Αν δεν έχεις ζήσει στην Θεσσαλονίκη ως φοιτητής, λένε, δεν την έχεις ζήσει καθόλου.
Και παρ' όλο που ως Θεσσαλονικιά δεν μπορώ με σιγουριά να ξεχωρίσω από τι ακριβώς αποτελείται η ξακουστή φοιτητική ζωή στην πόλη μου (σε σχέση με την απλή ζωή, εν πάση περιπτώσει), νομίζω ότι κάπου πάει το μυαλό μου.
Η Θεσσαλονίκη είναι παραπάνω από ιδανική για να περάσει κάποιος τα early 20s του.
Αρκετά έως πολύ μεγάλη για να πάρεις ανάσα ερχόμενος από την περιφέρεια, και την ίδια στιγμή μικρή και "συμμαζεμένη" ώστε να έχεις ανά πάσα στιγμή ολόκληρο το κέντρο της πόλης στα πόδια σου, ερχόμενος από Αθήνα. Φθηνότερη από την πρωτεύουσα, και με χιλιάδες παραπάνω επιλογές –διασκέδασης και όχι μόνο- σε σχέση με τις μικρότερες πόλεις της χώρας.
Το κέντρο σφύζει από ζωή 24 ώρες το 24ωρο, το φαγητό είναι υπέροχο, η εγκληματικότητα σχεδόν αμελητέα, και ο μέσος όρος ηλικίας των ανθρώπων που συναντάς στο δρόμο δεν ξεπερνά τα 25. Η Θεσσαλονίκη θα ανήκει για πάντα στους δεκάδες χιλιάδες φοιτητές της, και δεν χωράει αμφιβολία γι' αυτό.
Θα μπορούσα να ευλογώ τα γένια της γενέτειράς μου και να στοιχειοθετώ τα πλεονεκτήματα του να ζει ένας φοιτητής σε αυτήν για πολύ ακόμα, τι γίνεται όμως με τις περιπτώσεις των παιδιών που είδαν το όνομα τους στους εισακτέους του ΑΠΘ και του ΠΑΜΑΚ και των οποίων οι οικογένειες πολύ απλά αδυνατούν να συντηρήσουν την περιβόητη αυτή φοιτητική ζωή μακριά από το σπίτι;
Τα κτίρια στις Σαράντα Εκκλησιές αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της φυσιογνωμίας της πόλης. Επιβλητικοί τσιμεντένιοι γίγαντες που θυμίζουν πρώην σοβιετικό μπλοκ εργατικών κατοικιών, και που μέχρι πρότινος είχαμε στο μυαλό μας μονάχα ως τόπο διάφορων επεισοδιακών πάρτι
Τα τελευταία χρόνια η ανάγκη για δωρεάν σίτιση και στέγαση για έναν φοιτητή που έρχεται από μακριά είναι μεγαλύτερη και επιτακτικότερη από ποτέ άλλοτε. Οι λόγοι ευνόητοι.
Για ακόμα μια χρονιά ένα καινούριο ακαδημαϊκό εξάμηνο ξεκίνησε, και πριν λίγες μόλις μέρες η διορία για την κατάθεση των απαραίτητων δικαιολογητικών που μπορούν να εξασφαλίσουν σε έναν πρωτοετή φοιτητή μια θέση στις εστίες της χώρας, έληξε.
Ήταν πια καιρός να επισκεφθούμε αυτούς τους επιβλητικούς τσιμεντένιους γίγαντες που θυμίζουν πρώην σοβιετικό μπλοκ εργατικών κατοικιών, και που μέχρι πρότινος είχαμε στο μυαλό μας μονάχα ως τόπο διάφορων επεισοδιακών πάρτι και φυσικά ως τα κτίρια με τις εντυπωσιακότερες ταράτσες με θέα ολόκληρης της Θεσσαλονίκης – με διαφορά.
Πώς είναι όμως η πραγματική ζωή μέσα στις εστίες που εδώ και μισό περίπου αιώνα "κοιτούν" από ψηλά την πόλη; Πώς είναι η ζωή έξω από το comfort zone της χαριτωμένης γκαρσονιέρας που στοιχίζει στους γονείς περί τα 300 ευρώ το μήνα, εξοπλισμένης φυσικά με το φουλ πακετάκι ηλεκτρικών συσκευών τελευταίας τεχνολογίας από γνωστή αλυσίδα ηλεκτρικών, συν το μισό ΙΚΕΑ - μη λείψει και τίποτα στο παιδί.
