Γιατί έχει γίνει τόσο ακριβό να ζούμε στην πόλη μας; Ποιοι είναι οι παράγοντες που έχουν καταστήσει τη στέγαση ένα από τα σημαντικότερα παγκόσμια προβλήματα; Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Κατοικίας (World Habitat Day, 7 Οκτωβρίου), το φετινό CineDoc κάνει πρεμιέρα με το «Push», το νέο ντοκιμαντέρ του πολυβραβευμένου Σουηδού σκηνοθέτη Fredrik Gertten με θέμα τις αγορές ακινήτων και την ασφυκτική πίεση που δέχονται οι κάτοικοι να εγκαταλείψουν τις ίδιες τους πόλεις.
Από τη Βαρκελώνη ως το Βερολίνο, το Τορόντο και τη Σεούλ, ο πολυβραβευμένος σκηνοθέτης Fredrik Gertten ερευνά πώς οι τιμές των ακινήτων σημειώνουν εκρηκτική άνοδο, εκτοπίζοντας τους κατοίκους από τις ίδιες τους τις πόλεις. Ένα επίκαιρο ντοκιμαντέρ για την απρόσωπη αγορά ακινήτων και τον αγώνα που δίνουν ομάδες πολιτών για να διατηρήσουν τις πόλεις τους ζωντανές.
Ανάμεσα στις πόλεις που έχουν εδραιωθεί πλέον στον διεθνή τουριστικό χάρτη είναι και η Αθήνα. Με αφορμή την προβολή του ντοκιμαντέρ «Push» εξετάζουμε το φαινόμενο της στεγαστικής κρίσης που πλήττει πολλές περιοχές της πρωτεύουσας, καθώς και το πώς έχουν αλλάξει σημαντικά οι ισορροπίες στην αγορά κατοικίας.
Μοναχικοί ταξιδιώτες, ζευγάρια ή παρέες τουριστών με έναν μικρό αθηναϊκό χάρτη, μια βαλίτσα κι ένα κινητό στο χέρι αναζητούν σε εισόδους πολυκατοικιών το διαμέρισμα που έχουν κλείσει από το Διαδίκτυο. Την ίδια στιγμή, ο θόρυβος από τα μηχανήματα που εργάζονται για τις ανακαινίσεις των παλιών διαμερισμάτων επικρατεί παντού. Πρόκειται για τις πιο συνηθισμένες εικόνες που συναντά κανείς σήμερα σε κεντρικούς δρόμους της Αθήνας.
Η μεταβολή των τουριστικών τάσεων, η αλματώδης αύξηση των επισκεπτών, η οικονομία της ψηφιακής πλατφόρμας, η εύκολη μετακίνηση, τo Airbnb και η χρήση των ηλεκτρονικών εφαρμογών έχουν επηρεάσει ήδη καταλυτικά την ανθρωπογεωγραφία της πρωτεύουσας και έχουν συμβάλει στον «εξευγενισμό» (gentrification) πολλών κεντρικών περιοχών της Αθήνας.
Η μεταβολή των τουριστικών τάσεων, η αλματώδης αύξηση των επισκεπτών, η οικονομία της ψηφιακής πλατφόρμας, η εύκολη μετακίνηση, τo Airbnb και η χρήση των ηλεκτρονικών εφαρμογών έχουν επηρεάσει ήδη καταλυτικά την ανθρωπογεωγραφία της πρωτεύουσας και έχουν συμβάλει στον «εξευγενισμό» (gentrification) πολλών κεντρικών περιοχών της Αθήνας.
Το φαινόμενο του εξευγενισμού είναι απόρροια είτε της επίδρασης του διεθνούς ανταγωνισμού που κυριαρχεί στην παγκόσμια οικονομία είτε παραγόντων που σχετίζονται με ατομικές επιλογές και προσωπικές προτιμήσεις.
Στη λογική αυτή η οργάνωση του δημόσιου και ιδιωτικού χώρου εξαρτάται άμεσα από την τουριστική βιομηχανία, εξού και τα τελευταία χρόνια ολοένα και συχνότερα παρατηρούνται αξιοσημείωτες μεταβολές στην αθηναϊκή μητρόπολη. Είναι προφανές ότι ο καταναλωτισμός καθορίζει και επηρεάζει πλέον το αστικό περιβάλλον. Άμεση συνέπεια αυτής της τάσης είναι η εμπορευματοποίηση της στέγασης, αφού σταδιακά τα χαμηλότερα οικονομικά στρώματα αναγκάζονται να εγκαταλείψουν την περιοχή στην οποία διαμένουν, μη μπορώντας να αντεπεξέλθουν στις αυξανόμενες τιμές των ενοικίων.
