Δημήτρης Ψαρράς
Δημοσιογράφος
Όσοι παρακολουθούν την πορεία της Χ.Α. δεν αισθάνθηκαν έκπληξη με την επίδοσή της στις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου. Ασφαλώς υπήρξε μείωση από το ποσοστό των ευρωεκλογών (9,38%), αλλά η κατάκτηση της τρίτης θέσης και η σταθεροποίηση της επιρροής της διαψεύδουν όσους θεωρούσαν ότι αρκεί η δικαστική αντιμετώπιση της δράσης της για να της στερήσουν την υποστήριξη των φανατικών οπαδών της. Η πραγματικότητα είναι ότι η Χ.Α., παρά την ανοιχτά ναζιστική της ατζέντα, έχει κατορθώσει να εδραιωθεί ως η κύρια εκπρόσωπος της ελληνικής Ακροδεξιάς. Και η προσπάθεια της Νέας Δημοκρατίας να τη μιμηθεί σε σκληρότητα και σε εμφυλιοπολεμικές κορόνες το μόνο που έκανε ήταν να υποδείξει στους οπαδούς της τον δρόμο προς τη γνήσια Ακροδεξιά, δηλαδή τη ναζιστική οργάνωση.
Αυτές οι παρατηρήσεις, βέβαια, δεν σημαίνουν ότι δικαιώθηκαν εκ του αποτελέσματος όσοι θεωρούσαν «αλυσιτελείς» τις δικαστικές διώξεις, εκείνους που σήμερα εκ του πονηρού εμφανίζονται να αμφισβητούν τη σοβαρότητα των επιβαρυντικών στοιχείων για την «εγκληματική οργάνωση». Αντίθετα, οι διώξεις έχουν ήδη δικαιωθεί, εφόσον από τον Σεπτέμβριο του 2013, με τις πρώτες προφυλακίσεις, μειώθηκαν δραστικά οι νυχτερινές επιθέσεις και οι τραυματισμοί μεταναστών. Αλλά αυτά δεν αρκούν για να αντιμετωπιστούν το πολιτικό ζήτημα, ο ρατσισμός, ο εθνικισμός, ο αντισημιτισμός, η ισλαμοφοβία. Αυτά όλα πρέπει να αντιμετωπιστούν στο πεδίο των ιδεών, της πληροφόρησης και της εκπαίδευσης. Δυστυχώς, όλα αυτά δεν αποτέλεσαν αντικείμενο της πολιτικής αντιπαράθεσης κατά την προεκλογική περίοδο.
Δάφνη Χαλικιοπούλου
Λέκτορας Συγκριτικής Πολιτικής, Πανεπιστήμιο Reading
Σοφία Βασιλοπούλου
Λέκτορας Πολιτικών Επιστημών, University of New York.
Ενώ η ανάλυση των προχθεσινών εκλογών εστιάζεται στη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και στην κυβέρνηση συνεργασίας με τους ΑΝ.ΕΛ., δεν έχει γίνει τόση συζήτηση για το επίφοβο για τη δημοκρατία αποτέλεσμα της Χρυσής Αυγής.
Παρόλο που το ποσοστό του κόμματος έπεσε από 9,38% των ευρωεκλογών του 2014 και το 6,97 των εθνικών εκλογών του Ιουνίου του 2012, το κόμμα κατάφερε να συγκεντρώσει 6,28%, κατακτώντας την τρίτη θέση. Μέσα στο πλαίσιο της προφυλάκισης της ηγεσίας και των στελεχών της αυτό το αποτέλεσμα είναι πάρα πολύ σημαντικό και δείχνει ότι υπάρχει ένα ποσοστό Ελλήνων ψηφοφόρων με ακροδεξιές ιδέες, οι οποίοι εκφράζονται μέσα από τη Χρυσή Αυγή. Χαρακτηριστικό είναι και ότι το κόμμα δεν συμμετείχε ιδιαίτερα στην προεκλογική εκστρατεία. Παρ' όλα αυτά, κατάφερε να συγκεντρώσει υψηλά ποσοστά, όπως, για παράδειγμα, 10,47% στη Λακωνία, 8,43% στον νομό Αττικής, 7,29% στην Κορινθία, και, παρά τα συμβάντα σχετικά με τον Παύλο Φύσσα, στη Β' Πειραιώς 7,8%.
