«Φυσικά και δεν χαίρομαι με το αίμα που ρέει. Κάποιες φορές όμως, είναι ευχάριστο να βλέπεις να ρέει το αίμα των απίστων»
Όταν η οικογένεια του Αμπντελχαμίντ Αμπααούντ έμαθε το περασμένο φθινόπωρο ότι είχε σκοτωθεί μαχόμενος για το Ισλαμικό Κράτος, χάρηκε με την είδηση του θανάτου ενός αλλοπρόσαλλου γιου που απεχθανόταν. «Προσευχόμαστε να είναι στ’ αλήθεια νεκρός», σχολίασε τότε την είδηση η μεγαλύτερη αδερφή του, Γιασμίνα.
Οι προσευχές της οικογένειας του – και οι ελπίδες των δυτικών αξιωματούχων – δεν εισακούστηκαν. Ο 26χρονος τότε Αμπααούντ, βρισκόταν ήδη στο δρόμο της επιστροφής για την Ευρώπη με σκοπό να συναντηθεί κρυφά με εξτρεμιστές που μοιράζονταν τον ενθουσιασμό του για την πρόκληση χάους. Από εκείνη τη μέρα μέχρι σήμερα, το όνομα του έχει συνδεθεί με μπαράζ τρομοκρατικών επιχειρήσεων που τελικώς οδήγησαν στις αιματηρές επιθέσεις του Παρισιού.
«Φυσικά και δεν χαίρομαι με το αίμα που ρέει. Κάποιες φορές όμως, είναι ευχάριστο να βλέπεις να ρέει το αίμα των απίστων», εμφανίζεται να λέει ο Αμπααούντ σε ένα γαλλόφωνο βίντεο για λογαριασμό του Ισλαμικού Κράτους, λίγο μετά την ημερομηνία του υποτιθέμενου θανάτου του.
«Ξαφνικά είδα την εικόνα μου σε όλα τα media», είπε στο έβδομο τεύχος του προπαγανδιστικού περιοδικού του ΙΚ, το Dabiq όπου καυχιέται για τα σχέδιά του να «σκορπίσει τον τρόμο» στη Δύση, ενώ παράλληλα υποστήριξε ότι η αστυνομία δεν κατάφερε να τον συλλάβει παρότι τον σταμάτησε για έλεγχο κατά την επιστροφή του στη Μέση Ανατολή. «Δόξα στον Αλλάχ, οι άπιστοι τυφλώθηκαν από τον Αλλάχ».
O μαροκινής καταγωγής 28χρονος Βέλγος τζιχαντιστής Αμπντελχαμίντ Αμπααούντ, που θεωρείται ο «εγκέφαλος» πίσω από τις πρόσφατες επιθέσεις στο Παρίσι, μεγάλωσε στη λαϊκή συνοικία Μόλενμπεκ των Βρυξελλών, όπου κατοικούν πολλοί άραβες μετανάστες.
Τα τελευταία χρόνια, η συνοικία της βελγικής πρωτεύουσας που βρέθηκε στο επίκεντρο της δημοσιότητας, παρουσιάσει «τη μεγαλύτερη συγκέντρωση ξένων τρομοκρατών στην Ευρώπη», όπως αναφέρει, η Λίζμπεθ βαν ντερ Χάιντε, μέλος του Κέντρου για την Τρομοκρατία και την Αντιτρομοκρατία του πανεπιστημίου Leiden στην Ολλανδία. Αλλά και το Βέλγιο δεν πάει πίσω, αφού κατέχει τα πρωτεία ανάμεσα στις χώρες της Ε..Ε, με τους περισσότερους τζιχαντιστές που έχουν πάει να πολεμήσουν για λογαριασμό του ISIS στη Συρία και το Ιράκ.
Όπως πολλοί από τους τζιχαντιστές που πήραν μέρος σε επιθέσεις στην Ευρώπη, ανάμεσα στους και τα αδέρφια Κουασί που επιτέθηκαν στο σατυρικό περιοδικό Charlie Hebdo τον Ιανουάριο, ο Αμπααούντ έδειχνε πολύ περισσότερο ενδιαφέρον για τις κλοπές και τα ναρκωτικά όταν ήταν μικρός, παρά για το Ισλάμ, ειδικότερα για το υπερσυντηρητικό, σουνιτικό κίνημα των σαλαφιστών, στο οποίο πρόσκεινται πολύ τζιχαντιστές.
Ούτε η οικογένεια του ήταν τόσο φτωχή. Ο πατέρας του, Ομάρ, διατηρούσε κατάστημα ρούχων στην εμπορική πλατεία του Μόλενμπεκ, και η οικογένεια του ζούσε σε ένα ευρύχωρο γωνιακό σπίτι στην Rue de l’ Avenir , πολύ κοντά στο τοπικό αστυνομικό τμήμα.
Παρά τις συνεχιζόμενες εξαγγελίες του για κακομεταχείριση των Μουσουλμάνων της Ευρώπης, ο Αμπααούντ απολάμβανε προνόμια διαθέσιμα σε ελάχιστους μετανάστες, όπως η φοίτηση σ’ ένα από τα καλύτερα σχολεία του, το Saint-Pierre d'Uccle.
