι πάνω κάτω ίδιος με τον παλιό.
Άρα όπως το πάρει κανείς. Καμία τρομερή καινοτομία, τραγούδια στο γνωστό στυλ, παραγωγή παρόμοια με τους τελευταίους δίσκους (αν και ελαφρώς πιο 'ισπανική'), στίχοι διφορούμενοι, ποιητικοί, σκληροί, τρυφεροί.
Η Γη είναι ο πιο μοναχικός πλανήτης
Για μένα η συνοχή που χαρακτηρίζει τη μουσική καριέρα του M. είναι κάτι το καλό. Το ίδιο και η αδιαφορία του να ακολουθήσει κάθε ρεύμα της εποχής για να ακούγεται "σύγχρονος" και να προσελκύει νέο ακροατήριο. Στο νέο άλμπουμ λοιπόν, ο παλιός καλός κλασικός Morrissey συναντά όσα πάντα τον απασχολούσαν (την αδικία στο World Peace is None of Your Business, τα δικαιώματα των ζώων στο The Bullfighter Dies, τα κορίτσια που πονούν στο Staircase at the University, τις συμβουλές σε κάποιον να παρατήσει τη μέλλουσα γυναίκα του στο Kick the Bride Down the Aisle κ.α.).
Μια διαφοροποίηση υπάρχει ίσως στη δοσολογία 'εμπορικών' και 'αντιεμπορικών' κομματιών: Τα περισσότερα τραγούδια -και μάλιστα αυτά που έβγαλε ως πρώτα singles-, δεν έχουν τη συνηθισμένη δομή (κουπλέ ρεφρέν κουπλέ ρεφρέν ρεφρέν, επανάληψη μιας φράσης ξανά και ξανά ως το τέλος), μερικά μάλιστα δεν έχουν καν αναγνωρίσιμο ρεφρέν, και μοιάζουν κομμάτια μιας συμφωνίας.
Προσωπικά δεν απόλαυσα τον προηγούμενο δίσκο του, το Years of Refusal -πολλή βαβούρα στην παραγωγή για τα γούστα μου-, παρ' ό,τι είχε μια απίστευτα εξαιρετική στιγμή (το One Day Goodbye Will Be Farewell). O νέος δεν είχε κάποιο κομμάτι που να με άγγιξε τόσο με τις πρώτες ακροάσεις, όμως σα σύνολο τον βρήκα πολύ πιο δυνατό, με μεγαλύτερη ποικιλία και καλύτερες -συχνά λάτιν- ενορχηστρώσεις που χρησιμοποιούν ένα σωρό διαφορετικά όργανα.
O ταυρομάχος πεθαίνει, ο ταύρος επιζεί
Τον ακούω ξανά και ξανά τις τελευταίες ημέρες, και ανακαλύπτω σε κάθε στροφή νέα πράγματα, νέα συναισθήματα, νέα κολπάκια της παραγωγής.
Αυτά που ξεχωρίζω είναι:
- Το κομμάτι που κλείνει το δίσκο, το Oboe Concerto το οποίο είναι μουσικά εμπνευσμένο απ' το Death of a Disco Dancer (απ' τον τελευταίο δίσκο των Smiths).
- Το Staircase at the University που ακολουθεί το κουπλέ ρεφρέν κουπλέ ρεφρέν όμως ξαφνικά, πετάει μια γέφυρα με παλαμάκια που είναι για μένα η κορυφαία μουσική στιγμή του δίσκου και μακάρι να κρατούσε για πάντα.
- Το Neal Cassady Drops Dead, με τις αναφορές στη γενιά των Μπιτ και την σούπερ πιασάρικη μελωδία του.
- Η παραγωγή στο Smiler with a Knife που αρχίζει και σταματά, σα να παίζει κρυφτό με τη φωνή του M. - που είναι υπέροχη σε κάθε τραγούδι αλλά και ειδικά εδώ.
- Η ξένοιαστη εμπορικότητα του Kiss me a Lot, και η παιχνιδιάρικη διάθεση του συνήθως μονόχνωτου τραγουδιστή, που συνήθως θα κλαιγόταν επειδή δεν τον έχει φιλήσει ποτέ κανένας, - εδώ απαιτεί φιλιά παντού, ξανά και ξανά.
