Ολοκληρώθηκε νωρίτερα στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, η ακροαματική διαδικασία που διεξάγεται, από τις 12:00, για τη συνταγματικότητα και νομιμότητα του μεθαυριανού δημοψηφίσματος, μετά από προσφυγή δύο Ελλήνων πολιτών.
Προηγουμένως, οι δικηγόροι που είχαν ασκήσει παρέμβαση υπέρ της διεξαγωγής του δημοψηφίσματος υποστήριξαν ότι η Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου και το Προεδρικό Διάταγμα για τις εκλογές είναι συνταγματικά και νόμιμα και ότι το μόνο αρμόδιο δικαστήριο να κρίνει τη νομιμότητα του δημοψηφίσματος είναι το Εκλογοδικείο και όχι το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Επίσης, ανέφεραν ότι αυτά τα δύο νομοθετήματα υπάγονται στο στενό κυβερνητικό έργο και δεν μπορούν να προσβληθούν στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Πρόσθεσαν, δε, ότι για τα ερωτήματα έχει ενημερωθεί, πλήρως, ο ελληνικός λαός και ότι η απόφαση του δικαστηρίου που θα εκδοθεί αφορά την ιστορία της Ευρώπης, καθώς σήμερα δικάζεται η δημοκρατία.
Οι συνήγοροι του ελληνικού Δημοσίου σημείωσαν ότι η Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου και το Προεδρικό Διάταγμα αποτελούν κυβερνητικές πράξεις υψηλότατου επιπέδου, οι οποίες δεν μπορούν να ελεγχθούν δικαστικά από το ΣτΕ, καθώς εκφράζουν τη βούληση της κυβέρνησης.
Οι εκπρόσωποι του ελληνικού Δημοσίου υποστήριξαν, με τη σειρά τους, ότι αρμόδιο να κρίνει τη συνταγματικότητα και νομιμότητα του δημοψηφίσματος είναι το Εκλογοδικείο και όχι το ΣτΕ.
Μετά την πολύωρη διάσκεψη των δικαστών, η απόφαση της Ολομέλειας ανακοινώθηκε από το δικαστήριο επί της έδρας και σύμφωνα με αυτή απέρριψε την αίτηση των δύο Ελλήνων πολιτών που ζητούσαν να κριθεί αντισυνταγματικό το μεθαυριανό δημοψήφισμα.
Κατά συνέπεια διεξάγεται κανονικά την ερχόμενη Κυριακή.
Η απόφαση
Οι σύμβουλοι Επικρατείας, έκριναν ότι τα νομοθετήματα που καθορίζουν την διεξαγωγή του δημοψηφίσματος είναι κυβερνητικές πράξεις που ανάγονται στην διαχείριση της πολιτικής εξουσίας και κατά συνέπεια δεν μπορούν να ελεγχθούν από το ΣτΕ.
Ειδικότερα, οι σύμβουλοι Επικρατείας αναφέρουν στην απόφασή τους πως «το προσβαλλόμενο διάταγμα, εκδοθέν βάσει του άρθρου 44 παρ. 2 του Συντάγματος, όπως και η προσβαλλόμενη πράξη του υπουργικού συμβουλίου, αφορούν την προκήρυξη δημοψηφίσματος και συνιστούν, ως εκ τούτου, κυβερνητικές πράξεις αναγόμενες στη διαχείριση της πολιτικής εξουσίας κατά την έννοια του άρθρου 45 παρ. 5 του Π.Δ. 18/1989».
Κατά συνέπεια, «οι πράξεις
αυτές δεν υπόκεινται στον ακυρωτικό έλεγχο του Συμβουλίου της Επικρατείας και συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη. Σε κάθε περίπτωση, ο έλεγχος του κύρους και των αποτελεσμάτων του δημοψηφίσματος, υπάγεται σύμφωνα με το άρθρο 100 παρ. 1 περ. β΄ του Συντάγματος, στην αρμοδιότητα του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου».
σχόλια