Τα αποτελέσματα αυτά θέτουν το ερώτημα κατά πόσο η Χρυσή Αυγή είναι απλώς μια παροδική αντισυστημική ψήφος ή ένα φαινόμενο το οποίο εκφράζει ιδέες εδραιωμένες περισσότερο απ' ό,τι θα πιστεύαμε στην ελληνική κοινωνία.
Οι πολίτες που είναι πιο πιθανό να ψηφίσουν Χρυσή Αυγή είναι εκείνοι που έχουν δεξιές και κοινωνικά συντηρητικές θέσεις.
Η οικονομική κρίση αναμφισβήτητα έχει επηρεάσει τη θετική ψήφο προς τη Χρυσή Αυγή. Ανάλυση της ψήφου των ευρωεκλογών του 2014 δείχνει ότι η ψήφος προς τη Χρυσή Αυγή είναι απόρροια της στάσης των πολιτών προς το πολιτικό σύστημα γενικότερα: μία ψήφος διαμαρτυρίας κατά του κατεστημένου και απογοήτευσης από τα κυβερνώντα κόμματα. Δείχνει, όμως, επίσης ότι οι πολίτες που είναι πιο πιθανό να ψηφίσουν Χρυσή Αυγή είναι εκείνοι που έχουν δεξιές και κοινωνικά συντηρητικές θέσεις.
Μέσα στο πλαίσιο μιας κρίσης, που εκτός από οικονομικές, έχει σημαντικές πολιτικές και ιδεολογικές διαστάσεις, μπορούμε να μιλάμε για μια κρίση της δημοκρατίας. Σε αυτή την κρίση, η Χρυσή Αυγή πρόσφερε μια «εθνικιστική λύση», αντλώντας από ιδέες που είναι ήδη επικρατούσες στην Ελλάδα. Μ' αυτό τον τρόπο μπόρεσε ένα κόμμα το οποίο προτείνει μια ρητορική που βασίζεται σε φασιστικούς μύθους, όπως αυτοί της κοινωνικής παρακμής και της εθνικής παλιγγενεσίας, να αυξήσει δραματικά το ποσοστό του το 2012 και σχεδόν να το διατηρήσει το 2015, παρά την αντιδημοκρατική του δράση.
Η αντιμετώπιση της κρίσης από την καινούργια κυβέρνηση πρέπει να εστιαστεί και στο φαινόμενο της Χρυσής Αυγής. Και αν δεχτούμε κλασικές πολιτικές θεωρίες, ότι και η δημοκρατία και η οικονομική ανάπτυξη εξαρτώνται από μια δυνατή μεσαία τάξη, τότε αυτό είναι το κλειδί για την αντιμετώπιση τόσο της λιτότητας όσο και της Ακροδεξιάς στην Ελλάδα.
Βασιλική Γεωργιάδου
Αναπληρώτρια καθηγήτρια, Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Το γεγονός ότι η Χρυσή Αυγή διατήρησε την τρίτη θέση στην κατάταξη που κατέλαβαν τα κόμματα στις βουλευτικές εκλογές της 25ης Ιανουαρίου αποτελεί ένα εν μέρει αναμενόμενο (όσο και ιδιαιτέρως δυσάρεστο για την ποιότητα της δημοκρατίας) γεγονός. Ο κομματικός ανταγωνισμός υπήρξε πολωμένος, με τον κύριο όγκο των εκλογέων να κατευθύνεται σε κομματικούς σχηματισμούς ένθεν κακείθεν του κεντρώου χώρου, ενώ επιπλέον η συνεχιζόμενη εκλογική υποχώρηση της Νέας Δημοκρατίας κάθε άλλο παρά ανέκοπτε τις από καιρό υπάρχουσες εκροές δυσαρεστημένων υπερσυντηρητικών ψηφοφόρων σε σχηματισμούς που βρίσκονται δεξιότερά της. Έχει πιστοποιηθεί από τις διπλές εθνικές εκλογές του 2012, αλλά και τις ευρωεκλογές του 2014, ότι η Χ.Α. κατόρθωσε να διεισδύσει στα παραδοσιακά εκλογικά κάστρα της ΝΔ, τα οποία της είχαν μείνει πιστά μέχρι και τις εκλογές του 2009, παρότι ο Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός (ΛΑΟΣ) είχε εγκατασταθεί δεξιότερά της από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, διεκδικώντας ένα όχι ευκαταφρόνητο μερίδιο ψηφοφόρων από την –έως τότε– κεντροδεξιά παράταξη.