- Το Istanbul, με την ιστορία ενός πατέρα που αναζητά το γιο του στη σκοτεινή πόλη και εκπλήσσεται μ' αυτό που βρίσκει.
Istanbul
Αυτά που δεν ξεχωρίζω:
- Το 8λεπτο έπος (;) I'm Not A Man, κυρίως επειδή είναι 8λεπτο. Για σχεδόν δύο λεπτά δεν ακούγεται σχεδόν τίποτα, σιωπή και κάτι μη αρμονικοί ήχοι, καταστρέφοντας για μένα το momentum που ειχε δημιουργήσει ο δίσκος με τα προηγούμενα τραγούδια. Μετά είναι υπέροχο για κανά τετράλεπτο και μετά αρχίζουν τα πριόνια κι οι παραμορφωμένες κιθάρες μέχρι να τελειώσει το κομμάτι.
- Η κακία που του βγαίνει σε κάποια τραγούδια, πχ. στο Kick the Bride. Δεν μοιάζει τόσο μισογύνης, όσο μισάνθρωπος.
- Το Mountjoy - δεν κατάλαβα το νόημά του ούτε την επαναλαμβανόμενη, μονότονη μελωδία που μοιάζει να μη πηγαίνει πουθενά. Διαβάζω ότι είναι για μια φυλακή - θα ψάξω την ιστορία.
- Η έμμεση συμβουλή του να μην ψηφίζουμε (!) στο ομώνυμο του δίσκου.
Το αγαπημένο μου είναι εκτός δίσκου.
Στην deluxe εκδοχή υπάρχουν έξι επιπλέον τραγούδια, καλούτσικα ως επί το πλείστον. (Το Scandinavia μας το έπαιξε και στην Αθήνα πρόπερσι.) Το Forgive Someone έχει τέλεια συνθεσάιζερ τύπου Gary Newman/David Bowie. Το One of Our Own διώχνει τα όργανα στο ρεφρέν, για να ζητήσει το όπλο ο Morrissey πριν πει: "I love you / a job half done isn't done".
To Art-Hounds όμως, που αναφέρεται στους κριτικούς τέχνης που ξέρουν τα πάντα για το Ελληνικό Ιδεώδες αλλά δεν έχουν ζωή: είναι το αρχετυπικό μορισσεϊκό τραγούδι, γεμάτο υπέροχα μουσικά κλισέ και βιτριολικές επιθέσεις. Κάθε κολπο - και παραγωγής και στιχουργικό και μουσικό δουλεύει απόλυτα για μένα, και ο Morrissey θυμάται και τις ψηλές ψεύτικες φωνές του που αντηχούν λες και βγήκαν απ' τον πρώτο δίσκο των Smiths.
Η δε δομή προς το τέλος, είναι αριστούργημα. Μετά το τελικό ρεφρέν, αρχίζει να επαναλαμβάνει "αν σε κουράζει αυτός ο ψεύτικος κόσμος όσο εμένα, πάρε το χέρι μου" ξανά και ξανά - μετά λέει "παίρνω 16 χάπια για να με στείλουν για ύπνο, και 16 χάπια για να με κρατήσουν ξύπνιο", πριν αναρωτηθεί πολλές φορές "what does it mean" με το οποίο και τελειώνει το τραγούδι.
Είναι ένα σκληρό ποπ κομψοτέχνημα, που φιλοξενείται ως τελευταίο της deluxe έκδοσης, ενώ, κατά τη γνώμη μου όχι απλώς θα έπρεπε να είναι στον κυρίως δίσκο, αλλά και πρώτο πρώτο.
Σε κάθε περίπτωση, η αναμονή άξιζε και με το παραπάνω, και ένας ακόμα σπουδαίος δίσκος μόλις προστέθηκε στην αξιοζήλευτη δισκογραφία του Morrissey, κάνοντάς με να ξεχάσω αυτό που θεωρώ στραβοπάτημα, δηλαδή τον προηγούμενο δίσκο.
σχόλια