Είναι απολύτως ανάρμοστο να κρίνεις κάποιον από το παρουσιαστικό του, ωστόσο, στην περίπτωση του Μπόρις Τζόνσον τόσο οι Βρετανοί, όσο και τα media φαίνεται ότι με προθυμία κάνουν μια εξαίρεση. Ο ρόλος του στην πιο δύσκολη στιγμή της βρετανικής ζωής θεωρείται καθοριστικός και τον ίδιο ευθέως πλέον στα ΜΜΕ και στα social media τον παρομοιάζουν με τρολ, με καλικάντζαρο, που αφού αναστάτωσε τις ζωές όλων – και εκείνων που τον υποστήριξαν και όσων δεν τον εμπιστεύθηκαν ποτέ – αφού άφησε τη χώρα στο μέσο ενός τεράστιου χάους, αποχώρησε, περιμένοντας να καθαρίσουν τις ζημιές του οι άλλοι.
Ωστόσο, δεν ήταν πάντα έτσι τα πράγματα για τον “Bojo”, όπως χαϊδευτικά τον αποκαλούσαν φίλοι και εχθροί στην πολιτική, στη δημοσιογραφία, στα αυτοδιοικητικά του Λονδίνου. Η ζωή τις περισσότερες φορές του χαμογελούσε, ακόμη και όταν τον έπιανε επ’ αυτοφώρω στις πλέον ανάρμοστες στιγμές του και εκείνος πάλι είχε έναν τρόπο χειρισμού των ντροπιαστικών καταστάσεων και μία φιλοσοφία που τον έκανε σχεδόν συμπαθή.
Ο "Mr Johnson" υπήρξε ένας καλοζωισμένος κύριος, κάποιος που ποτέ δεν κρίθηκε για την αξιοπιστία του ή για την εντιμότητα του, αλλά για αυτή τη συμπαθή γραφικότητα, κάτω από την οποία ανέλυε με μαεστρία τα πολιτικά μελλούμενα και εξύφαινε τα δικά του πολιτικά σχέδια.
Εκκεντρικός, γυναικάς, ετοιμόλογος, ο άντρας που σήμερα βγαίνουν ανέκδοτα για τα μαλλιά και τις γκριμάτσες του, είχε υπάρξει από τους πιο δημοφιλείς στο γυναικείο φύλο, από την εποχή που φοιτούσε στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και μπαινόβγαινε στο Ήτον, ως προνομιακός συνομιλητής ή προνομιακός εχθρός μεγάλων πολιτικών προσωπικοτήτων των ημερών μας.
Οι κακές γλώσσες λένε ότι του αρέσει να ακούει τη φωνή του, οι πιο συγκρατημένες ότι δεν φταίει ο Μπόρις που είναι ομιλητικός, δραστήριος και του αρέσουν τα κοινά. Έτσι κι αλλιώς, μαζί με τον αδελφό του, τον Τζο, έχουν παράδοση σε δραστηριότητες που κυκλώνουν τόσο την πολιτική όσο και τη δημοσιογραφία. Για την ακρίβεια, οι βίοι των δύο αδελφών, για αρκετό καιρό, μοιάζουν παράλληλοι. Και ο Τζον Τζόνσον εμφανίζει πλούσια πολιτική δράση με τους Συντηρητικούς και εκείνος έκανε καριέρα στον τομέα των επενδύσεων με μία θέση επικεφαλής στους Financial Times να τον περιμένει.
Βέβαια, το πέρασμα του Μπόρις από τη δημοσιογραφία ήταν μάλλον θορυβώδες, κάποτε σκανδαλώδες, γεμάτο από άρθρα που συζητιούνταν, τόσο στους “Times”, όσο και στην “Daily Telegraph”, αλλά υπήρξε από τους γραφιάδες που πάντοτε είχε τον τρόπο του να τα φέρνει βόλτα, να βγαίνει από πάνω, να χρησιμοποιεί υπέρ του τα λεκτικά ευρήματα και τους νεολογισμούς που, κατά καιρούς, γεννούσε η βρετανική επικαιρότητα.
Ακόμη κι όταν το 2004 η ζωή – και οι δημοσιογράφοι – δυσκόλεψαν σοβαρά τον Μπόρις, εκείνος κατάφερε με παροιμιώδη ευκολία να ξεγλιστρήσει από τη δύσκολη κατάσταση.
Οι New York Times θυμούνται χαρακτηριστικά εκείνο το πρωινό του 2004, όταν ο Τζόνσον έπρεπε να πιει τον καφέ του αγκαλιά με ένα πάκο tabloids, που πολύ γλαφυρά παρέθεταν μερικές ενοχλητικότατες φήμες: ότι ο Τζόνσον διατηρούσε εξωσυζυγική σχέση με γυναίκα που όχι απλώς άφησε έγκυο, αλλά πλήρωσε τόσο για την έκτρωση όσο και τη σιωπή της. Τότε, ο "Μπόρις", με τα ακατάστατα μαλλιά και τον γεμάτο ειρωνεία λόγο ήταν συντάκτης του περιοδικού “Spectator” και ενοχλητικό μέλος του βρετανικού κοινοβουλίου.
