«Δεν κόβω εγώ τις συντάξεις», επισημαίνει ο γερμανός υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Τα Νέα», πετώντας ουσιαστικά το μπαλάκι στις ελληνικές κυβερνήσεις για το μείγμα της πολιτικής προσαρμογής που ακολουθεί η χώρα.
Ειδικότερα, σε ερώτηση πώς διαχειρίζεται το γεγονός ότι κατά την διάρκεια της κρίσης έγινε στην Ελλάδα η προσωποποίηση του κακού, ο Σόιμπλε απαντά: «Προσπάθησα να μην επηρεαστώ καθόλου, διότι μπορώ να καταλάβω ότι στην πολιτική αντιπαράθεση είναι ευκολότερο να λες: πρέπει δυστυχώς να μειώσουμε τις συντάξεις διότι το ζητά ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών. Αυτό βέβαια δεν είναι σωστό, διότι παραπλανά τους πολίτες, που έχουν εν μέρει διαφορετική γνώμη. Δεν ξέρετε πόσοι Ελληνες μου λένε: «Έχετε απόλυτο δίκιο». Αλλά δεν μιλώ καθόλου για αυτά. Δεν θέλω να κάνω την κατάσταση δυσκολότερη».
Σε άλλη ερώτηση, για το αν οι πιστωτές δεν έχουν καμία ευθύνη για τις μειώσεις συντάξεων και την υπερφορολόγηση που ήρθαν στην Ελλάδα με το τρίτο πρόγραμμα, επισημαίνει: «Με συγχωρείτε, αλλά αυτή δεν είναι η σωστή προσέγγιση. Οι χώρες της ευρωζώνης είναι πιστωτές επειδή στην ευρωζώνη αναλάβαμε ένα μεγάλο μέρος του χρέους της Ελλάδας προκειμένου η Ελλάδα να μη βυθιστεί στη χρεοκοπία με επιτόκια 10% και πάνω, αλλά μόλις 2% περίπου. Το ελληνικό κράτος πληρώνει τόσο χαμηλά επιτόκια όσο η Γερμανία, διότι η ευρωζώνη ανέλαβε με τη δική μας εγγύηση σχεδόν το σύνολο του ελληνικού χρέους με τα ευνοϊκότερα επιτόκια που προσφέρονται αυτή τη στιγμή».
Σε άλλο σημείο της συνέντευξης, ο γερμανός υπουργός τονίζει ότι «η βοήθεια έχει νόημα μόνο όταν συνδέεται με τις προσπάθειες εξάλειψης των αιτίων. Δεν μπορεί να γίνει από τη μία ημέρα στην άλλη. Πρέπει όμως να εξαλειφθούν τα αίτια λόγω των οποίων η Ελλάδα χρειάζεται βοήθεια. Για αυτό και δεν είναι σωστό, κάποιοι στην Ελλάδα να παρουσιάζουν ότι είναι υπεύθυνοι οι ευρωπαϊκοί θεσμοί ή η γερμανική κυβέρνηση. Η επεξεργασία των μέτρων γίνεται μεταξύ των θεσμών και της ελληνικής κυβέρνησης, η οποία έχει πολλά περιθώρια να πει: είναι προτιμότερο να γίνει αυτό και όχι το άλλο».
Χαρακτηρίζει επικίνδυνο το ότι η ελληνική κυβέρνηση λέει πως δεν είναι το δικό της πρόγραμμα αλλά υποχρεώνεται να το εφαρμόσει. «Αυτό είναι επικίνδυνο, διότι μια τέτοια στάση μπορεί να οδηγήσει τους πολίτες σε παρεξήγηση σχετικά με τα αίτια. Πρόσφατα υπενθύμισα πως το κόμμα του Πρωθυπουργού κ. Τσίπρα είχε υποσχεθεί προεκλογικά ότι θα καταργούσε τα προνόμια των εφοπλιστών. Η κυβέρνηση δεν το έκανε για τους δικούς της λόγους. Είναι απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης και της Βουλής οι εφοπλιστές να προστατεύονται, αλλά να γίνονται αλλού περικοπές», σημειώνει.