Σήμερα στην Θεσσαλονίκη υπάρχουν τέσσερις φοιτητές εστίες.
Οι τρεις απ' αυτές βρίσκονται ακριβώς πάνω από τα πανεπιστήμια, στις όμορφες Σαράντα Εκκλησιές, ενώ μία ακόμα εστία στεγάζεται από το 1980 στο πρώην ξενοδοχείο "Εγνατία", στην οδό Λέοντος Σοφού (περιοχή Βαλαωρίτου).
Διοικητικά οι φοιτητικές εστίες ανήκουν στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, έχουν συνολική δυναμικότητα περίπου 1500-1750 κλινών, και οι οικότροφοι τους διαμένουν εκεί εντελώς δωρεάν για ολόκληρη την διάρκεια των σπουδών τους, ή έστω για ν+2 χρόνια.
Δεν πληρώνουν κανέναν λογαριασμό, έχουν σε όλα τα δωμάτια wi-fi, κοινόχρηστα πλυντήρια, καθώς και το τεράστιο συν του εστιατορίου που σερβίρει τρεις φορές την μέρα, πρωινό, μεσημεριανό, και βραδινό – κάθε γεύμα και διαφορετικό φαγητό παρακαλώ. Δωρεάν φυσικά.
Τα κτίρια στις Σαράντα Εκκλησιές αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της φυσιογνωμίας της πόλης.
Η Α' Φοιτητική Εστία χτίστηκε το 1962 και λειτουργούσε αρχικά ως εστία αρρένων. Λίγα χρόνια αργότερα, στα μέσα της δεκαετίας του '70, τοποθετείται και η ανέγερση των "δίδυμων" Β' και των Γ' Εστιών, έργο των αρχιτεκτόνων Ν. Δεσύλλα, Δ. Κονταργύρη, A. Λαμπάκη, και Π. Λουκάκη.
Στις Ά Φ.Ε. ζουν σήμερα περίπου 350-400 φοιτητές, το ίδιο και στις Γ', ενώ άλλοι τόσοι οικότροφοι διαμένουν στα δύο αντικριστά κτίρια των Β' Φ. Εστιών. Από την δεκαετία του '60 μέχρι και σήμερα περισσότεροι από 17.000 φοιτητές έχουν φιλοξενηθεί στις φοιτητικές εστίες Θεσσαλονίκης.
Φυσικά, η κατάσταση των κτιρίων καθρεφτίζουν την παλαιότητα τους, ή αλλιώς "είναι στην ουσία αυτό ακριβώς που περιμένεις όταν ξέρεις ότι κάτι είναι τσάμπα", όπως αρκετά κυνικά αλλά κάπως καλοπροαίρετα μας είπε ο Χρήστος, ένας τριτοετής φοιτητής Αγγλικής Φιλολογίας.
Οι εγκαταστάσεις είναι πανομοιότυπες σε όλα τα κτίρια:
Λιλιπούτεια δωμάτια των 10-12 τ.μ., κοινόχρηστα μπάνια σε κάθε όροφο, στενοί διάδρομοι ασφυκτικά γεμάτοι με κουζινικά, φουρνάκια, αμέτρητες σφουγγαρίστρες, άπειρα φυλλάδια για delivery, τα απαραίτητα συνθήματα στους τοίχους, παπούτσια, απλωμένα ρούχα, και πάνω κάτω ό,τι άλλο μπορείς να φανταστείς.
Ωστόσο, η εικόνα των εστιών είναι μάλλον βελτιωμένη σήμερα σε σχέση με το παρελθόν, όταν τα ασανσέρ δεν λειτουργούσαν, δεν υπήρχε θέρμανση, και οι καταγγελίες για απαράδεκτες συνθήκες διαβίωσης έπεφταν βροχή από τους οικότροφους. Πριν δέκα περίπου χρόνια ξεκίνησε το πρότζεκτ ανακαίνισης των παμπάλαιων εστιών, με περισσότερα από πέντε εκατομμύρια να έχουν επενδυθεί σε αυτές μέχρι σήμερα.
Στην Β' Εστία αντικαταστάθηκαν όλα τα εξωτερικά κουφώματα, όλα τα μπάνια ανακατασκευάστηκαν πλήρως (με εξαίρεση αυτά της 'Α Εστίας που επιεικώς θα χαρακτηρίζονταν "ψιλοσάπια"), τα δωμάτια έχουν φυσικό αέριο, και υπάρχει ζεστό νερό όλο το 24ωρο.
