Τέτοιοι άνθρωποι δυστυχως υπάρχουν παντού, όχι μόνο στη Μύκονο/Ελλάδα. Κάτι μου λέει ότι ο συγκεκριμένος με τον ίδιο τρόπο θα φέρεται και στους υπαλλήλους του ασχέτως εθνικότητας.
6.9.2018 | 19:17
Ανταπόκριση από το Νησί των Ανέμων, των Λευκών Σπιτιών και της Μαύρης, Κατάμαυρης Εργασίας.
Απόγευμα Τρίτης. Είμαι σε ένα γνωστό καφέ-μπαρ της Μικρής Βενετίας, Μύκονο. Οι υπάλληλοι πιτσιρικάδες, κουκλιά, δύο αγόρια, δύο κορίτσια, όλοι από Βουλγαρία. Το αφεντικό Ελληνάρας, τύπος που μόνο σε μπουζούκια Εθνικής Οδού θα περίμενες να δεις. Έπινα το ποτό μου, απολάμβανα ηλιοβασίλεμα, λίγες έγνοιες στο μυαλό και τότε μπήκε στο μαγαζί ένας συνάνθρωπος μας, 40άρης, Πακιστανός ή Αφγανός, ας πούμε Πακιστανός, με μουστάκι που είχε αρχίσει να γκριζάρει και δύο μαύρα μάτια χαρακτηριστικά των ανθρώπων από αυτές τις κατατρεγμένες περιοχές του Πλανήτη. Πλησίασε φοβισμένα, δειλά, σχεδόν απολογητικά (αν και περισσότερο έμοιαζε με πρόβατο σε σφαγή) το αφεντικό-Ελληνάρα που καθόταν στο μπαρ και έπινε το ουίσκι του. Το αφεντικό-Ελληνάρας του λέει: -Τι θες; -Εγώ δουλειά, εδώ; -Ουστ σήκω φύγε από δω μέσα βρωμιάρη, θα μου διώξεις τον κόσμο! -... [ο συνάνθρωπός μας Πακιστανός, ακίνητος σαν άγαλμα τον κοιτάει, τα μάτια υγρά πάντα και δε μετακινείται, πιθανότατα δεν είχε καταλάβει καν τί απάντηση του είχε δώσει ο Ελληνάρας-boss] -Φύγε είπα μη σε πλακώσω, έξω!!! Ο συνάνθρωπός μας Πακιστανός κάνει μεταβολή και φεύγει σχεδόν σέρνοντας τα πόδια του και βγαίνει έξω από το παραδεισένιο αυτό μαγαζί της Μυκόνου, έξω πάλι στα σοκάκια να συνεχίσει αυτή την τόσο διδακτική περιπλάνησή του... Με έπιασε το στομάχι μου. Μου ήρθε αναγούλα. Αισθάνθηκα χάλια που καθόμουν κι έπινα το ποτό μου αμέριμνος, που μάλιστα είχα δεχθεί και κέρασμα από το boss-Ελληνάρα (βλέπεις εγώ είμαι Έλληνας-μη χέσω-με ευρώ στην τσέπη να ξοδέψω στο κωλομάγαζό του)...απέναντί μου από τη μπάρα ήταν ο καθρέφτης του μπαρ, κοιτάχτηκα και ένιωσα ντροπή, οργή, αλλά και απορία και τελικά ένα κενό. Σηκώθηκα κι έφυγα τρέχοντας να προλάβω το συνάνθρωπό μας με τα υγρά μάτια, να του μιλήσω, μια-δυό κουβέντες, να του δώσω κουράγιο, να τον ρωτήσω τί οικογένεια, γυναίκα, παιδιά, μάνα, πατέρα άφησε πίσω για να βρεθεί στην κουκίδα που λέγεται Μύκονος και να ξεφτιλίζεται για να μπορέσει να βγάλει μερικά ευρώ. Αλλά πιο πολύ ήθελα να νιώσει ότι δεν είναι μόνος του από τη μια μεριά και οι άλλοι εμείς απέναντι. Οι Ελληναράδες είναι απέναντί του. Οι συνάνθρωποι είμαστε δίπλα του. Δυστυχώς δεν τον βρήκα στα σοκάκια. Ελπίζω να μην είχε κρυφτεί σε καμιά γωνία από τη ντροπή και την απογοήτευση. Φίλε μου, όπου και να είσαι, ελπίζω να βρήκες δουλειά, έστω και "μαύρη", και σου εύχομαι ό,τι καλύτερο. Εύχομαι να ξεχάσεις γρήγορα αυτές τις συμπεριφόρες. Προσωπικά δε θα ξεχάσω ποτέ τα υγρά, απορημένα, παραπονεμένα και κουρασμένα μάτια σου. Να είσαι καλά. Α.Ν.
3