Πεδίον του Άρεως, Νομική, Μεταξουργείο, είναι τα κατεξοχήν σημεία του κέντρου που έχουν μετατραπεί χρόνια τώρα σε υπαίθριες πιάτσες και ταυτόχρονα σε στέκια για εξαρτημένους χρήστες. Πρόκειται για άνδρες κυρίως αλλά και αρκετές γυναίκες, Έλληνες και αλλοεθνείς, 20-45 ετών στην πλειονότητά τους.
Πόσοι είναι; Ο αριθμός τους ποικίλλει, κάθε τόσο εμφανίζονται καινούργιοι, άλλοι πάλι εξαφανίζονται, σπανίως επειδή ξέκοψαν ή μετακόμισαν – είναι αυξημένη η θνησιμότητα των χρηστών του δρόμου, όχι τόσο λόγω υπερβολικής δόσης όσο από «παράπλευρες» λοιμώξεις. Στην τελευταία έκθεση του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγιεινής (ΕΠΙΨΥ, 2016) διαβάζω για τουλάχιστον πέντε χιλιάδες τέτοιους χρήστες κατά μέσο όρο.
Οι περίοικοι γκρινιάζουν για την υποβάθμιση της περιοχής τους, οι πιο ανυποψίαστοι περαστικοί φρικάρουν με τα «σημεία και τέρατα» που εκτυλίσσονται μπροστά στα μάτια τους, όσοι διαθέτουν ποιητικότερη φλέβα βλέπουν live τους δυστοπικούς πίνακες του Μπρίγκελ και του Μπος.
Τα πιο συντηρητικά ΜΜΕ εξαπολύουν κατά καιρούς ρουκέτες με γόμωση από ηθικό πανικό, τα πιο προοδευτικά περί άλλα προτιμούν να τυρβάζουν, αυτό το προλεταριάτο παραείναι λούμπεν, βλέπεις εδώ συχνάζουν «οι αθλιότεροι των αθλίων», όπως θα σου πουν και οι ίδιοι οι χρήστες.
Ντρέπομαι να μας βλέπει άσχετος κόσμος να τρυπιόμαστε, άλλοι δεν βρίσκουνε φλέβα και ξεβρακώνονται να ψαχτούν μπροστά σε παιδιά και ηλικιωμένους, κατάντια, ρε φίλε, αλλά μήπως νογάνε; Θολωμένα μυαλά, θολωμένες αισθήσεις...
Όσο όμως κι αν τρομάζουν τον αμέτοχο παρατηρητή, αυτές οι μικροκοινωνίες των εξαρτημένων δεν είναι παρά ψηφίδες ενός ευρύτερου «αρπαγμένου» κάδρου που μας περιλαμβάνει όλους, «τζάνκια» (ουσιών και όχι μόνο) και «καθαρούς».
Δεν είναι μόνο η ηρωίνη, είναι και η διαρκώς αυξανόμενη χρήση άλλων, ακόμα εθιστικότερων και καταστρεπτικότερων ουσιών, όπως το σίσα, το τάι, η «φρίμπα» κ.ά., που σε συνδυασμό με τη βαθιά και παρατεινόμενη κοινωνικοοικονομική κρίση δημιούργησαν αυτές τις νεότερες στρατιές εξαρτημένων.
Η έλλειψη σοβαρών πολιτικών, σύγχρονων και ικανών υποδομών –διαθέτει μεν δύο ημερήσια κέντρα άμεσης πρόσβασης το ΚΕΘΕΑ και ένα ο ΟΚΑΝΑ, μα δεν αρκούν, λειτουργούν μόνο ημέρα και δεν περιλαμβάνουν χώρους ασφαλούς χρήσης, κάτι αποπειράθηκε το 2013-14 ο ΟΚΑΝΑ με το πρόγραμμα «Οδυσσέας», αλλά επενέβη η εισαγγελία ελλείψει νομοθετικού πλαισίου– καθώς και προοπτικών επανένταξης ακόμα και για τους απεξαρτημένους, συν η γενικότερη υποβάθμιση του αθηναϊκού κέντρου δημιούργησαν πρόσφορο έδαφος γι' αυτές τις ερεβώδεις παροικίες της εξάρτησης.
Είναι φυσικά και ταξικό το θέμα ‒ σε τέτοιους χώρους συναντάς κατά κανόνα φτωχούς, άνεργους, άστεγους, περιθωριοποιημένους, κατά κανόνα με πολλά προβλήματα υγείας, από οδοντιατρικά και δερματικά μέχρι ηπατίτιδες, HIV και άλλες λοιμώξεις ή και ψυχικές διαταραχές.
