Καθ'έξιν καβγατζήδες των τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών πάνελ. Καλλιτέχνες που έχουν να κομίσουν το οτιδήποτε στην τέχνη τους πολλά χρόνια, δεκαετίες ίσως, αξιοποιούν ωστόσο επιδέξια την όποια τους αναγνωρισιμότητα. Επαγγελματικά κομματικά στελέχη και επαγγελματίες συνδικαλιστές, απόντες από τη δουλειά τους από όταν σχεδόν διορίστηκαν στο ευρύτερο δημόσιο και εξελέγησαν εκπρόσωποι των συναδέλφων τους. Άνθρωποι οι οποίοι βρέθηκαν στο κοινοβούλιο με ελάχιστες ψήφους συμπολιτών τους μόνο και μόνο επειδή εντάχθηκαν την κατάλληλη στιγμή στο κατάλληλο ψηφοδέλτιο. Άνθρωποι των οποίων το μέγα ταλέντο είναι να σταδιοδρομούν εντασσόμενοι μια ολόκληρη ζωή στο σωστό ψηφοδέλτιο. Να συνάπτουν τις κατάλληλες συμμαχίες, να φτύνουν εκεί όπου έγλειφαν και να γλείφουν εκεί όπου έφτυναν, πάντοτε με ένα χειροπιαστό αντάλλαγμα.
Ο αντίπαλος επίσης του «στρατηγού ανέμου» και ειδικός περί τις γράνες Βύρων Πολύδωρας. Ο επαγγελματίας αδελφός του ήρωα, Στάθης Παναγούλης. Ο περί τα πάντα τυρβάζων Μίμης Ανδρουλάκης...
Όλοι οι παραπάνω, αντάμα με μια ντουζίνα υποκοσμιακούς τύπους, απολύτως αντίστοιχους με τα λούμπεν στοιχεία της προπολεμικής Γερμανίας που εντάσσονταν αθρόα στα Ες Ες, αποφάσισαν στο όνομα του ελληνικού λαού την πρόωρη προσφυγή στις κάλπες.
Άνθρωποι των οποίων το μέγα ταλέντο είναι να σταδιοδρομούν εντασσόμενοι μια ολόκληρη ζωή στο σωστό ψηφοδέλτιο. Να συνάπτουν τις κατάλληλες συμμαχίες, να φτύνουν εκεί όπου έγλειφαν και να γλείφουν εκεί όπου έφτυναν, πάντοτε με ένα χειροπιαστό αντάλλαγμα.
Εάν τους έβλεπες εν ολομελεία, θα σε έπιαναν τα κλάματα. Κυρίως με την αλλαζονική τους ελαφρότητα. Με την ευκολία που προτάσσουν το ατομικό τους συμφέρον, την πάση θυσία επαγγελματική τους –οι ανεπάγγελτοι!- επιβίωση. Όπως, βεβαίως, και πλείστοι άλλοι, οι οποίοι ψήφισαν Σταύρο Δήμα...
Για να επιστρέψουμε από την κοινωνική ανθρωπολογία στην πολιτική, το παιχνίδι εξελίχθηκε κάπως έτσι: Στριμωγμένοι από τους δανειστές έπειτα από την αξιοδάκρυτη έξοδο στις αγορές το φθινόπωρο, πιεζόμενοι να λάβουν και πρόσθετα μέτρα, οι συγκυβερνώντες αποφάσισαν να ρίξουν ζαριά. Να επισπεύσουν τη διαδικασία εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας.
Το σκεπτικό τους στάθηκε ευανάγνωστο και λογικό. Σε περίπτωση που θα συγκέντρωναν τις εκατόν ογδόντα ψήφους, ο συνασπισμός Νέας Δημοκρατίας-Πασόκ θα έπαιρνε μια δεκαεξάμηνη ανάσα ζωής – σε δεκαέξι μήνες ποιος ζει, ποιος πεθαίνει; Σε περίπτωση που θα αποτύγχαναν, θα είχαν βγάλει από τους ώμους τους το άχθος των καινούργιων μέτρων και την ευθύνη για την τελική διαπραγμάτευση με την Τρόικα. Ο Σύριζα, που επί πέντε τώρα χρόνια τάζει λαγούς με πετραχείλια, είτε θα έχανε τις πρόωρες εκλογές, τις οποίες ο ίδιος θα είχε προκαλέσει, είτε θα τις κέρδιζε και θα ερχόταν επιτέλους αντιμέτωπος με την πραγματικότητα. Με τα ξεροκέφαλα –όπως τα αποκαλούσε ο Λένιν- γεγονότα.
