Είχα γράψει πέρσι κάτι, και χάρη στην Ειρήνη Γιαννάκη έμαθα ότι υπάρχει ένα ποίημα που είπε καλύτερα όσα πολλοί άνθρωποι έχουμε νιώσει.
Πρώτα το δικό μου κείμενο:
6936.562798
Όταν ήμουν μικρός έκανα υποκλοπές. Είχα κολλήσει με σελοτέιπ στο ακουστικό του τηλεφώνου του δωματίου μου ένα μικρόφωνο. Ήταν συνδεδεμένο με το μαγνητόφωνό μου και άκουγα με ακουστικά.
Υπέκλεπτα τα τηλεφωνήματα τα δικά μου, εννοείται, με τη μαμά μου, το μπαμπά μου, τους φίλους μου. Ήταν τα τέλη των '80ς, η περίοδος Τόμπρα στον ΟΤΕ. Αργότερα στις αρχές '90ς, με κινητοποίησαν και πάλι οι υποκλοπές Μαυρίκη και Γρυλλάκη - τα έβρισκα πολύ κατασκοπικά όλα αυτά, και μ' άρεσαν.
Σταμάτησα να κάνω υποκλοπές στην εφηβεία. Έχω αρκετές κασέτες πια. Συνομιλίες μου με άτομα που δεν είναι πια στη ζωή. Ή με άτομα που δεν κάνω πια παρέα. Ακούω τον 12χρονο εαυτό μου να φλυαρεί για ένα σωρό ξεχασμένα προβλήματα, για δίσκους της Μαντόνα, για την κυβέρνηση Μητσοτάκη, ακούω ξεχασμένες φωνές, ακούω τον Χρίστο να σχολιάζει τα σίριαλ του Αντέννα (εκείνο το τραγικό με τον Βέγγο αστυνομικό), τα μαθήματα, τις δηλώσεις της Βουγιουκλάκη, το διαγώνισμα βιολογίας, το συλλαλητήριο για τη Μακεδονία.
Ακούω τη μαμά μου, να μου μιλάει απ' το μαγαζί, να έχει πελάτες, αλλά να μη μου το κλείνει, να τους λέει, μισό λεπτό μιλάω με το γιο μου κι έρχομαι. Τις τελευταίες ημέρες, κάθε τόσο, σκέφτομαι να της τηλεφωνήσω. Έφτασα στην Αθήνα να της πω, το ταξίδι ήταν ωραίο να της πω, η συνάντηση πήγε καλά, πήγαμε για μπάνιο. Τι κάνεις εσύ, να τη ρωτήσω.
Μιλάμε πιο μετά, θα τα πούμε, θα πω προς το τέλος, και θα προσθέσω όπως πάντα σ' αγαπάω πολύ, - κι εγώ θα μου πει, και θα το κλείσουμε χαμογελαστοί. Όπως ακριβώς στις σκονισμένες κασέτες με τις μισοξεχασμένες, παιδικές υποκλοπές...
Ακόμα δε μου κάνει καρδιά να σβήσω το τηλέφωνό της απ' τη μνήμη του κινητού μου, κι ας έχει πεθάνει εδώ και τόσους μήνες.
6936.562 798.
--------------------------
(Όπως είπα χάρη στην Ειρήνη έμαθα ότι υπάρχει το παρακάτω ποίημα του Γιάννη Βαρβέρη, ο οποίος κατά σύμπτωση πέθανε τις ίδιες μέρες με την μητέρα μου. Το ποίημα του είναι αφιερωμένο σε αγαπημένο του πρόσωπο που είχε πεθάνει...)
8216_ _ _
Δ.Σ.
Ι.
Δεν έχω σβήσει απ' το καρνέ μου το τηλέφωνό σου.
Πρώτο σαν πάντα τ' όνομά σου εκεί στο σίγμα
μοιάζει να σέρνει ένα χορό μελλοθανάτων.
Και σου τηλεφωνώ συχνά σε ώρες απίθανες
λέγοντας θα 'χει βγει, θα'ναι στο θέατρο, σε ταβέρνα.
Στο κλειστό σπίτι τα έπιπλα πενθούν
με τη διακριτική πλερέζα λίγης σκόνης.
Είναι σκληρές αυτές οι υπηρεσίες.
Γι' αυτό κι εγώ φροντίζω
για τα πάγια κάθε μήνα.
Γιατί αν αποφασίσω κάποτε να πάρω
σε ώρα πιθανή
ίσως για μένα εσύ
να το σηκώσεις.
ΙΙ.
Στο νέο καταλογάκι που θα φτιάξω
έτσι σαν επιπόλαια θ' αντιγράψω
εκεί στο σίγμα
το τηλέφωνο και τ' όνομά σου.
Κάπου στη μέση βέβαια πια
μην αγριευτεί κανείς στο σπίτι
αν το προσέξει στην κορφή.
Παρείσακτο μα ισότιμο στη μέση
πάντως ανάμεσα σε νέους νέους μου φίλους
που τώρα ζουν κινούνται στην Αθήνα.
Κι αν τύχει και καλέσω κόσμο σπίτι
θα το ξεχάσω εκεί
ανοιχτό στο σίγμα.
Πέφτει το μάτι πιο εύκολα
στο πεπρωμένο.
ΙΙΙ.
Ημίμετρα ήταν όλ' αυτά
στγχώρεσέ με.
Μια δυό συνοπτικές διαδικασίες
κι έχω στο σπίτι μου πια φέρει το τηλέφωνό σου.
Το νούμερο τη συσκευή το τραπεζάκι.
Έτσι αν σε πάρουνε γνωστοί σου που δεν έμαθαν
τόσα και τόσα θα τους λέω για σένα.
Το νέο μου νούμερο θα δίνω τώρα λέγοντας:
το πρώην τηλέφωνό του, εκείνου, ξέρετε...
Κι ας μη σε ξέραν. Θα εξηγώ. Με φορτικότητα.
Και στον κατάλογο του ΟΤΕ δεν άλλαξα
κι ούτε θ' αλλάξω τ' όνομά σου.
Στ' όνομα τάδε θα με βρείτε, στον κατάλογο
θα λέω αν με ρωτήσουνε στο δρόμο.
Μ' αυτά κι εκείνα σε κρατώ
γύρω και δίπλα μου
κρατώ το ακουστικό που εσύ κρατούσες
κρατώ την πιθανότητα
να συνεχίζεται η ζωή σου σ' ό,τι αγάπησες
γιατί το νιώθω
από το τρίξιμο του τραπεζιού στα νέα πατώματα
απ' τα καινούργια αγγίγματα στη συσκευή
μέρα τη μέρα κι απ' τον τόνο της φωνής μου
πως ό,τι αγάπησες
δε θέλει και δεν ήθελε
όμως σιγά σιγά βολεί
βολεί να λησμονήσει.
σχόλια