Είναι οι περισσότεροι εκτός δομών και προγραμμάτων, ζουν απλώς περιμένοντας την επόμενη δόση –«η ζωή ενός τζάνκι οριοθετείται ανάμεσα στο φτιάξιμο και σε μια εξαντλητική, ανελέητη αναμονή», καθώς έγραφε ο Μπάροουζ–, που για να την εξασφαλίσουν αρκετοί επιδίδονται κατά καιρούς στη μικροδιακίνηση, τον αγοραίο έρωτα ή τη μικροεγκληματικότητα.
Ήτανε φροντιστήριο κανονικό εκείνη η περιπλάνηση στις πιάτσες με τη δράση δρόμου του Ath Checkpoint, είναι αλλιώς να φοράς έστω ένα βράδυ τα παπούτσια ενός εξαρτημένου του δρόμου μια παγωμένη χειμωνιάτικη νύχτα, να τον προσωποποιείς, να του δίνεις υπόσταση.
Γιατί οι άνθρωποι αυτοί που χαλάνε την ντελικάτη αισθητική εμάς, των καθωσπρέπει, μπορεί να μοιάζουν κάποτε με ζόμπι λόγω της αλόγιστης χρήσης, δεν είναι όμως τέρατα.
Έχει αλλάξει και η ίδια η πιάτσα, εκτός από πολυεθνική έχει γίνει σκληρότερη και αγριότερη. Παλιά, άντε να 'πεφτε κάνα χαστούκι, τώρα βγαίνουνε μαχαίρια για 5 ευρώ διαφορά.
Αν τους πλησιάσεις ειλικρινά, ισότιμα και με σεβασμό, μιλώντας στη γλώσσα τους, θα σε αποδεχτούν, θα σε εμπιστευτούν, θα σε ακούσουν και θα σου ανοιχτούν, όσοι τουλάχιστον διατηρούν ειρμό και συνείδηση – και, ναι, έχει σημασία να μπορεί κανείς να δει τα πράγματα και από τη δική τους σκοπιά, να τα μεταφέρει με τα δικά τους λόγια.
Ο συνομιλητής μου, άστεγος χρήστης ηρωίνης με «έδρα» τη Νομική, με σκέψη δουλεμένη και ματιά καθαρή, παρά τη χρόνια εξάρτησή του, είναι από τους ελάχιστους που δέχτηκαν ή ήταν σε θέση να πουν δυο-τρία ουσιώδη πράγματα από εκείνα, λέει, που πάντα ήθελε να πει δημόσια, άσχετα με το αν για ευνόητους λόγους απέφευγε να το κάνει επώνυμα ή να φωτογραφηθεί.
«Γιάννη πες πως με λένε, είμαι 47 χρονών, την ηρωίνη την πίνω από τα 18 μου και βρίσκομαι σε κατάσταση εξάρτησης αρκετά χρόνια τώρα. Έπινα κι άλλα, όμως με την "παραμύθα" ήταν που κόλλησα. Πώς την ξεκίνησα τώρα τι το θες, πώς θα γίνει να ξεκόψω είναι το ζήτημα, το ζυμώνω μέσα μου καιρό, πρέπει να το κάνω, το ξέρω.
Ναι, συχνάζω εδώ γιατί εδώ έρχονται οι φίλοι, οι "άκρες", οι έτσι, οι αλλιώς. Πού αλλού να πάω εξάλλου, άστεγος είμαι χρόνια τώρα και η καβάτζα μου, εδώ παραπάνω. Τον χώρο της οποίας τον καθαρίζω κιόλας καθημερινά με χλωρίνη, για μένα καταρχάς αλλά και γιατί δεν θέλω να δίνω δικαιώματα για κανέναν λόγο.
Άνεργος είμαι πολλά χρόνια τώρα, αλλά δεν γουστάρω τη ζητιανιά, βγαίνω και πουλάω στιλό και χαρτομάντιλα. Ούτε σχέση έχω ερωτική, σόλο είμαι γιατί πώς να ανταποκριθώ έτσι στις απαιτήσεις ενός ζευγαριού, εύκολο είναι; Να βρω πάλι καμιά τελειωμένη να ενώσουμε μιζέριες; Άλλοι το κάνουνε, εμένα δεν μου πάει.
