«Πριν από δέκα χρόνια, όταν ταξίδευα διασχίζοντας τις χώρες της Βαλτικής, περνώντας από το Druskininkai της νότιας Λιθουανίας έμεινα σε ένα απίστευτης αρχιτεκτονικής ξενοδοχείο που είχε προφανώς σχεδιάσει ο Γκαουντί», λέει ο Christopher Herwig. «Μόλις συνήλθα από το σοκ πρόσεξα αμέτρητα μικρά κτίσματα να στέκουν σαν τοτέμ εκεί που ξεκινούσαν τα όρια του δάσους, στις άκρες των δρόμων. Αυτά τα ταπεινά καταφύγια στις στάσεις των λεωφορείων θα μπορούσαν να με επαναφέρουν στην πραγματικότητα, αλλά όταν άρχισα να τα προσέχω μου φάνηκαν ακόμα πιο αλλόκοτα. Κάθε δυο-τρία μίλια στο δρόμο για το Vilnius υπήρχαν τσιμεντένιες κυβιστικές τέντες! Έρημες και παρατημένες έμοιαζαν με πεταμένα μπιχλιμπίδια μετά την πυρηνική καταστροφή. Δεν υπήρχαν λεωφορεία. Κι αυτά τα περίεργα κτίσματα ήταν εντελώς ξεκομμένα, όλα τα σημεία στα οποία ξεφύτρωναν ήταν κυριολεκτικά στο πουθενά. Δεν ήταν κοντά σε χωριά, ούτε κοντά σε μικρούς οικισμούς! Κι ήταν διάσπαρτα παντού, τα έβλεπα όπου κι αν πήγαινα.
Πέρασαν κάποιες μέρες μέχρι να δω κάποιον άνθρωπο να τα επισκέπτεται. Κάπου ανάμεσα στο Kaunas και το Šiauliai πρόσεξα έναν άντρα να βγαίνει από το πυκνό δάσος κρατώντας μια πλαστική τσάντα. Περπάτησε κατά μήκος του δρόμου και στάθηκε έξω από μια τέτοια στάση, ένα ορθογώνιο κτίσμα που ήταν επιμελώς διακοσμημένη με προβατάκια και δέντρα γεμάτα φρούτα. Χαιρέτησε έναν άλλον άντρα που καθόταν στο παγκάκι, κάθισε δίπλα του, άνοιξαν δυο κουτάκια μπίρας κι άρχισαν να πίνουν. Ήταν μια σκηνή που είδα ξανά και ξανά, στο δρόμο για το Tallinn. Κανείς δεν ξέρει πότε οι παρατημένες ‘στάσεις’ μετατράπηκαν σε ‘καταφύγια για κοινωνικοποίηση’. Τουλάχιστον είναι κάπως χρήσιμες. Δίνουν στους ανθρώπους που ζουν σε απόμακρα μέρη χωρίς παμπ και καφετέριες, σε χωριά που δεν κινείται ψυχή εκτός σπιτιού, την ευκαιρία να συναντηθούν με άλλους ανθρώπους. Πιο πριν έδωσαν την ευκαιρία σε εμπνευσμένους γλύπτες, αρχιτέκτονες και κτίστες την ευκαιρία να εκφραστούν και να εκτονωθούν κάνοντας κάτι δημιουργικό. Όμορφο ή εκτρωματικό δεν έχει σημασία, σημασία έχει ότι για οποιονδήποτε λόγο κι αν τα έκαναν, τα ιδιόμορφα αυτά και μοναδικά κτίσματα μου έδωσαν την δυνατότητα να τραβήξω με μεγάλο ενδιαφέρον και συγκίνηση αυτές τις φωτογραφίες. Και με αυτό το βιβλίο παρουσιάζω με την ίδια συγκίνηση τα έργα αγνώστων αντρών και γυναικών που με τόση αγάπη και φροντίδα έχουν δημιουργήσει».
Ο Christopher Herwig πρωτοσυνάντησε αυτά τα ασυνήθιστα αρχιτεκτονήματα της σοβιετικής περιόδου το 2002, όταν έκανε ένα μεγάλο ταξίδι με ποδήλατο από το Λονδίνο μέχρι την Αγία Πετρούπολη. Είχε αποφασίσει να τραβάει μία φωτογραφία κάθε ώρα και έκπληκτος πρόσεξε ότι υπήρχαν εξωφρενικές στάσεις λεωφορείου μέσα στην ερημιά. Δώδεκα χρόνια μετά, κάλυψε 18 χιλιάδες χιλιόμετρα σε 14 χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, ταξιδεύοντας με αυτοκίνητο, τρένο, ποδήλατο και λεωφορείο για να αναζητήσει αυτές τις στάσεις και να τις καταγράψει με τον φακό του.
Οι ταπεινές στάσεις λεωφορείου είχαν γίνει ένα γόνιμο πεδίο για τους τοπικούς καλλιτέχνες στο οποίο μπορούσαν να εκφραστούν την σοβιετική περίοδο, κτίζοντας χωρίς περιορισμούς στο σχέδιο ή στο υλικό και χωρίς υποδείξεις στον τρόπο που θα τις διακοσμήσουν. Το αποτέλεσμα είναι αμέτρητες έργα τέχνης σε μια εκπληκτική ποικιλία από στυλ και σχέδια, σπαρμένα σε όλη τη χώρα, που είναι από την αποθέωση του μινιμαλισμού, μέχρι χοντροκομμένα και υπερβολικά εκτρώματα.
Το βιβλίο του Soviet Bus Stops περιέχει στάσεις λεωφορείων από: Kazakhstan, Turkmenistan, Uzbekistan, Kyrgyzstan, Tajikistan, Ukraine, Moldova, Armenia, Abkhazia, Georgia, Lithuania, Latvia, Belarus και Estonia. Αρχικά κυκλοφόρησε σε έκδοση περιορισμένων αντιτύπων, αλλά εξαντλήθηκε αμέσως και επανακυκλοφορεί κανονικά σε μικρότερου μεγέθους έκδοση. Ήταν ένα από τα καλύτερα φωτογραφικά άλμπουμ του 2014.
σχόλια