Όσο η ΝΔ κινείται εκτός τροχιάς κεντροδεξιάς παράταξης (συνεπώς και εκτός τροχιάς εξουσίας), τόσο η Χ.Α. θα βρίσκει πρόσφορο έδαφος να συντηρεί (ή και να διευρύνει) την απήχησή της στους ψηφοφόρους.
Η Χ.Α. βρέθηκε σε μια ανοδική εκλογική τροχιά από τις δημοτικές εκλογές του 2010. Στην κεντρική πολιτική σκηνή μια διαρκής ανοδική πορεία της συνεχίστηκε έως και έναν χρόνο μετά τις βουλευτικές εκλογές του 2012: τότε στις δημοσκοπήσεις συγκέντρωνε ποσοστά έως και διπλάσια από το μέσο πραγματικό ποσοστό της στην επικράτεια. Η έναρξη της δικαστικής διερεύνησης που προκλήθηκε από τις βίαιες δράσεις μελών της οργάνωσης και οι αποκαλύψεις όσον αφορά τις πρακτικές της παραστρατιωτικής μιλίτσιας που ενεργούσε εξ ονόματος του «Αρχηγού» της Χ.Α. ανέκοψαν την επιρροή της στους ψηφοφόρους και περιόρισαν τη δυναμική της, χωρίς ωστόσο να αναστρέψουν τη διείσδυσή της σε έναν σκληρό πυρήνα ψηφοφόρων της. Έτσι, 6,3% των εκλογέων ψήφισε τη Χ.Α. στις εκλογές της προηγούμενης Κυριακής, ένα ποσοστό που είναι οπωσδήποτε σημαντικό, παρότι είναι μικρότερο κατά τρεις μονάδες από εκείνο που συγκέντρωσε η οργάνωση στις αμέσως προηγούμενες εκλογές, στις οποίες, σε επίπεδο επικράτειας, καταμετρήθηκε η δύναμή της, και, πάντως, είναι χαμηλότερο και από εκείνο που είχε λάβει στην αντίστοιχη εκλογική αναμέτρηση του Ιουνίου του 2012.
Μεταξύ των ψηφοφόρων της Χ.Α. υπάρχει ένας αριθμητικά σημαντικός πυρήνας υποστηρικτών της, των οποίων η ψήφος συνοδεύεται από συμφωνία με την ιδεολογία της οργάνωσης. Αν σε αυτούς προστεθεί και ένας αριθμός παραδοσιακών δεξιών ψηφοφόρων που στράφηκαν στη Χ.Α. επειδή απογοητεύτηκαν από τη διαχείριση του Αντ. Σαμαρά και την έλλειψη προοπτικών εξουσίας της παράταξής τους, αντιλαμβανόμαστε ότι οι προοπτικές περαιτέρω συρρίκνωσης της Χ.Α. είναι αρνητικές και θα γίνουν αρνητικότερες, αν η ΝΔ δεν αντιληφθεί το πρόβλημα συνοχής στον ευρύτερο παραταξιακό της χώρο, θεωρώντας ότι δεν έγινε δα και καμιά καταστροφή από την κατά δύο μονάδες υποχώρηση της επιρροής της στους ψηφοφόρους. Όσο η ΝΔ κινείται εκτός τροχιάς κεντροδεξιάς παράταξης (συνεπώς και εκτός τροχιάς εξουσίας), τόσο η Χ.Α. θα βρίσκει πρόσφορο έδαφος να συντηρεί (ή και να διευρύνει) την απήχησή της στους ψηφοφόρους.
σχόλια