Κοίτα να δεις, ούτε εμένα μου αρέσει αυτό που γίνεται εδώ σε δημόσια θέα. Εγώ δεν κάνω τέτοια, ντρέπομαι να μας βλέπει άσχετος κόσμος να τρυπιόμαστε, άλλοι δεν βρίσκουνε φλέβα και ξεβρακώνονται να ψαχτούν μπροστά σε παιδιά και ηλικιωμένους, κατάντια, ρε φίλε, αλλά μήπως νογάνε; Θολωμένα μυαλά, θολωμένες αισθήσεις...
Πες μου, έπειτα, πού αλλού να πάμε, καταφύγια για μας τους χρήστες, ειδικά τους άστεγους, σαν την αφεντιά μου, δεν υπάρχουν. Είμαστε εδώ χάμω γιατί εδώ μας πετάξανε. Όχι πως είναι και το χειρότερο μέρος, είναι σχετικά κυριλέ η πιάτσα στη Νομική, το Πεδίο ή το Μεταξουργείο είναι πιο χαρντκορίλα.
Όχι, δεν ξέρω γιατί "επιλέχτηκαν" αυτά τα μέρη. Για να τα υποβαθμίσουν ώστε να αγοράσουν ύστερα κάποιοι λεφτάδες ακίνητα μισοτιμής, για να έχουν να κατηγορούν το πανεπιστημιακό άβατο εδώ στη Νομική, πολλά ακούγονται. Βασικά, δεν ξέρουν τι να μας κάνουν και ούτε τους ενδιαφέρει κάτι άλλο πέρα από το να μας έχουνε κάπου μαζεμένους για να μας ελέγχουν καλύτερα.
Τα πράγματα σήμερα είναι περίεργα στο θέμα της εξάρτησης. Αφενός καλύτερα για τον μέσο χρήστη, αφού υπάρχουν πια πολλά προγράμματα απεξάρτησης και δράσεις δρόμου που τον στηρίζουν, αφετέρου χειρότερα, κατά μία έννοια, γιατί τα υποκατάστατα ειδικά ανακουφίζουν μεν, αλλά απλώς μετατρέπουν το πρόβλημα σε χρόνιο ‒ δεν μπαίνει ο άλλος εύκολα στο τριπ να ξεκόψει οριστικά, αφού μπορεί έτσι να συντηρεί μια κατάσταση.
Έπειτα, όταν ξεκίνησα εγώ την πρέζα ήξερα μόνο πρεζάκια, τώρα πολύς κόσμος πίνει σίσα και ό,τι άλλο μπορείς να φανταστείς, πράγματα που και τοξικότερα είναι και σε καταστρέφουν με γρήγορο ρυθμό. Είναι και το θέμα της υγείας.
Ευτυχώς, με τις δωρεάν σύριγγες και τα προφυλακτικά που μας μοιράζουν περιορίζεται ο κίνδυνος από τα μεταδιδόμενα, υπάρχει και κάποια ενημέρωση, πολλά παιδιά προσέχουν πια περισσότερο. Ε, τώρα, άμα ο άλλος είναι τελείως στα αποτέτοια του, με συμπαθάς κιόλα, δεν σώνεται.
Έχει αλλάξει, όμως, ξέρεις, και η ίδια η πιάτσα, εκτός από πολυεθνική έχει γίνει σκληρότερη και αγριότερη. Παλιά, άντε να 'πεφτε κάνα χαστούκι, τώρα βγαίνουνε μαχαίρια για 5 ευρώ διαφορά. Οι φτηνές χημείες σε κάνουν πιο ακοινώνητο, πιο βίαιο, πιο αναίσθητο. Σήμερα δεν σέβονται καν τη χαρμάνα σου, κανείς δεν θα σε κεράσει στην ανάγκη, ακόμα κι αν σε βλέπει να τρέμεις από το στερητικό και να χέζεσαι πάνω σου.
Ήξερα κάποτε ανθρώπους που, παρότι πρεζάκια, είχανε φιλότιμο και μπέσα. Ελάχιστα τέτοια άτομα συναντάς πια, όλοι κοιτάνε πώς θα σου κάνουνε τη στραβή, άσε.
Ναι, το θυμάμαι από παλιά το σύνθημα "οι μπάτσοι πουλάνε την ηρωίνη" και, ναι, σε έναν βαθμό σίγουρα ισχύει με την έννοια ότι ακόμα κι αν δεν την εμπορεύονται απευθείας, παίζουνε τον δικό τους ρόλο στο κύκλωμα. Όλα συμφωνημένα είναι, η καταστολή έχει, βλέπεις, πολλά ποδάρια.