Παρά τις περί του αντιθέτου προσδοκίες, το σκάνδαλο δεν έδειξε να τον αποσυντονίζει: με αφοπλιστική άνεση – σορτς και μπαντάνα – δεν είχε διστάσει να χαρακτηρίσει την ιστορία... κουραφέξαλα, τα δημοσιεύματα αναληθή και με το πιο γοητευτικό χαμόγελο του είχε ευχηθεί στους δημοσιογράφους καλή μέρα και καλή τύχη.
Η ιστορία απέδειξε ότι ψευδόταν και ότι αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά και δεν θα ήταν και η τελευταία. Αυτό ακριβώς το σκάνδαλο είχε γίνει η αιτία για να χάσει τη θέση του ως εκπρόσωπος Τύπου του κόμματος των Συντηρητικών, αλλά ούτε αυτό είχε φανεί να τον επηρεάζει. Ειδικά, εκείνη την περίοδο φαινόταν να έχει στη φαρέτρα του ένα βέλος για κάθε αναποδιά που του εμφανιζόταν. Και κυρίως, είχε ήδη φανεί το χάρισμα του να παίζει με το θυμικό των συμπατριωτών του και να επιβάλλεται εκεί που άλλοι θα θεωρούνταν καμένα χαρτιά.
Είχε μάλιστα το θράσος να γράψει στη στήλη του στην εφημερίδα για τις αρετές που κρύβει μία απόλυση, γνωρίζοντας τι μπορεί να προκαλέσει εξίσου τον ενθουσιασμό και τη συμπόνοια του αναγνωστικού κοινού, που παραδόξως πλήρωνε για να τον διαβάσει ή πατούσε "κλικ" στα κείμενα του με το που ανέβαιναν στο διαδίκτυο.
Τελοσπάντων, ακριβώς όπως συμπεραίνει σε πρόσφατο άρθρο της και η Telegraph, ο “Mr Johnson” υπήρξε ένας καλοζωισμένος κύριος, κάποιος που ποτέ δεν κρίθηκε για την αξιοπιστία του ή για την εντιμότητα του, αλλά για αυτή τη συμπαθή γραφικότητα, κάτω από την οποία ανέλυε με μαεστρία τα πολιτικά μελλούμενα και εξύφαινε τα δικά του πολιτικά σχέδια. Οι πολίτες ήξεραν με ποιόν έχουν να κάνουν, αλλά είχε τον τρόπο του να γοητεύει τους ανθρώπους – όσο κι αν φαίνεται απίστευτο – και να ζει ανενόχλητος στο δικό του συννεφάκι φτιαγμένο από Τεφλόν, χωρίς να χρειάζεται να λογοδοτήσει επί της ουσίας για όσα έχει πει ή όσα έχει κάνει.
Αυτά μέχρι χθες.
Γιατί, αυτό που μπορεί οι βρετανοί να συγχωρούσαν, εντός δεκάδων εισαγωγικών, τότε -από τα γοητευτικά παραστρατήματα, τα ψέματα και το συχνά αστείο παρουσιαστικό του, μέχρι την απόλυτη φαιδρότητα- δεν επηρέαζε άμεσα τη ζωή τους.
Στο τώρα, ο Τζόνσον όχι μόνο πόνταρε τη σταθερότητα της χώρας σ’ ένα εξαιρετικά αμφίβολο και επικίνδυνο παιχνίδι, όχι μόνο ηγήθηκε μιας εκστρατείας που έβαλε τους πάντες σε σοβαρές περιπέτειες, αλλά και αποχώρησε, όταν η κατάσταση ξέφυγε από κάθε έλεγχο. Κανείς δεν νοιάζεται, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στις εφημερίδες του εξωτερικού, για το αν στοιχημάτισε το δικό του μέλλον στην πολιτική. (Έτσι κι αλλιώς, όλο αυτό που διαμορφώνεται τώρα στο Ηνωμένο Βασίλειο τον ξεπερνάει).
Αλλά το γεγονός, ότι κάποιος σαν αυτόν πόνταρε στο Brexit, είδε τη χώρα να εξέρχεται από την Ε.Ε και να αποσταθεροποιείται μέσα σε μια νύχτα και τελικά βγήκε από την κούρσα – με την ίδια άνεση που παλιά αποποιείτο τις ευθύνες του για ένα εξώγαμο – αφήνοντας να καθαρίσουν άλλοι όλη αυτή την ακαταστασία στην οποία συνέβαλε με τεράστια προθυμία, ναι, αυτό έχει εξοργίσει τη βρετανική κοινωνία.
Ελλιπώς προετοιμασμένος, στα όρια της ύβρεως σχεδόν, χωρίς καμία διορατικότητα για τις άμεσες συνέπειες της επιλογής του και του αποτελέσματος της κάλπης – και φυσικά εγκαταλείποντας τα περί πρωθυπουργίας όνειρα – ο Τζόνσον θεωρείται πλέον υπόλογος όχι μόνο για τα παραπάνω, αλλά και για το ότι δεν έκρυψε την ανακούφιση του, που αποχωρεί για να γλιτώσει το βάρος των ευθυνών του.