Αν σταθούμε στα τελευταία στατιστικά στοιχεία, θα δούμε ότι το ανοδικό τουριστικό σερί συνεχίζεται, ενώ μόνο το τελευταίο οκτάμηνο η συνολική επιβατική κίνηση σημείωσε άνοδο 6,7%, τη στιγμή που τα έσοδα προσέγγισαν τα 17 δισ. ευρώ. Το τουριστικό κύμα αναδιάρθρωσε πολλές περιοχές της πόλης, ενίσχυσε τη δυναμική διαμόρφωσης εμπορικών και ψυχαγωγικών δραστηριοτήτων και μετασχημάτισε την καθημερινότητα σε ολόκληρες γειτονιές.
Στο παρελθόν, ιδιαίτερα τις δεκαετίες του '90 και του '00, διάφορες περιοχές της Αθήνας, όπως του Ψυρρή, το Γκάζι και η Πλάκα, γνώρισαν έναν μεσαίας κλίμακας εξευγενισμό, ο οποίος όμως παρέμεινε ανολοκλήρωτος εξαιτίας της οικονομικής κρίσης που ξεκίνησε το 2008. Στη διάρκεια των ετών της οικονομικής κρίσης, οι τιμές των ακινήτων υπέστησαν καθίζηση σε ποσοστό που άγγιζε το 40% στις κατοικίες και το 30% στα γραφεία, όπως διαβάσαμε στην πρόσφατη έκθεση της Alpha Bank. Ωστόσο, αυτή η κάμψη, σε συνδυασμό με τη μαζική οικιστική εγκατάλειψη και την υψηλή φορολογία, αποτέλεσε πρόσφορο έδαφος προκειμένου το κέντρο και οι όμορες περιοχές να αποκτήσουν αργότερα νέα δυναμική.
Αυτό το διάστημα η πρωτεύουσα βίωσε μια τουριστική άνθηση από την οποία προέκυψαν ποικίλες διακυμάνσεις στην αστική γεωγραφία της πόλης. Σταδιακά, άλλαξε η φυσιογνωμία πολλών περιοχών, μικρής κλίμακας εμπορικές και βιοτεχνικές χρήσεις που παραδοσιακά επιβίωναν σε κεντρικές γειτονιές της πόλης εκτοπίστηκαν και αντικαταστάθηκαν από μεγαλύτερης κλίμακας εμπορικές χρήσεις προκειμένου να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των νεοεισερχόμενων κατοίκων, ενώ ο κοινωνικός και οικονομικός πυρήνας πολυάριθμων συνοικιών επηρεάστηκε, είτε θετικά είτε αρνητικά.
Κολωνάκι, Εξάρχεια, εμπορικό τρίγωνο, Αμπελόκηποι, Κουκάκι, Κυψέλη, Μεταξουργείο, Νέος Κόσμος, Πετράλωνα και Παγκράτι είναι μερικές από τις περιοχές στις οποίες παρατηρείται το φαινόμενο των βραχυχρόνιων μισθώσεων και έχουν υποστεί δομικές αλλαγές σε κοινωνικό επίπεδο.
Ένα αντιπροσωπευτικό παράδειγμα είναι το Κουκάκι, το οποίο έχει εξελιχθεί σε πρότυπο αστικής αναγέννησης, σε μια συνοικία που βρίσκεται σε διαρκή αναβρασμό και κινητικότητα. Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο ότι χαρακτηρίζεται ως το «success story» της Αθήνας. Πέρα από τη γειτνίαση με τον μνημειακό πλούτο, συναντάμε μεσαίες και μεγάλες ξενοδοχειακές επενδύσεις, hostels, self service laundries, καταστήματα με τουριστικά είδη, μποέμ καφέ, στυλάτα μπαρ και προσεγμένα εστιατόρια, τα οποία εμπλουτίζουν τον πολεοδομικό χάρτη της περιοχής. Αναμφίβολα, η τουριστική ανάπτυξη οφείλεται στο γεγονός ότι το Κουκάκι προσφέρει στον σύγχρονο ταξιδιώτη αυθεντικές εμπειρίες, όπως και τη δυνατότητα να αφουγκραστεί την πόλη σε κομβικά σημεία ενδιαφέροντος, αξιοθέατα και μυστικές τοποθεσίες.