"Από θέρμανση δεν έχω παράπονο", μου λέει η Δέσποινα που ζει τα τελευταία τρία χρόνια στις Γ' Φ.Ε. και είναι στο τέταρτο έτος στο τμήμα Νηπιαγωγών. "Ίσα ίσα, σκάμε"
Πετύχαμε την Δέσποινα ακριβώς μετά την ανακαίνιση του δωματίου της όπου ζει μαζί με τον Ιγκόρ, ένα αξιολάτρευτο λαμπραντόρ. "Δεν ξέρω αν επιτρέπεται ή όχι το σκυλί στις εστίες, αλλά δεν δίνει και κανείς ιδιαίτερη σημασία να σου πω την αλήθεια. Ούτε τα παιδιά, οι γείτονες, ούτε η διεύθυνση. Δεν θα τον κρατήσω πολύ ακόμα όμως γιατί είναι μικρό το δωμάτιο και είναι κρίμα και γι' αυτόν. Σε λίγες μέρες θα τον πάω πίσω στην Νάουσα, στο πατρικό μου, που έχει και αυλή."
"Δεν φοβήθηκα ποτέ στις εστίες", συνεχίζει. Καμιά φορά μόνο, σπάνια, που ακούς αργά το βράδυ παρεάκια που ανεβαίνουν στην ταράτσα για να αράξουν εκεί – οικότροφοι και μη- είμαι λίγο επιφυλακτική στο να ανοίγω την πόρτα, αλλά και πάλι, ποτέ δεν έχει συμβεί τίποτα το ανησυχητικό όσο είμαι εδώ."
"Το καλύτερο πράγμα του να μένεις στις εστίες είναι η παρέα. Δεν είσαι ποτέ μόνος, όλοι εδώ είμαστε μια παρέα, κάνεις καλούς φίλους, είναι όμορφο το κλίμα. Δεν έχω κανένα παράπονο, στ' αλήθεια. Μεγάλο συν και το καθημερινό δωρεάν φαγητό που είναι αξιοπρεπέστατο. Το μόνο αρνητικό είναι ίσως οι κοινές τουαλέτες. Τις καθαρίζουν βέβαια οι καθαρίστριες, αλλά και πάλι είναι λίγο ζόρικη φάση."
Η φιλενάδα της Δέσποινας, η Μαρία, συμφωνεί με όλα τα παραπάνω, με μοναδική ένσταση την ψιλο-απαράδεκτη κατάσταση στην οποί παραλαμβάνεις το δωμάτιο την πρώτη φορά. Σε λίγες μέρες μετακομίζει από τις Β' Εστίες ακριβώς δίπλα από την Δέσποινα και το άδειο της δωμάτιο θέλει πολύ δουλειά για να μοιάσει σ' αυτό της κολλητής της.
Ακριβώς απέναντι μένει η Κωνσταντίνα, δευτεροετής φοιτήτρια των ΤΕΦΑΑ.
Για την Κωνσταντίνα το οικονομικό πλεονέκτημα των εστιών υπερκαλύπτει οποιοδήποτε άλλο αρνητικό στοιχείο τους. "Το πρώτο σοκ για μένα ήταν το μέγεθος του δωματίου, και οι κοινές τουαλέτες", θυμάται. "Αλλά αυτά τα συνηθίζεις. Δεν φοβήθηκα ποτέ μου στις εστίες, και το σημαντικότερο πράγμα που έχω κερδίσει από την διαμονή μου εδώ είναι οι παρέες. Ξέρεις, είναι λίγο δύσκολο όταν στην αρχή κατάμονος και άγνωστος μεταξύ αγνώστων έρχεσαι να ζήσεις σε μια καινούρια πόλη. Στις εστίες το πρόβλημα αυτό λύνεται αυτόματα, και είναι πολύ ανακουφιστικό", εξηγεί.
"Αυτό το δωμάτιο είναι το σπίτι μου, το αγαπάω" μου λέει στο τέλος με χαμογελώντας κάπως περήφανα.
Η αλήθεια είναι ότι δεν περίμενα τόσο θετικές αντιδράσεις από τους ενοίκους των εστιών.