Δίχασε τους Τόρις, δημιούργησε τη μεγαλύτερη συνταγματική κρίση στη χώρα σε καιρό ειρήνης και απλώς εξαφανίστηκε
Και το χειρότερο; Ο κάποτε λαλίστατος δήμαρχος του Λονδίνου δεν έχει τολμήσει να κάνει την παραμικρή δήλωση, να δώσει κάποια συνέντευξη από τη μέρα των σοκαριστικών αποτελεσμάτων του δημοψηφίσματος.
Για έναν λάτρη του Σαίξπηρ σαν αυτόν (έχει στα σκαριά τη βιογραφία του..!) στην καλύτερη περίπτωση, όλο αυτό που συμβαίνει, είναι μία κατάσταση έμπλεη ειρωνείας.
Όπως χαρακτηριστικά γράφεται στους New York Times «κάποιος που όλη του τη ζωή συμπεριφερόταν σαν τον Φάλσταφ, απέτυχε να πείσει τους συνεργάτες του, τον εαυτό του τον ίδιο με όλον αυτόν τον χαρωπό θόρυβο και ξαφνικά κατέληξε σαν τον πρίγκιπα Χαλ» ή όπως δήλωσε ένας πολιτικός των Τόρις, ο Michael Heseltine, «είναι σαν τον στρατηγό που οδηγεί τον στρατό του στον αχό των όπλων και ακριβώς τη στιγμή που αντικρίζει το πεδίο της μάχης, το βάζει στα πόδια»...
Ο ίδιος μιλώντας στο BBC ομολόγησε ότι δεν έχει ξανασυναντήσει τέτοιον άνθρωπο στη ζωή του: «Δίχασε τους Τόρις, δημιούργησε τη μεγαλύτερη συνταγματική κρίση στη χώρα σε καιρό ειρήνης και απλώς εξαφανίστηκε», είπε.
Πρακτικά, από την προηγούμενη εβδομάδα, η οργή όσων τον στήριξαν – και μη – δεν κρύβεται. Ίσως είναι ακόμη μεγαλύτερη από αυτήν που εισέπραξε ο απερχόμενος πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον. Γιατί, όσο ο Κάμερον, επί το λαϊκότερον «έτρωγε ξύλο» επί εβδομάδες για τους χειρισμούς και την εμπλοκή του σε οικονομικά σκάνδαλα, ο Τζόνσον έμοιαζε να ανατέλλει με όλη τη δόξα ενός καλογυαλισμένου πολιτικού άστρου των Συντηρητικών.
Ουδείς – και ειδικά από τη συντηρητική πτερύγα – φαινόταν να ασχολείται με τα μονίμως αχτένιστα μαλλιά του, με την κάπως θερμοκέφαλη συμπεριφορά του, με την άνευ όρων παράδοση του στις απολαύσεις και στις περίτεχνες ρητορείες. Η γοητεία του – επιβεβαίωναν τα media – ήταν από εκείνες που σπάνια συναντούσες σε πολιτικό της Βρετανίας εδώ και χρόνια. Για μεγάλη μερίδα των Βρετανών ήταν ο “BoJo”, ή ακόμη πιο απλά και άμεσα ο «Μπόρις».
Μπορεί να ήταν κάποιος που είχε κατηγορηθεί ως δημοσιογράφος για λογοκλοπή, αλλά ok. Μπορεί να είχε απολυθεί γι’ αυτό από τους Times, αλλά ok. Μπορεί να ήταν κάποιος που είχε αναμιχθεί σε σκάνδαλα και έκλυτο, για πολιτικό άντρα, βίο, αλλά ok. Ήταν και κάποιος που μετά από όλα αυτά είχε καταφέρει όχι μόνο να τον προσλάβει η Telegraph και έντυπα, όπως το Spectator, αλλά και να υπογράφει μερικά από τα πιο επιδραστικά κείμενα. Ήταν και κάποιος που χρησιμοποιώντας όλα τα παραπάνω ως τη δική του αλήθεια είχε εκλεγεί δήμαρχος του Λονδίνου.
Γενικώς, ο Τζόνσον ήταν ο άνθρωπος που τα κατάφερνε, όποιες κι αν ήταν οι συνθήκες. Ήταν ένας μετρ της αναπλαισίωσης, κάποιος που πάντα ήξερε να γυρίζει το παιχνίδι, υπέρ του. Όχι αυτή τη φορά, όμως, και όχι στην πιο δύσκολη στιγμή στην ιστορία της Βρετανίας. Αυτό του καταλογίζουν οι πολίτες – που φυσικά έχουν το δικό τους μερίδιο ευθύνης, που πίστεψαν αυτόν που τους έβαλε, και με τα δύο χέρια, στα δύσκολα. Αλλά αυτό το έργο κάπου το έχουμε ξαναδεί.
σχόλια