Είχα δει παλιότερα αστυνομικό με μηχανή να σταματά και να την πέφτει σε κάτι βαποράκια ξένους εκεί στην Κάνιγγος. Δεν τους συνέλαβε, απλώς έριξε στον έναν μια κουτουλιά με το κράνος, του πήρε κάτι κι έφυγε, τρέχα γύρευε τώρα τι ακριβώς συνέβη.
Είναι και το άλλο, βλέπεις, ότι δηλαδή ο νόμος χρειάζεται τον παράνομο για να δικαιολογεί την ύπαρξή του, άρα από τη μια τον διώκει, από την άλλη τον συντηρεί. Όχι, δεν μας ενοχλούν ιδιαίτερα πια εμάς τους απλούς χρήστες, εμείς κάνουμε τη δουλειά μας, αυτοί τη δική τους. Φυσικά δεν είναι όλοι το ίδιο, έτυχε μάλιστα να με γλιτώσουν αστυνομικοί της ΔΙΑΣ από κάτι τύπους που πήγανε να με φερμάρουνε τις προάλλες.
Από τα υπάρχοντα προγράμματα, νομίζω πως τα καλύτερα είναι όσα εφαρμόζουν ψυχοθεραπευτική προσέγγιση. Έχω παρακολουθήσει παλιότερα τέτοιες συνεδρίες κι έχω βοηθηθεί αρκετά, άσχετα με το αν δεν έχω βρει ακόμα το κουράγιο να σταματήσω τη χρήση.
Υπάρχουν βέβαια φορείς και προγράμματα που απλώς θέλουν να μαζεύουνε κόσμο για να κρατάνε καρέκλες. Είναι μεγάλο βλέπεις το γρανάζι της πρέζας, πιάνει από ντίλερ και φαρμακοβιομηχάνους μέχρι ανθρώπους της εξουσίας. Οι χρήστες είμαστε ο τελευταίος τροχός.
Φταίμε φυσικά κι εμείς, παραμυθιάζουμε τον εαυτό μας εύκολα, αλλά τον πείθουμε δύσκολα. Θέλει πείσμα, φιλότιμο και πολλή δύναμη να ξεφύγεις. Κατά βάθος, ξέρεις, αρέσει σε πολλούς από μας να μας λυπούνται, να φαινόμαστε θύματα, ανήμποροι και κακομοίρηδες, να κατηγορούμε πάντα για τη φάση μας τους απέξω.
Ναι, πολλοί και πολλά μπορούν να σε ρίξουν στην πρέζα ή την όποια ουσία, ας ξεκινήσουμε όμως με το πόσο ευθυνόμαστε εμείς που την αφήσαμε να μας πάρει σκλαβάκια!
Είναι, ξέρεις, η πρώτη φορά που μιλάω δημόσια για όλα αυτά, ήθελα όμως να τα πω καιρό τώρα και στους δικούς μου και στους απέξω. Μη νομίζεις ότι είναι λόγια της μαστούρας, ξενέρωτος είμαι, τώρα θα πάω να την πιω» μου κάνει, χαιρετώντας με. Απομακρύνεται γοργά, η «ώρα του stuff» έχει σημάνει, τη δύναμη να την αγνοήσει ακόμα την ψάχνει, τουλάχιστον όμως εξασφάλισε κι απόψε σύριγγα αποστειρωμένη και την ελπίδα ότι κάτι πρόσφερε η μαρτυρία του, στον εαυτό του τον ίδιο καταρχάς.
Η μαρτυρία ενός ακτιβιστή δράσης δρόμου
Ο Νίκος Φιτσιάλος, υπεύθυνος δράσεων δρόμου του Athens Checkpoint, είναι πέντε χρόνια στον δρόμο, επιτελώντας με τους συνεργάτες του ένα λειτούργημα ανεκτίμητο.
«Ελάχιστοι απ' όσους φτάνουν τόσο χαμηλά καταφέρνουν να ξαναβγούν στην επιφάνεια απεξαρτημένοι, έστω κι ένας όμως να ξεφύγει, είναι νίκη μεγάλη» μου λέει το νέο αυτό παιδί που ξοδεύει πολλά βράδια κάθε μήνα με τα τζάνκια της πόλης, μοιράζοντας καθαρές σύριγγες, προφυλακτικά, οδηγίες, συμβουλές, αγκαλιές και κουράγιο, με τα πρόσωπα των ωφελούμενων να φωτίζονται κάθε που βλέπουν το όχημα της αποστολής ‒ δεν είναι δα πολλοί οι εθελοντές που τολμάνε δράσεις πεδίου σε τόσο ακραίες συνθήκες.