Αντιθέτως, πολλοί μόνιμοι κάτοικοι αναφέρονται σε αυτό ως ένα τουριστικό γκέτο που δεν διαθέτει καν τις βασικές υποδομές. Έτσι, οι αυξημένες τιμές των ενοικίων, η εισροή επενδυτικού κεφαλαίου και η άνοδος των αντικειμενικών αξιών έχουν οδηγήσει στον εκτοπισμό παλαιότερων κατοίκων, στην αξιοποίηση των ιδιόκτητων διαμερισμάτων για εξοικονόμηση κέρδους καθώς και στην υπερ-συγκέντρωση δραστηριοτήτων ψυχαγωγίας και διασκέδασης.
Ενδεικτικό, επίσης, είναι και το παράδειγμα της πολύβουης λεωφόρου Συγγρού, η οποία αποτελεί ένα μείγμα εξωστρέφειας, τουρισμού και καινοτομίας. Ο σύγχρονος αυτοκινητόδρομος ταχείας κυκλοφορίας ήταν για πολλά χρόνια ένας κακόφημος δρόμος. Οίκοι ανοχής, «πιάτσα», κέντρα διασκέδασης, παραβατικές συμπεριφορές αλλά και «λουκέτα» συνέθεταν μια γνώριμη εικόνα. Ωστόσο, εδώ και λίγο καιρό η λεωφόρος έχει μεταβληθεί σε ένα νέο σημείο αναφοράς, με προοπτικές για πολλαπλούς μετασχηματισμούς. Νέα πολυτελή ξενοδοχεία που συνδυάζουν τη μεγαλοπρεπή αρχιτεκτονική με το πρωτοποριακό design, εντυπωσιακά γραφεία ιδιωτικών εταιρειών, κινηματογράφοι, μουσικές σκηνές, ιατρικά κέντρα αλλά και ιδρύματα, όπως το Ευγενίδειο, ή πανεπιστήμια, όπως το Πάντειο, συμβάλλουν στη συνεχή ανανέωση του πληθυσμού της περιοχής.
Η γειτνίασή της με ιστορικούς αρχαιολογικούς χώρους, με περιοχές σαν το Κουκάκι, τη Νέα Σμύρνη και την Καλλιθέα ‒καθεμία με το δικό της προφίλ‒, αλλά και η ανάπλαση του Φαληρικού Όρμου όπως και της αθηναϊκής Ριβιέρας, συμβάλλουν στην αναγέννηση της κεντρικής αρτηρίας που συνδέει την πόλη με τη θάλασσα, το αστικό με το κλασικό και το παρελθόν με το μέλλον. Συνεπώς, η Συγγρού έχει μεταβληθεί σε μια αστική λεωφόρο δημόσιας επικοινωνίας, στην οποία ανθούν ο συνεδριακός τουρισμός, ο πολιτισμός, η γαστρονομία, η οικονομία της ψηφιακής πλατφόρμας, η σύγχρονη αρχιτεκτονική και η επιχειρηματικότητα.
Επιπλέον, η Κυψέλη, που θεωρείται η πιο πολύχρωμη και πολυπολιτισμική γειτονιά της Αθήνας, επιστρέφει σταδιακά στις μέρες της παλιάς της δόξας. Τα χρόνια της οικονομικής κρίσης η πυκνοκατοικημένη συνοικία είχε συνδέσει το όνομά της με εικόνες εγκατάλειψης, παραμέλησης και αδιαφορίας. Όμως, το τελευταίο διάστημα μικρές ή μεγάλες ψηφίδες την έχουν μετατρέψει σε μια περιοχή διαρκούς κινητικότητας. Αρκετοί επιστρέφουν από τα προάστια και ανακαινίζουν τα παλιά τους σπίτια, ενώ οι περισσότεροι κάτοικοι θα σου πουν πως η Κυψέλη ζωντανεύει ξανά, διαθέτοντας σημεία στα οποία «χτυπά» και πάλι ο παλμός της πόλης.
Ενδεικτικά, ο θρυλικός πεζόδρομος της Φωκίωνος Νέγρη και η πλατεία Αγίου Γεωργίου έχουν κερδίσει το στοίχημα της διασκέδασης και της ψυχαγωγίας. Κάπως έτσι η Κυψέλη έχει αναπτύξει μια νέα δυναμική, η οποία, σε συνδυασμό με την επικείμενη κατασκευή σταθμών του μετρό, αναμένεται να απογειώσει την περιοχή.