«Το τσογλάνι» που παρενοχλούσε τους συμμαθητές και τους καθηγητές του ή έκλεβε πορτοφόλια - όπως περιέγραψε ένας πρώην συμμαθητής του στη βελγική ταμπλόιντ «La Derniere Heure» - έμεινε μόλις ένα χρόνο στο σχολείο. Ένας βοηθός του διευθυντή στο περίφημο βελγικό σχολείο, που θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία του, είπε ότι απλά κάποια στιγμή παράτησε. Άλλοι είπαν ότι αποβλήθηκε για ανάρμοστη συμπεριφορά.
Αφότου έφυγε από το σχολείο άρχισε να συχνάζει με μία παρέα παιδιών στο Μόλενμπεκ που επιδίδονταν σε διάφορες μικροκλοπές. Ανάμεσα σε αυτούς βρίσκονταν και τα αδέρφια, Ιμπραήμ και Σαλάχ Αμπντεσλάμ, που όπως και ο Αμπααούντ βρίσκονται τώρα στο επίκεντρο της έρευνας για τις επιθέσεις στο Παρίσι.
Τόσο ο Αμπααούντ, όσο και ο Αμπντεσλάμ, φυλακίστηκαν στο Βέλγιο το 2010 για ένοπλη ληστεία.
Έπειτα, ο Αμπααούντ εξελίχθηκε «σ’ έναν από τους πιο δραστήριους δήμιους του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία», μετέδωσε πρόσφατα ο ραδιοφωνικός σταθμός RTL στη Γαλλία. Είναι ο άνθρωπος που θεωρείται «εγκέφαλος» των πρόσφατων επιθέσεων στο Παρίσι και στόχος της αστυνομικής επιχείρησης που βρίσκεται σε εξέλιξη στο βόρειο προάστιο Σεν Ντενί της γαλλικής πρωτεύουσας.
Όπως περιγράφει στην εφημερίδα «The Independent» ο Τσάρλι Γουίντερ, αναλυτής σε θέματα ασφαλείας που ειδικεύεται στο ΙΚ, το προφίλ του Αμπααούντ ταιριάζει με εκείνο ενός ανθρώπου ικανού να σχεδιάσει τις πολύνεκρες επιθέσεις στο Παρίσι. «Είναι ακριβώς ο τύπος ανθρώπου που θα περίμενε κάποιος να σχεδιάσει κάτι τέτοιο. Δεν περνάς από το να μην επιχειρείς τίποτα στο να σχεδιάζεις μία επίθεση με τη συμμετοχή πολλών δραστών, πολλαπλών στόχων και όπλων».
Νωρίτερα μέσα στη χρονιά, το γαλλικό περιοδικό «Paris Match» δημοσίευσε ένα προπαγανδιστικό βίντεο του ΙΚ όπου ο Αμπααούντ φαίνεται να οδηγεί ένα φορτηγάκι και να αστειεύεται σέρνοντας από πίσω του ακρωτηριασμένα πτώματα και οδηγώντας τα σε ομαδικό τάφο.
«Ξαφνικά είδα την εικόνα μου σε όλα τα media», είπε στο έβδομο τεύχος του προπαγανδιστικού περιοδικού του ΙΚ, το Dabiq όπου καυχιέται για τα σχέδιά του να «σκορπίσει τον τρόμο» στη Δύση, ενώ παράλληλα υποστήριξε ότι η αστυνομία δεν κατάφερε να τον συλλάβει παρότι τον σταμάτησε για έλεγχο κατά την επιστροφή του στη Μέση Ανατολή. «Δόξα στον Αλλάχ, οι άπιστοι τυφλώθηκαν από τον Αλλάχ».
Φανατικός τζιχαντιστής πλέον, ο Αμπααούντ, σύμφωνα με τα βελγικά μέσα ενημέρωσης, κατάφερε με κάποιο τρόπο να πείσει και να μεταφέρει στη Συρία τον 13χρονο αδελφό του Γιουνές, ο οποίος θεωρείται πως είναι ο μικρότερος σε ηλικία τζιχαντιστής του ΙΚ.
Τον περασμένο Μάιο, ο πατέρας του συνεργάστηκε με το δημόσιο κατήγορο που χειρίζεται την υπόθεση κατά του γιου του για την απαγωγή του Γιουνές.
«Δεν αντέχω άλλο», είχε πει ο Ομάρ Αμπαοαύντ στους Βέλγους δημοσιογράφους. «Παίρνω φάρμακα. Ο γιος μου κατέστρεψε την οικογένεια μας. Δεν θέλω να τον ξαναδώ ποτέ ξανά».
Ο Ομάρ Αμπααούντ ζει πλέον μόνιμα στο Μαρόκο και θέλει να πουλήσει το σπίτι στο Μόλενμπεκ, ανέφερε στα ΜΜΕ, ένας οικογενειακός φίλος.
Πηγή: New York Times, BBC, The Intependent, ΑΠΕ / Μετάφραση- επιμέλεια: LIFO Newsroom
σχόλια