«Από μικρό παιδί είχα κλήση. Η κλήση είναι να γνωρίζεις τον Χριστό και να τον αγαπήσεις. Από 8 χρονών είμαι μέσα στην εκκλησία».
Προέρχεστε από θρησκευτικό περιβάλλον; «Όχι. Μπορώ να σας πω ότι η μητέρα μου δεν ήθελε καθόλου να γίνω ιερεύς. Και όταν πήρα την απόφαση να γίνω μοναχός, μου είπε να φύγω από το σπίτι. Εγώ της είπα: “Ή θα πεις το ναι και θα είμαι κοντά σου ή θα πεις το όχι και θα είμαι για πάντα μακριά σου”».
«Στα 13 μου έφυγα από την Πάτρα όπου έμενα με τους γονείς μου για να φοιτήσω στο εκκλησιαστικό γυμνάσιο στην Καλαμάτα. Με τη μητέρα μου δεν μίλαγα τότε, δεν μ’ έπαιρνε ούτε το τηλέφωνο. Και όταν γύρναγα τις Παρασκευές στην Πάτρα, έφτιαχνε μπριζόλες. Της έλεγα ότι δεν ήθελα διότι έφαγα. Mου βάζε βέβαια το τυρί στο στόμα: “Φάε λίγο τυρί” μου έλεγε και εγώ το απέφευγα -ήταν Παρασκευή! Το έλεγα στον πνευματικό μου και μου έλεγε: “Άσε θα έρθουν στιγμές που θα καταλάβει η μητέρα σου την κλήση”. Ο πατέρας μου σεβάστηκε την επιλογή μου να πάω στο γυμνάσιο αυτό».
«3 χρόνια στην Καλαμάτα, ένιωσα ελεύθερος, δεν ήμουν κάτω από το βλέμμα της μάνας μου και του πατέρα μου, έζησα εμπειρίες προσωπικές, ένιωσα εμπειρίες θρησκευτικές και γνώρισα πιο κοντά τον Χριστό διότι πήγαινα σε μοναστήρια, μίλαγα με Πατέρες, έψελνα σε εκκλησίες, γνώρισα μοναχούς και τότε κατέληξα μέσα μου να γίνω άγαμος. Από τότε, δεν σκέφτηκα ποτέ να γίνω έγγαμος, να παντρευτώ και να κάνω οικογένεια. Όταν γύρισα από την Καλαμάτα, η μητέρα άρχισε να καταλαβαίνει ότι δε θα παντρευτώ»…
«Πολλοί συμμαθητές μου, που έγιναν μοναχοί, οι μητέρες τους τους έλεγαν : “Aν γίνεις άγαμος, δεν θέλω να σε ξαναδώ ποτέ στη ζωή μου”. Όμως για μας η μητέρα μας είναι άλλη. Ο Άγιος Ισαάκ, ο Σύριος έλεγε ότι ο πόθος, που έχει για το Χριστό, έσβησε τον πόθο γονέων, συγγενών, αδελφών».
«Πήγα εκκλησιαστικό λύκειο στην Πάτρα και μετά πέρασα στη Θεολογία. Δεν νοίκιασα σπίτι στην Αθήνα, ανεβοκατέβαινα Πάτρα- Αθήνα και έδινα μαθήματα».
«Δεν πήγα ποτέ για μπάνιο στη θάλασσα, δεν έχω πάει πότε κινηματογράφο ή θέατρο στη ζωή μου. Και δεν μου λείπει. Ποτέ δεν έμεινα στη ζωή μου χωρίς να εκκλησιαστώ. Δε γνώρισα πράγματα εγκόσμια, ο αδερφός μου μου λέγε πάντοτε να πάμε σε μια ψησταριά ή σ’ ένα club, να πάμε να πιούμε έναν καφέ... Πότε δεν πήγα -ήταν το παράπονό του».
Ερωτευτήκατε ποτέ; «Ποτέ. Και σας λέω την αλήθεια. Είχα αλλού κλήση».
Πως μπορείτε και καταπνίγετε τα σεξουαλικά ένστικτα; «Όλοι έχουμε ανάγκες -το να πηγαίνεις εναντίον της φύσης, είναι δύσκολο. Υπάρχουν καθημερινά δυσκολίες. Η μεγαλύτερη είναι να μπορείς ν’ αντισταθείς στον πειρασμό. Η προσευχή για μας τους μοναχούς είναι όπλο κατά του διαβόλου. Αγωνιζόμαστε. Οι μοναχοί όλο το 24ωρο προσεύχονται αδιαλείπτως για να μην μπαίνουν σε πειρασμό… Εμείς αφιερώνουμε τη ζωή μας στο Χριστό, έχουμε δώσει κάποιους όρκους εφ’ όρου ζωής: υπακοή, παρθενία, ακτημοσύνη. Ξέρεις, όταν οι μοναχοί πεθαίνουν, μας θάβουν αλλά όχι σε φέρετρο αλλά μας βάζουν σ’ ένα ράσο, μας ράβουν μέσα σ’ αυτό και μας βάζουν στο χώμα. Δεν παίρνουμε τίποτα κοντά μας»….