Αναμφισβήτητα, η τουριστική ροή ανεβαίνει, οι δρόμοι ζωντανεύουν, η κινητικότητα αυξάνεται, οι νέες αφίξεις πολλαπλασιάζονται και απόρροια όλων αυτών είναι η αστική αναζωογόνηση και η τόνωση της αθηναϊκής αισθητικής, στοιχεία που σηματοδοτούν τη γέννηση νέων γειτονιών.
Η Airbnb διαμορφώνει πλέον και μια νέα τάση μέσα από την αξιοποίηση παλιών, άδειων και ερειπωμένων κτιρίων της πόλης. Εδώ και λίγο καιρό στο κέντρο της Αθήνας εγκαταλελειμμένα κτίσματα μετατρέπονται, με τη βοήθεια μεγάλων αρχιτεκτονικών γραφείων, σε mini ξενοδοχεία, στοχεύοντας στην καθημερινή περιήγηση επισκεπτών στο αστικό τοπίο.
Όμως, σύμφωνα με ειδικούς στον χώρο της κτηματαγοράς, ειδικά το Airbnb έχει εξελιχθεί σε μεγάλο «βραχνά» για τους ενοικιαστές, είτε γιατί δεν μπορούν να βρουν εύκολα σπίτι είτε γιατί οι μακροχρόνιες μισθώσεις αποτελούν παρελθόν. Είναι προφανές ότι η ηλεκτρονική πλατφόρμα μίσθωσης των ακινήτων έχει επιφέρει μετάλλαξη στον πολεοδομικό χάρτη. Για πολλούς παραμένει μια σημαντική πηγή εισοδήματος, για άλλους όμως αποδεικνύεται ένα αξεπέραστο εμπόδιο όσον αφορά την εύρεση κατοικίας. Από τη μια είναι ο τεράστιος τζίρος από τις βραχυχρόνιες μισθώσεις, που ξεπερνά τα 800 εκατομμύρια ευρώ, και από την άλλη το αδιέξοδο πολλών ενοικιαστών, οι οποίοι έρχονται αντιμέτωποι με τη διαδικασία της έξωσης.
Μόνο στο κέντρο της πρωτεύουσας οι καταχωρίσεις ακινήτων στην Airbnb αγγίζουν τις 6.500 και εντοπίζονται σε κομβικές περιοχές της πόλης, όπως το Κουκάκι, το Μεταξουργείο, ο Κεραμεικός και το Θησείο. Μάλιστα, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις κατά τις οποίες οι ενοικιαστές βρέθηκαν από τη μία στιγμή στην άλλη στον δρόμο, καθώς υπέστησαν έξωση προκειμένου οι ιδιοκτήτες να μετατρέψουν τα διαμερίσματά τους σε Airbnb. Ενδεικτικά, ο αριθμός των ακινήτων που συμπεριλαμβάνονται στην ηλεκτρονική πλατφόρμα Airbnb ξεπερνά τα 50.000 πανελλαδικά, με μέση τιμή διανυκτέρευσης τα 55 ευρώ και το ετήσιο κέρδος να φτάνει τα 3.300 ευρώ. Όσον αφορά το ιστορικό κέντρο της Αθήνας, ο αριθμός των ακινήτων μόνο στην Airbnb αγγίζει τα 1.100 και το μέσο εκτιμώμενο μηνιαίο εισόδημα ξεπερνά τα 1.000 ευρώ.
Δεδομένης της αύξησης των τιμών ενοικίασης και της έλλειψης επαρκούς αριθμού διαθέσιμων ακινήτων, το ενδιαφέρον έχει αρχίσει να μετατοπίζεται σε άλλα σημεία, κοντινά σε δημοφιλείς προορισμούς, όπως το Παγκράτι, τα Εξάρχεια, το Μετς, το Μεταξουργείο, οι Αμπελόκηποι, ο Κεραμεικός και το Γκάζι.
Επιπλέον, έχουμε και την εμφάνιση εταιρειών που μισθώνουν, ανακαινίζουν και αξιοποιούν κατοικίες αλλά και εγκαταλελειμμένα κτίρια, ενώ καταλυτική είναι η επιρροή του προγράμματος «Χρυσή Βίζα», μέσω του οποίου πολλοί επενδυτές, εξασφαλίζοντας άδεια διαμονής στην Ελλάδα, αποκτούν τη δυνατότητα να ταξιδέψουν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες που συμμετέχουν στη Συνθήκη Σένγκεν, ώστε να δραστηριοποιηθούν επιχειρηματικά.