Όμως ο Νίκος τη γνωρίζει την πιάτσα από πρώτο χέρι, οπότε έχει όχι μόνο γνώσεις και επικοινωνιακό τάλαντο αλλά και το δρομίσιο βίωμα. Όχι, δεν κινδύνευσε ποτέ και η προκατάληψη που εισέπραττε αρχικά γρήγορα παραμερίστηκε.
Τα κύρια προβλήματα που διαπιστώνει είναι α) η απουσία δομών για χρήστες χωρίς κριτήρια καθώς και κέντρων άμεσης πρόσβασης για τις δύσκολες βραδινές ώρες, β) η ανυπαρξία χώρων ελεγχόμενης χρήσης, όπως σε πολλές ευρωπαϊκές μητροπόλεις, που και σημείο αναφοράς θα ήταν και θα περιόριζε πολύ τόσο την «ορατότητα» των χρηστών όσο και το ρίσκο μιας λοίμωξης, κάτι σημαντικό όχι μόνο για την υγεία του χρήστη αλλά και για τη δημόσια υγεία γενικότερα, γ) η πολυχρησία συχνά άγνωστης ταυτότητας ουσιών, δ) η επιδημιολογική έξαρση του HIV ανάμεσα στους χρήστες που συνέβη μεν την περίοδο 2011-12, αλλά τώρα «βγαίνει» και ε) η πολυπαραγοντικότητα ενός ζητήματος όπου εμπλέκονται άστεγοι (οι μισοί περίπου χρήστες δρόμου), άνεργοι, οροθετικοί, εκδιδόμενα άτομα κ.λπ.
Προτείνει στενότερη και ουσιαστικότερη συνεργασία μεταξύ δομών, ΜΚΟ και των λοιπών φορέων που δραστηριοποιούνται στο πεδίο, γενικευμένη παροχή ιατρικής φροντίδας έστω με... δόλωμα, όπως έκανε το πρόγραμμα «Αριστοτέλης» το '12, δίνοντας 5 ευρώ σε κάθε χρήστη που προσερχόταν να εξεταστεί, παρεμβάσεις με ανθρώπινο πρόσωπο που να μιλούν απευθείας στον κάθε εξαρτημένο χωριστά, δίχως ισοπεδωτικές γενικεύσεις ή περιττές ηθικολογίες.
Οι εθελοντές δράσης πεδίου δεν ενθαρρύνουν βεβαίως τη χρήση, ούτε όμως τη δαιμονοποιούν, θεωρώντας την προσωπική υπόθεση. Είναι εκεί για να βοηθήσουν να γίνει σε κάθε περίπτωση το πλέον σωστό. Ο ίδιος προσπαθεί να προσεγγίζει τον κάθε χρήστη χώρια, από τη δική του μεριά και όχι από εκείνη του «ειδικού», του απέξω, να μοιραστεί την εικόνα που ο χρήστης έχει εντός του για τον κόσμο και όχι το αντίθετο.
Ναι, τον ενθουσιάζει η δουλειά αυτή με όλες της τις αντιξοότητες, ναι, υπάρχει ανταπόκριση, παίρνουν στροφές κάποια μυαλά, τουλάχιστον ως προς το κομμάτι της ασφαλούς χρήσης και της υγιεινής.
Πιστεύει ότι έτσι προσφέρει στους ωφελούμενους, στο κοινωνικό σύνολο καθώς και στον ίδιο του τον εαυτό καταρχάς, ανεξάρτητα από το ότι «ποτέ δεν είναι αρκετό», ότι συχνά «κουτουλάει» σε τοίχους, όχι μόνο ανθρώπινους αλλά κυρίως και αρχικώς συστημικούς, από τον αστυνομικό με τον υπερβάλλοντα ζήλο και το ασθενοφόρο που ποτέ δεν θα σπεύσει για έναν εξαρτημένο μέχρι τον κακό γιατρό που θα κοιτάξει πώς θα ξεφορτωθεί έναν ασθενή χρήστη, αντί να τον βοηθήσει. Και είναι αυτοί ακριβώς οι τοίχοι που τον πεισμώνουν, λέει, περισσότερο.
σχόλια