«Η ΓΛΥΦΑΔΑ ΚΑΙ Η ΒΟΥΛΑ θα γίνουν η νέα Κυανή Ακτή» προβλέπει η «Καθημερινή» τον Σεπτέμβριο του 1954, δημοσιεύοντας τα σχέδια ενός ευρύτερου ρυθμιστικού προγράμματος αναμόρφωσης του λεκανοπεδίου Αθηνών, με αιχμή την αξιοποίηση των ακτών της Αττικής, ένα «όραμα» πολιτικών, επιχειρηματιών και πολεοδόμων ήδη από τη δεκαετία του ’20 (!). Αναβολή στην αναβολή, διαφωνία στη διαφωνία, πολιτική (ή και πολιτειακή) κρίση στην πολιτική κρίση, πόλεμο στον πόλεμο, τα πράγματα θα πάρουν μια σειρά τη δεκαετία του ’50, όταν η αναπτυξιακή μηχανή της χώρας αρχίζει και παίρνει μπροστά, ενώ ταυτόχρονα ανατέλλει το άστρο του Κωνσταντίνου Καραμανλή (αρχικά ως υπουργού Δημοσίων Έργων, στη συνέχεια ως πρωθυπουργού).
Μέχρι τότε, οι τουριστικές υποδομές της χώρας, αλλά και της Αττικής ειδικότερα, ήταν υποτυπώδεις. Το Χίλτον δεν έχει ακόμα χτιστεί, ούτε το Μont Parnes, ενώ είμαστε μακριά και από την εποχή των «Ξενία». Η συγγραφέας του τόμου Ο κόσμος του Εμμανουήλ Βουρέκα (εκδόσεις Μέλισσα) και ερευνήτρια της ελληνικής αρχιτεκτονικής Μάρω Καρδαμίτση-Αδάμη θυμάται στο παραπάνω βιβλίο ποια ήταν η (στενόχωρη) κατάσταση των αθηναϊκών πλαζ πριν από το «θαύμα» που έφεραν τα Αστέρια στη Γλυφάδα, το καλοκαίρι του 1957. «Μια στενόμακρη σειρά καμπίνες, αφρόντιστες, συχνά βρόμικες, κολλημένες στον βράχο της ακτής και μπροστά μια στενή λωρίδα άμμου» σημειώνει η κυρία Αδάμη, φέρνοντας στο μυαλό της την παραλία του Μπάτη στο Παλαιό Φάληρο, που έως τότε θεωρούνταν η καλύτερη πλαζ της Αθήνας.
Η «επανάσταση» ξεκινά με την Ακτή Γλυφάδας. Συνεργάτες αρχιτέκτονες, οι Εμμανουήλ Βουρέκας, Αντώνης Γεωργιάδης και Κωνσταντίνος Δεκαβάλλας. Η διαμόρφωση της ακτής περιλαμβάνει τα αποδυτήρια, ξενοδοχειακό συγκρότημα από bungalows και εγκαταστάσεις ψυχαγωγίας. Το συγκρότημα των bungalows εξυπηρετείται από δική του είσοδο και από χωριστή, ανεξάρτητη πλαζ. Ένα εστιατόριο-χορευτικό κέντρο τοποθετείται στην άκρη της περιοχής προς την Αθήνα, όσο το δυνατόν πιο μακριά από το ξενοδοχειακό συγκρότημα, ώστε να ενοχλεί ελάχιστα και να μπορεί να λειτουργεί ανεξάρτητα. Εκεί θα δώσει η ΧΕΝ τον Ιούλιο του 1957 τον «μεγαλύτερο μεταπολεμικό χορό της Αθήνας». «Το Μόντε Κάρλο στ’ Αστέρια» θα γράψουν οι «Εικόνες». Δύο χιλιάδες άνθρωποι, ο αφρός της καλής αθηναϊκής κοινωνίας. «Ο Σαρωνικός άστραψε από τέχνη, ομορφιά, πλούτο, φήμη και κέφι». Τρία χρόνια μετά τα εγκαίνια της πλαζ της Γλυφάδας, ο φακός των «Εικόνων» φωτογραφίζει την οργανωμένη παραλία γεμάτη κόσμο και ζωή: «Μια πλαζ που θαυμάζουν και ζηλεύουν ακόμα και οι ξένοι. Η Αθήνα παίρνει το θαλασσινό μπάνιο της με άνεση, με χαρά και ευγένεια». Οι εγκαταστάσεις των Αστεριών στη Γλυφάδα είναι η πρώτη εφαρμογή οργανωμένου λουτρικού και τουριστικού συγκροτήματος στη μεταπολεμική Ελλάδα. Πρόκειται για πρωτοποριακό έργο, πρότυπο για όλες τις μεταγενέστερες αντίστοιχες οργανωμένες πλαζ της χώρας. Θα ακολουθήσουν οι παραλίες της Βουλιαγμένης, η Ωκεανίδα, το Καβούρι και πολλές περισσότερες παραλλαγές στην Αττική και σε όλη την Ελλάδα. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για το πιστοποιητικό εισόδου της χώρας σε μία νέα εποχή εκσυγχρονισμού και ευημερίας, ύστερα από αλλεπάλληλους πολέμους και καταστροφές. Οι πλαζ της Γλυφάδας και της Βουλιαγμένης αποτυπώνουν ένα κλίμα αισιοδοξίας για το μέλλον και το συναντάμε και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες την ίδια εποχή. Oι περισσότεροι από εμάς δεν το ζήσαμε, αλλά πέρασε στο DNA μας μέσα από τις ελληνικές ταινίες της δεκαετίας του ’60, με τη Μάρθα Καραγιάννη, τον Κώστα Βουτσά και πολλούς άλλους. Η Αθήνα ανακαλύπτει το beach culture και μετά το καλοκαίρι του 1957 τίποτα δεν θα είναι το ίδιο. Οι «Εικόνες» το γνωρίζουν πολύ καλά.
σχόλια