Υπήρξε κάποιο γεγονός στη ζωή σας που έστω για λίγο σας έκανε ν’ αμφισβητήσετε την ύπαρξη του Θεού; «Ποτέ. Όταν ήμουν λαϊκός, είχα πάει σ’ ένα μοναστήρι στο Άργος και ρώτησα μια γερόντισσα. “Βρε γερόντισσα, δε βαριέσαι όλη μέρα στο μοναστήρι;” και γύρισε και μου είπε “Κοίταξε παιδί μου η καλογερική έχει τις δυσκολίες της αλλά και έχει και τη γλύκα της”».
«Από το 2000 είμαι μοναχός. Το 2001 έγινα διάκονος, το 2002 πρεσβύτερος και το 2009 αρχιμανδρίτης δηλαδή ο ηγούμενος της μονής».
«Η Παναγία Καθαριώτισσα είναι η πολιούχος της νήσου της Ιθάκης. Όπου και αν πάτε στο εξωτερικό, όπου στη γη απανταχού Ιθακήσιος, σε δύσκολες στιγμές της ζωής του θ’ αναφωνήσει: “Παναγία μου, Καθαριώτισσα”. Και αυτό λέει πολλά»…
«Η μονή Καθαρών είναι παλιό μοναστήρι από το 1696, πήρε το όνομα του επειδή κάποιοι Θιακοί, λίγο πιο πέρα από εκεί που έκαιγαν τα ξερόκλαδα, σε περιοχή καθαρή, βρήκαν την εικόνα της Παναγίας και έτσι την ονόμασαν “Παναγία Καθαριώτισσα”. Η εικόνα σώζεται μέχρι σήμερα και προς τιμήν της φτιάχτηκε το μοναστήρι, είναι πολύ θαυματουργή. Και αν μου επιτρέπετε να σας πω 3 θαύματα».
Σας ακούω. «Τα θαύματα δεν τα λέμε για να πιστέψουμε ότι όντως υπάρχει Χριστός και Παναγία αλλά για να καταλάβουμε ότι μέσα στο χώρο της εκκλησίας ακόμα γίνονται θαύματα. Και μόνο η πίστη σώζει τον άνθρωπο».
Τι θαύματα; «Είχε έρθει, 9 το βράδυ, ένας κύριος, ο οποίος δεν έχει σχέση με την εκκλησία και ήταν το μοναστήρι κλειστό, μας έφερε φαγητό. Ήταν, λοιπόν, η πόρτα της μονής κλειστή και χτύπαγε, χτύπαγε, δεν άνοιγε κανείς, άφησε τη τσάντα με το φαί και έφυγε. Την άλλη μέρα το πρωί έρχεται πάλι στο μοναστήρι και μας λέει “Πατέρες, σας άφησα φαγητό, το βρήκατε;” και εμείς απαντήσαμε θετικά. Έπειτα μας ξαναρωτάει: “Χθες βράδυ που χτύπαγα, κάνατε λειτουργία; Ψέλνατε στο Ναό; Ακουγόντουσαν γυναικείες φωνές”. Tου απαντήσαμε πώς όχι και συμπεράναμε πώς ήταν η Παναγία. Και σας λέγω ότι αυτός ο άνθρωπος δεν έχει σχέση με την εκκλησία. Ένας άλλος ηλεκτρολόγος που είχε έρθει να μας επισκεφτεί στις 10 το βράδυ, μας είπε πως άκουγε μια γυναίκα μέσα στο Ναό να ψέλνει. Ήταν πάλι η Παναγία… Τα πιστεύετε τα θαύματα αυτά, Λάμπρο;
Όχι.