Ίσως τα παιδιά με τα οποία κουβεντιάσαμε να λειτούργησαν αμυντικά, "παινεύοντας το σπίτι τους" στους αδιάκριτους "εισβολείς" δημοσιογράφους, αλλά σε ένα συντριπτικό ποσοστό τα σχόλια ήταν θετικά, όλοι μιλούσαν με αγάπη γι' αυτό εδώ το μέρος που από έξω μοιάζει με φυλακή, και τα μόνα παράπονα περιορίζονταν στη δυσκολία των κοινόχρηστων μπάνιων.
"Δεν πάθαμε όμως και τίποτα τόσα χρόνια", μου λέει ο Χρήστος. "Κακά τα ψέματα, μπορεί να είναι ζόρικο να μοιράζεσαι τις τουαλέτες αλλά τα επίπεδα καθαριότητας είναι αξιοπρεπέστατα."
Ζώντας στις εστίες ο Χρήστος "κοστίζει" στους γονείς του πίσω στα Τρίκαλα γύρω στα 300 ευρώ το μήνα.
"Κοίταξε, η ζωή εδώ είναι μια εμπειρία τεράστια από μόνη της. Σύμφωνοι, οι εγκαταστάσεις είναι προ Χριστού, τα καλώδια και τα ηλεκτρικά σε άθλια κατάσταση, ο χώρος μικρός, μπορείς να βρεις χίλια κακά. Αλλά η οικονομική ανάσα είναι μεγάλη υπόθεση, όπως και οι φιλίες εδώ μέσα.
Να το πω απλά, εδώ πέρα έχω κάνει τις καλύτερες γνωριμίες", καταλήγει.
Η Αλεξία σπουδάζει Ιταλική Φιλολογία, και ζει εδώ και τέσσερα χρόνια στις εστίες.
Περισσότερο απ' όλα την ενοχλούν τα περιστέρια στο παράθυρο, και αν είχε την οικονομική άνεση θα έφευγε την επόμενη μέρα. Αυτό που θα της μείνει φεύγοντας είναι οι φιλίες που έκανε εδώ.
"Η κοινωνικοποίηση στις εστίες είναι το Α και το Ω. Ίσως δεν θα το περίμενες, αλλά όλα τα παιδιά είναι φιλικά. Δεν είχαμε ποτέ πρόβλημα, υπάρχει κατανόηση, αλληλεγγύη. Είμαστε μια οικογένεια. Χωρίς υπερβολή"
Με μια μεγάλη οικογένεια παρομοιάζει τις εστίες και ο Χρήστος, τεταρτοετής φοιτητής της Νομικής, από την Κέρκυρα.
Ο Χρήστος ήταν στο νοίκι μέχρι τώρα και έχει λίγους μόλις μήνες που εγκαταστάθηκε στο κτίριο των Β' Φ.Ε.
"Η ζωή εδώ είναι σαν μια μεγάλη, αχανής, συγκατοίκηση. Μια συγκατοίκηση όμως που όποτε θέλεις έχεις παρέα, αλλά όποτε θέλεις κλείνεσαι στο δωμάτιο σου και έχεις τον ιδιωτικό σου χώρο, την ησυχία σου.
Επιπλέον, αν έχεις κάποιο πρόβλημα με την σχολή σου αμέσως βρίσκεις κάποιον να απευθυνθείς, να σε βοηθήσει. Όλα τα παιδιά εδώ βοηθάνε ο ένας τον άλλον. Στις τουαλέτες ντρέπεσαι λίγο στην αρχή αλλά μετά συνηθίζεις. Αν έφευγα αύριο αυτό που θα μου έλειπε περισσότερο είναι η παρέα, ακόμα και στο φαγητό που τρώμε όλοι μαζί."
Η ώρα για το βραδινό φαγητό πλησιάζει, και όσο τριγυρνάμε από όροφο σε όροφο όλο και λιγότερα παιδιά βρίσκονται στα δωμάτια τους για να μας απαντήσουν.Πετυχαίνουμε ακόμα μια φοιτήτρια με τα κλειδιά στο χέρι.
Η Γεωργία είναι ομογενής φοιτήτρια από την Αλβανία. Κατεβαίνοντας στην τραπεζαρία μου εξηγεί την εμπειρία το να ζεις τόσα χρόνια "τοίχο με τοίχο" με τόσα παιδιά στην ηλικία σου.
