Ο φετινός, πολύ σκοτεινός χειμώνας που πλήττει την βορειοδυτική Ευρώπη όχι απλά δεν αγγίζει την Ελλάδα αλλά ενδεχομένως σημαίνει και καλά νέα για τον καιρό στη χώρα μας, εξηγεί, μιλώντας στο LIFO.gr, ο διευθυντής ερευνών στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, μετεωρολόγος Κώστας Λαγουβάρδος.
Μπορεί η βορειοδυτική Ευρώπη να διανύει τον δεύτερο πιο σκοτεινό χειμώνα στην ιστορία των μετεωρολογικών καταγραφών (λόγω των παρατεταμένων νεφώσεων και καταιγίδων) αλλά ο καιρός είναι διαχρονικά «αντίστροφος» στην ανατολική, από τη δυτική Ευρώπη, μας εξηγεί ο κ. Λαγουβάρδος.
Έτσι, δεν αποκλείεται ο δικός μας χειμώνας, όταν ολοκληρωθεί στις 21 Μαρτίου, «να αποδειχθεί πιο φωτεινός ακόμα από το συνηθισμένο».
Το Lifo.gr επικοινώνησε για ένα σχόλιο και με τη μαθηματικό - μετεωρολόγο της ΕΜΥ και ειδική στη διαχείριση Φυσικών Καταστροφών, Αναστασία Παπακρίβου, που μας έστειλε ενδεικτικά στοιχεία από 9 πόλεις της Ελλάδας.
Όπως παρατηρούμε στο σχεδιάγραμμα με τις ώρες χειμερινής ηλιοφάνειας σε 9 πόλεις της Ελλάδας, από την 1η Δεκεμβρίου έως τις 20 Ιανουαρίου, μόνο τρεις από αυτές δέχτηκαν λιγότερο φως από τον μέσο όρο.
Έτσι, την μεγαλύτερη πτώση της τάξεως του 20% (από τα στοιχεία που είναι διαθέσιμα) παρατηρούμε στην Καλαμάτα ενώ πιο σκοτεινός ήταν ο χειμώνας στην Ανδραβίδα.
«Όταν στη χώρα μας αναφερόμαστε σε μείωση της ηλιοφάνειας κατά 20% περίπου όπως συμβαίνει στον Μετεωρολογικό Σταθμό της Καλαμάτας στον οποίο μετρήσαμε 207 ώρες ήλιου αντί για τις 269 που καταγράφηκαν πέρυσι, είναι κάτι πολύ διαφορετικό από μια αντίστοιχη μείωση σε μια περιοχή της βόρειας Ευρώπης», σχολιάζει η κα Παπακρίβου.
Όταν όλον τον Δεκέμβριο στο Ελσίνκι καταγράφονται κατά μέσο όρο περίπου 30 ώρες ηλιοφάνειας, «εύκολα αντιλαμβανόμαστε ότι η μείωση κατά 20% είναι σημαντική», προσθέτει.
Όταν στις πρωτεύουσες της δυτικής Ευρώπης σημειώνονται χαμηλά βαρομετρικά με καταιγίδες και θερμοκρασίες κάτω του μέσου όρου, στη νοτιοανατολική Ευρώπη εμφανίζονται, αντίθετα, ηπιότερα φαινόμενα από το αναμενόμενο, λέει στο LIFO.gr o κ. Λαγουβάρδος.
Αυτό βέβαια δεν είναι πάντα προς το «συμφέρον» μας, καθώς λειτουργεί αμφίδρομα.
Έτσι, ενώ τις τελευταίες ημέρες έχουμε θερμοκρασίες κάτω του μέσου όρου στην Αθήνα (8˚C), το Παρίσι «απολαμβάνει» υψηλότερο υδράργυρο από τον δικό του μέσο όρο, στους 9˚C και το Λονδίνο είναι επίσης πιο ζεστό από το σύνηθες, στους 10˚C.
Τα τελευταία χρόνια ωστόσο παρατηρείται μία σταθερή άνοδος της θερμοκρασίας σε παγκόσμια κλίμακα, όλες τις εποχές του χρόνου και η εικόνα δεν είναι διαφορετική για τη χώρα μας.
Ο σταθμός του Θησείου, ο παλιότερος των Βαλκανίων, που καταγράφει θερμοκρασίες από το 1890, επαληθεύει τα αναμενόμενα: με εξαίρεση τον Ιανουάριο του 2017, όλοι οι υπόλοιποι μήνες του έτους ήταν πιο θερμοί, έως και 2˚C πάνω από τον μέσο όρο.
Η γενική άνοδος της θερμοκρασίας είναι δεδομένη, σχολιάζει ο κ. Λαγουβάρδος, υπογραμμίζοντας ωστόσο πως οι συνέπειές της δεν είναι απαραίτητα «καθολικά αρνητικές», αφού αρκετές καλλιέργειες ευνοούνται από το ηπιότερο κλίμα του χειμώνα.
Τους θερμούς χειμώνες γίνεται και σημαντική οικονομία στο ρεύμα και τα καύσιμα για θέρμανση αν και, όπως μας λέει ο κ. Λαγουβάρδος, αυτή η οικονομία «δεν σώζει» την ατμόσφαιρα από τους ρύπους, καθώς αφορά σε ένα απειροελάχιστο ποσοστό εκπομπών συγκριτικά με τις εκπομπές από τα αυτοκίνητα και τη βιομηχανία.
Τα πιο θερμά καλοκαίρια όμως κατά ομολογία μια δυσοίωνη εξέλιξη, αφού η παρατεταμένη ξηρασία ευνοεί τις πυρκαγιές και διαταράσσει μακροχρόνιες ισορροπίες στα οικοσυστήματα.
«Η διαφορά των δύο βαθμών Κελσίου μπορεί να φαίνεται μικρή αλλά είναι τεράστια», ξεκαθαρίζει ο διευθυντής Ερευνών στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών υπενθυμίζοντας μας το προφανές: το Κλίμα αλλάζει χωρίς επιστροφή.
σχόλια