Ο Σύριζα αποδέχθηκε την πρόκληση. Με την αυτοπεποίθηση εκείνου που πιστεύει ότι σε κάθε περίπτωση μπορεί να τα καταφέρει καλύτερα από τους προκατόχους του. Ή με την ανασφάλεια αυτού που φοβάται πως εάν χάσει την ευκαιρία, δεν θα την ξαναβρεί. Η λογική έλεγε πως ο χρόνος δούλευε υπέρ του. Ότι όσο καθυστερούσαν να στηθούν οι κάλπες, τόσο η νίκη του διασφαλιζόταν. Ποιος όμως διατηρεί την ψυχραιμία του, κρατάει ψυχρή την κεφαλή του, όταν το κορίτσι των ονείρων του –η εξουσία εν προκειμένω- του κλείνει το μάτι;
Σήμερα άνοιξαν μπροστά στα μάτια των Ελλήνων όλα τα ενδεχόμενα.
Εάν πιστέψουν στην ελπίδα, στον ισχυρισμό πως μια άλλη κατάσταση για τις ζωές και για τα πορτοφόλια τους είναι εφικτή, τότε θα εκλέξουν τον Σύριζα.
Εάν κυριαρχήσει εντός τους ο φόβος -το κάλλιο πέντε, κάλλιο δύο, κάλλιο ένα έστω και στο χέρι- θα πυκνώσουν έστω και την ύστατη στιγμή τις γραμμές της Νέας Δημοκρατίας.
Το αρνητικότερο ενδεχόμενο είναι -μέσα στην πόλωση που μας μέλλεται προεκλογικά- ο μεσαίος χώρος, η Κεντροαριστερά, να συρρικνωθεί μέχρι το μη παρέκει. Δεν το γράφω αυτό εκφράζοντας προσωπική πολιτική προτίμηση. Τρέμοντας το γράφω, στην πιθανότητα να μην μπορεί το κόμμα που θα πρωτεύσει στις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου να βρει συμμάχους για να σχηματίσει κυβέρνηση. Και να οδηγηθούμε για δεύτερη φορά στις κάλπες, υπό συνθήκες κρισιμότερες κι από του 2012. Ενώ το χρηματιστήριο θα έχει εντελώς κλατάρει, το αποτέλεσμα των θυσιών μιας πενταετίας θα έχει εξανεμιστεί και οι Ευρωπαίοι μάλλον δεν θα σπεύδουν να στέλνουν αεροπλάνα με ευρώ για να ανεφοδιασθούν τα ΑΤΜ...
Αποχωρώντας από την Βουλή, περπάτησα μέχρι το Σύνταγμα. Έξω από το υπουργείο Οικονομικών αντίκρισα τις περίφημες απολυμένες καθαρίστριες να πανηγυρίζουν κατενθουσιασμένες την πτώση της κυβέρνησης. Να νοιώθουν Πασιονάριες υπό το βλέμμα του Τσε Γκεβάρα. Να πιστεύουν προφανώς πως η λαϊκή κυβέρνηση του Σύριζα θα σπεύσει να τις ξαναπροσλάβει με τους ίδιους μισθούς - γιατί όχι και να τους επιστρέψει με τόκο όσα έχασαν αφότου απολύθηκαν; Τις είδα να χλευάζουν τους αστυνομικούς, να τους αποκαλούν σκουλήκια που τα κουίσλινγκ αφεντικά τους θα τα εγκαταλείψουν στην πάνδημη οργή. «Έρχονται κρεμάλες!» απείλησε μια τους.
Μου ήρθε τότε στο νου ένας στίχος του Ανδρέα Κάλβου: «Δυστυχισμένα πλάσματα της πιο δυστυχισμένης φύσεως, τελειώνομεν ένα θρήνον και εις αλλον πέφτομεν πάλιν...» Κι αμέσως μετά προσευχήθηκα με τα λόγια του ίδιου του Κάλβου: «Ω Αρετή! Πολύτιμος θεά, μην παραιτήσεις σήμερον την πατρικήν μου γη...»
σχόλια