κοψε το χορτο... φιλικα..
15.5.2018 | 21:19
ΓΙΑ ΟΣΑ ΔΕΝ ΜΙΛΑΩ
Σου γράφω. Είναι Παρασκευή. Άναψα τσιγάρο. Λυπήθηκα. Έχω μόνο ένα σκέφτηκα. Δεν θα μου φτάσει. Έχω τόσα να γράψω. Βάζω μουσική. Θα βρέξει. Θα μυρίσει πάλι μελαγχολία σκέφτομαι. Μ’ αρέσει αυτή η μυρωδιά σκέφτομαι. Με θυμίζει, μου μοιάζει. Την είδες πολλές φορές στα μάτια μου. Σου είπα δεν είχα τίποτα εκείνη την μέρα. Ήθελα να μείνω μόνη μου. Εκείνο το βράδυ ήθελα να γυρίσω μόνη σπίτι. «Δεν θα καταφέρεις τίποτα μόνη σου» είπες. Έφυγα. Περπάτησα λίγο μήπως και με βρω. Για μια στιγμή ένιωσα ότι με είχα χάσει. Θόλωσα. Με βρήκα. Δεν μου πήρε πολύ αυτή τη φόρα. Κοίταξα πίσω. Είχα περπατήσει πολύ και εσύ ήσουν μια μικρή μαύρη κουκίδα. Δεν κατάλαβες. Δεν κατάλαβες γιατί έφυγα, γιατί πάντα φεύγω. Φεύγω για να με βρω. Φεύγω γιατί με χάνω κι αυτό πάντα μου κόστιζε. Μου κόστιζε πιο πολύ από το να χάνω ανθρώπους. Δεν μου κόλλαγε ύπνος εκείνο το βράδυ. Ρώτησα τον εαυτό μου πόσο μ’ αγαπάει. Μου απάντησε πολύ, πιο πολύ από χθες. Δεν νύσταζε ούτε κι αυτός κι έτσι τον ρώτησα και κάτι ακόμη. Γιατί ποτέ δεν υπήρξε κάτι να με κρατήσει; Να με κρατήσει από το να φύγω; Τι κάνω λάθος; Τι κάνουν λάθος; Πως είναι να αγαπάς; Να πονάς από αγάπη; Τι χρώμα έχει ο έρωτας; Χωράω μέσα σε τόσα συναισθήματα; Δεν πήρα απάντηση. Μου έκλεισε τα μάτια και το μόνο που είπε ήταν «Θυμήσου». Ήρθαν στο μυαλό μου εικόνες ανθρώπων που είχαν ξεχαστεί, με αναγνώρισαν, μου μίλησαν για όσα τους πήρα και τους έδωσα, για αυτά που γκρέμισα, για όλα εκείνα που άφησαν πίσω τους, όπως και εγώ. Τους άκουσα όλους μα δεν είπα τίποτα. Έπρεπε απλά να τους ακούσω. Και καθώς τους άκουγα σκεφτόμουν πόσο μου λείπω. Όχι μέσα σε αυτές τις στιγμές, ούτε μαζί με αυτούς τους ανθρώπους. Δεν μου έλειπε ο έρωτας, δεν μου έλειπε το γνώριμο τέλος που είχα βαρεθεί να προετοιμάζω τον εαυτό μου για να ρίχνει αυλαία. Δεν μου έλειπαν αγκαλιές από αντρικά χέρια, ούτε το σεξ μετά από καυγά. Εγώ μου έλειπα. Μου έλειπα έτσι όπως ποτέ δεν με έχω δει, με τον άνθρωπο που ακόμα δεν έχω γνωρίσει. Μου έλειπε αυτός που θα ήμουν εγώ ολόκληρη, αυτός που θα με άφηνε να είμαι εγώ. Που θα με βρίσκω στο φιλί του, στο τρόπο που με κοιτάει, στην τρέλα του, στον τρόπο που με ηρεμεί, στις γραμμές του προσώπου του όταν ξυπνάει το πρωί. Που θα μπορώ να με βρίσκω κι όχι να με χάνω. Μόνο τότε είμαι καλά, μόνο τότε θα έχουν ουσία όσα γράφω, οι στίχοι των τραγουδιών και οι νύχτες που δεν μπορώ να κοιμηθώ. Μα δεν τον περιμένω, απλά καμιά φορά τον σκέφτομαι και αφήνω την φαντασία μου να του δώσει σχήμα και μέχρι εκεί. Και κάπως έτσι με μαθαίνω. Μέσα από καταστάσεις, δυσκολίες, ανθρώπινες σχέσεις δεν με νοιάζει πες το όπως θες. Και τώρα αρχίζω και καταλαβαίνω γιατί τίποτα δεν με κρατάει, αφού πάντα η ανάγκη μου να φύγω ήταν μεγαλύτερη από το να μείνω και να δω την συνέχεια, γιατί ακόμα δυσκολεύομαι να πω όσα νιώθω όταν δεν είμαι σίγουρη γι’ αυτά τα σκιρτήματα που μου προκαλείς, γιατί ακόμα δεν είμαι σίγουρη αν είσαι εσύ και αν είμαι εγώ. Άνοιξα τα μάτια μου. Μου έφτιαξα καφέ. Μου είπα καλημέρα. Κοίταξα γύρω μου είδα ό,τι είχα. Είδα εμένα στον καθρέφτη. Είπα Ευχαριστώ κι έφυγα!
1