Ακόμα, ο Σόιμπλε λέει ότι είναι το τελευταίο πρόγραμμα με συμμετοχή του ΔΝΤ, και τοποθετεί πιθανά μέτρα για το χρέος, αν και εφόσον χρειαστούν, στο τέλος του προγράμματος. «Μελλοντικά ίσως το χρέος καταστεί πρόβλημα για την Ελλάδα. Τότε θα πρέπει να συζητηθεί. Αλλά αν εστιαστεί τώρα η συζήτηση στο χρέος, το οποίο δεν αποτελεί πρόβλημα για τα επόμενα χρόνια, τότε ξεχνάει κανείς να κάνει αυτό που είναι αναγκαίο, δηλαδή να εφαρμόσει τις απαραίτητες για την Ελλάδα αλλαγές», υπογράμμισε. Πρόσθεσε επίσης ότι «θα φροντίσουμε να καταστεί εφικτή η πρόσβαση στις αγορές. Και όταν η ελληνική οικονομία δεν θα εξαρτάται πλέον από τη βοήθεια, θα δούμε αν και εφόσον είναι απαραίτητα περαιτέρω βήματα».
Αυτό θα γίνει το καλοκαίρι του 2018, όπως είπε, σημειώνοντας πως «αν το ΔΝΤ με τις αρνητικές του προγνώσεις δικαιωθεί, θα πρέπει η Ελλάδα να λάβει περισσότερα μέτρα στο τέλος του προγράμματος. Οι Ευρωπαίοι επίσης. Αν το ΔΝΤ δεν δικαιωθεί, όπως προβλέπει η αισιόδοξη πρόγνωση τόσο της ελληνικής κυβέρνησης όσο και των ευρωπαϊκών θεσμών, τότε δεν θα χρειαστούν. Για αυτό, ας υλοποιήσουμε το πρόγραμμα και μετά βλέπουμε, τι θα έχει επιτευχθεί».
Ερωτηθείς για τη σχέση του με τον Ευκλείδη Τσακαλώτο είπε ότι αντιμετωπίζουν ο ένας τον άλλον ανοιχτά, αποκαλύπτοντας ότι ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών του τηλεφωνεί κάποιες φορές για να ζητήσει την γνώμη του, όταν αντιμετωπίζει προβλήματα. «Αν τον ρωτήσετε, πιθανόν να σας το πει: όταν έχει προβλήματα, μερικές φορές μου τηλεφωνεί και του προσφέρω τη βοήθειά μου. Τον ρωτώ κάθε φορά τι μπορούμε να κάνουμε επιπρόσθετα πάνω και πέρα από το πρόγραμμα, για να βοηθήσουμε την επιτάχυνση της ανάπτυξης και την ενίσχυση των επενδύσεων».
Ακόμα, επιτέθηκε στον Γιάνη Βαρουφάκη για τον οποίο σχολίασε: «την αξίωση να τον πάρω σοβαρά την έχει χάσει προ πολλού».
Για τον Αλέξη Τσίπρα, ανέφερε πως «ο κ. Τσίπρας υποσχέθηκε στις εκλογές του 2015 ότι δεν θα δεχτεί κανένα πρόγραμμα. Με είχε επισκεφθεί προηγουμένως και του είπα: "Αν το υπόσχεστε προεκλογικά, πρέπει να σας ευχηθώ, για το δικό σας συμφέρον, να μην εκλεγείτε. Διότι δεν θα μπορέσετε να τηρήσετε αυτή την υπόσχεση. Η Ελλάδα δεν μπορεί να μείνει στο ευρώ χωρίς πρόγραμμα βοήθειας συνδεδεμένο με μέτρα". Το έκανε παρ' όλα αυτά, κέρδισε τις εκλογές, αλλά δεν μπόρεσε να εκπληρώσει την υπόσχεσή του. Για αυτό η Ελλάδα πέρασε ένα πικρό εξάμηνο. Αυτός ο μισός χρόνος και η πρόσθετη ζημιά που προκλήθηκε, είναι δική του ευθύνη».
Τέλος, για το ότι για τον κ. Τσίπρα είναι κατ' εξοχήν ακραίος εκφραστής του νεοφιλελευθερισμού, απαντά: «Ανοησίες. Είμαι Χριστιανοδημοκράτης. Ο κ. Τσίπρας δεν με ξέρει τόσο καλά».