Γιατί;
Σας λέω την αλήθεια. Δεν με πείθουν. Εγώ δεν θέλω να σας πείσω. Απλώς σας λέω γεγονότα τα όποια μας μετέφεραν. Εσείς τι πρέπει να κάνετε για να καταλάβετε ότι υπάρχει πίστη; Να κατέβει ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός; Μια φορά κατέβηκε και άλλη μια φορά θα ξανακατέβει για να μας κρίνει. Επειδή είμαστε αμαρτωλοί γι’ αυτό δεν βλέπουμε την Παναγία και το Χριστό. Σας λέω πολλές φορές ακούσαμε χτυπιές από την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας»…
Φοβάστε μήπως μετανιώσετε για την απόφαση σας για τη μοναχική ζωή; «Ποτέ δεν μετάνιωσα. Όμως, μπορώ να σας πω αυτό: Και εμείς οι μοναχοί άνθρωποι είμαστε, την ημέρα που γινόμουν μοναχός, 10 λεπτά πριν την κουρά μου, μπήκε μέσα μου η σκέψη να τα παρατήσω όλα. Ήμουν αποφασισμένος να φύγω. Σκεφτόμουν “τώρα, τι κάνεις;” Εκείνη την ώρα ήρθε ο ηγούμενος, μου χτύπησε την πόρτα για να με πάρουν να γίνω μοναχός και τότε άλλαξα άποψη. Τήρησα την απόφαση μου για τη μοναχική ζωή. Ήταν το δεκάλεπτο του πειρασμού. Ο πατήρ Παίσιος πάλευε με το διάβολο, στον Μέγα Αντώνιο εμφανιζόταν ο διάβολος σε μορφή γυναικός. Όλοι έχουμε πειρασμούς -αυτά υπάρχουν μέσα στη ζωή».
Και όταν οι πειρασμοί έρχονται πάλι; «Έχουμε τον πνευματικό μας. Όταν έχουμε δυσκολίες, τον παίρνουμε τηλέφωνο και εκείνος προσεύχεται για μας».
Υπάρχει η άποψη ότι γίνονται μοναχοί όσοι είχαν μια αποτυχημένη ζωή πριν… «Το Άγιο Όρος έχει 2500 μοναχούς, είναι δυνατόν και οι 2500 να είναι αποτυχημένοι στη ζωή τους;»
«Εδώ και 8 χρόνια εξομολογώ. Όταν ο άνθρωπος έρχεται με συναίσθηση στο μυστήριο της εξομολόγησης και θέλει πραγματικά να εξομολογηθεί, έρχεται με δάκρυα και ταπείνωση. Εκείνη τη στιγμή ο παπάς δεν είναι μόνο πάπας αλλά και ψυχολόγος. Υπάρχουν και άνθρωποι που έρχονται να εξομολογηθούν μόνο και μόνο για να κοινωνήσουν. Έχω αρκετό κόσμο που εξομολογώ, από την Αθήνα, έχω παιδιά και από τον Έβρο. Υπάρχουν άνθρωποι που με παίρνουν στο τηλέφωνο όταν έχουν κάποιο πρόβλημα, μ’ ενημερώνουν τι τους συμβαίνουν. Εγώ εξομολογούμαι από 9 ετών. Μέχρι τώρα που είμαι 36, έχω τον ίδιο πνευματικό. Με καθοδήγησε πνευματικά, με χειροτόνησε με την έννοια ότι μου έδωσε μαρτυρία και δόξα τω Θεώ, ευγνωμονώ το Θεό που έχω πνευματικό».
Στην εξομολόγηση συμβουλεύετε ή ακούτε; «Συμβουλεύω».
Για την κατάσταση της Ελλάδας, σήμερα, τι έχετε να πείτε; «Εμείς οι Έλληνες είχαμε μάθει με τρία αμάξια, με καλοπέραση, με καλά κοσμήματα. Ίσως ο Θεός μας να επιτρέπει να γίνουν όλα αυτά διότι απομακρυνθήκαμε από την εκκλησία του Χριστού».
Ο Θεός είναι τιμωρός; «Όχι. Είναι ελεήμων, αγαθός και φιλεύσπλαχνος».
«Ο χειμώνας στο μοναστήρι είναι ωραίος. Με τη Παναγία μας και με τις προσευχές μας. Εδώ μένει ο πατέρας Θεοδόσιος, ένας δόκιμος και εγώ. Δεν είναι σκληρός ο χειμώνας στη μοναχική ζωή, σ’ αυτή την αγγελική πολιτεία».
«Στο μοναστήρι κάνουμε διακονήματα: καθαρισμός εκκλησίας, η φροντίδα του κήπου, η ξενάγηση, η φιλοξενία του κόσμου».
Τη μητέρα σας την βλέπετε; «Τώρα η μητέρα μου εξομολογείται, κοινωνάει, πιστεύει. Έρχεται εδώ και την βλέπω. Όταν θα φύγει η μητέρα μου για τον ουρανό, θα πάω στο Άγιο Όρος».
«Αγάπη είναι ν’ αγαπάς τον συνάνθρωπο σου, να μην έχεις μίσος, να μην θέλεις το κακό του άλλου».
φωτογραφίες: Λάμπρος Αραπάκος
σχόλια