Η ζωή στις εστίες δεν είναι όμως πάντα ειδυλλιακή: Η Γεωργία ζει στις 'Α Φ.Ε. που είναι και οι παλαιότερες, και τα μπάνια δεν έχουν ανακαινιστεί εδώ και δεκαετίες. Υπάρχει πρόβλημα με το ζεστό νερό, και γενικά με την συντήρηση των εγκαταστάσεων.
"Το να ζεις δωρεάν κάπου έρχεται με κάποιο τίμημα", μου λέει αλλά μάλλον φαίνεται συμφιλιωμένη μ' αυτή την ιδέα.
Έχει πια βραδιάσει και οι μυρωδιές της τραπεζαρίας γεμίζουν όλο το κτίριο των 'Α Φ.Ε. όπου στεγάζεται το εστιατόριο.
Το μεσημέρι είχε μπάμιες και ρεβίθια, ενώ τώρα το μενού περιλαμβάνει μακαρονάκι κοφτό με χταπόδι και θαλασσινά, πατατόσουπα, και ρεβίθια. Φέτα, αγγουροντομάτα και λάχανο καρότο, και για επιδόρπιο κρέμα ή κάτι σαν ρυζόγαλο. Φυσικά, φάγαμε.
"Έπρεπε να έρθεις χθες που είχαμε πίτσα", μου λέει η Αντωνία που κάθεται δίπλα μου στο τραπέζι.
Είναι Αθηναία, και τελειόφοιτη του τμήματος Ελληνικής Φιλολογίας του ΑΠΘ. "Δεν πρόκειται να φύγω, δεν πάω πουθενά" φωνάζει αστειευόμενη όταν την ρωτάω τι θα της λείψει περισσότερο όταν φύγει από τις εστίες, και από την Θεσσαλονίκη γενικότερα. "Πέρα απ' τα αστεία τώρα", συνεχίζει "Για να είμαστε ειλικρινείς οι εστίες δεν έχουν αρνητικά. Όταν μιλάς για εντελώς δωρεάν σίτιση και στέγαση στις μέρες μας δεν υπάρχουν και πολλά περιθώρια για παράπονα. Το μόνο αρνητικό είναι ότι κατά πως ακούγεται όλα αυτά πάνε να τα κόψουν"
"Καλός ο χαβαλές που κάνουμε, αλλά το θέμα των εστιών – όχι μόνο στην Θεσσαλονίκη, αλλά και σε ολόκληρη την Ελλάδα- είναι πολύ σοβαρό ζήτημα", παρεμβαίνει ο Πέτρος που ζει εδώ και δώδεκα ολόκληρα χρόνια στις εστίες, περνώντας όλα τα στάδια της ακαδημαϊκής ζωής από τις προπτυχιακές σπουδές μέχρι το διδακτορικό.
"Σκέψου πώς αν δεν υπήρχε η δωρεάν σίτιση και στέγαση πολλά παιδιά δεν θα μπορούσαν καν να σπουδάσουν. Πρόσεξε, δεν θα δυσκολεύονταν απλά να σπουδάσουν, δεν θα μπορούσαν καθόλου. Ποτέ. Ολόκληρες κοινωνικές τάξεις θα αποκλείονταν από την τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Ακόμα και τώρα που απλά ακούγεται ότι μπορεί στο μέλλον βάλουν κάποιο νοίκι στις εστίες τρέμει το φυλλοκάρδι χιλιάδων οικογενειών εκεί έξω."
Η κουβέντα κλείνει σε πιο χαλαρό κλίμα, με μια φοιτήτρια να εξοργίζεται με την καινούρια σαχλή μανία του choco κεμπάπ που εξαπλώνεται στην πόλη, και μία άλλη να μου αφηγείται εσω-εστιακούς αστικούς θρύλους για φοιτητές που ζουν κλεισμένοι με σύνδρομα ιδρυματισμού στα δωμάτια τους, και για χρόνια δεν βγαίνουν έξω από το σύμπλεγμα των εστιών, και για ενοίκους που ποτέ κανείς δεν έχει δει.
Βράδυ πια, κατηφορίζουμε προς το κέντρο.
Τα φώτα της πόλης έχουν ανάψει, και σε μερικά περβάζια ξεπροβάλλουν lap tops (καλύτερο σήμα;) που φωτίζουν το τσιμέντο σαν πυγολαμπίδες.
Είναι Παρασκευή βράδυ και η πόλη περιμένει να "ξεναγήσει" την καινούρια φουρνιά πρωτοετών.
σχόλια