Αξιοποιώντας όχι μόνο κατοικίες αλλά και επαγγελματικά κτίρια, διαμορφώνουν ένα νέο σκηνικό στον κοινωνικό χάρτη της Αθήνας. Στη χώρα μας την πρώτη θέση στη χορήγηση της βίζας έχουν οι Κινέζοι και ακολουθούν οι Ρώσοι και οι Τούρκοι. Χαρακτηριστικά είναι τα στοιχεία του οργανισμού Enterprise Greece, από τα οποία διαπιστώνουμε ότι κατά το προηγούμενο έτος δόθηκαν σε επενδυτές-αγοραστές ακινήτων από την Κίνα περισσότερες από 1.000 άδειες παραμονής, ενώ ο συνολικός αριθμός αδειών από το 2013 έχει ξεπεράσει τις 2.500. Επιπρόσθετα, τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης δείχνουν ότι η απόδοση του συγκεκριμένου προγράμματος έχει ξεπεράσει το 1 δισ., ενώ μελλοντικά προβλέπεται να αυξηθεί.
Σχετικά με την επιχειρηματική δραστηριότητα, η Airbnb διαμορφώνει πλέον και μια νέα τάση μέσα από την αξιοποίηση παλιών, άδειων και ερειπωμένων κτιρίων της πόλης. Εδώ και λίγο καιρό στο κέντρο της Αθήνας εγκαταλελειμμένα κτίσματα μετατρέπονται, με τη βοήθεια μεγάλων αρχιτεκτονικών γραφείων, σε mini ξενοδοχεία, στοχεύοντας στην καθημερινή περιήγηση επισκεπτών στο αστικό τοπίο. Ακόμα και σε οικοδομήματα όπου στεγάζονται γραφεία εταιρειών διαπιστώνει κανείς ότι στους δύο τελευταίους ορόφους υπάρχουν διαμερίσματα που μισθώνονται από την Airbnb.
Κατά συνέπεια, δίνει ένα επιπλέον κίνητρο ώστε η πόλη να μην αντιμετωπίζεται μόνον ως πεδίο αναψυχής αλλά και ως χώρος κατοίκησης από ανθρώπους που θέλουν να αποκτήσουν μια βιωματική σχέση με την Αθήνα, μαγειρεύοντας, ψωνίζοντας, αγαπώντας τελικά την πόλη σε όλα τα επίπεδα.
Eπίσης, αν εστιάσουμε στο εμπορικό τρίγωνο, θα διακρίνουμε ότι η κύρια κατοικία σχεδόν απουσιάζει ως χρήση, ενώ πολλές μικρές επιχειρήσεις κλείνουν, μη μπορώντας να αντέξουν στον ανταγωνισμό της αγοράς. Τα εμπορικά καταστήματα και οι μικρές βιοτεχνίες μετατρέπονται σε μπαρ, καφετέριες και εστιατόρια, δίνοντας κατ' αυτόν τον τρόπο μερικές ευκαιρίες μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας.
Η κατακόρυφη ανάπτυξη της οικονομίας του διαμοιρασμού, η αύξηση των ενοικίων, η έλλειψη διαθέσιμων ακινήτων, το αίσθημα ανασφάλειας, ο θόρυβος και οι δικαστικές προσφυγές συνθέτουν τη νέα πραγματικότητα σε μια Αθήνα που πλέον συγκαταλέγεται στις δεκαπέντε πιο ελκυστικές πόλεις πανευρωπαϊκά. Η επιτακτική ανάγκη της διαχείρισης του υπερ-τουρισμού, του αθέμιτου ανταγωνισμού και η θέσπιση ρυθμίσεων εκ μέρους της ελληνικής πολιτείας βρίσκονται διαρκώς στην ημερήσια διάταξη, προκειμένου να μην αυξηθούν περαιτέρω οι κοινωνικο-οικονομικές ανισότητες.
Ο τουρισμός ως ανάπτυξη ή ως πρόβλημα; Λόγος ή αντίλογος υπέρ του εξευγενισμού ιστορικών συνοικιών; Η Αθήνα ως ένας σημαντικός υπερ-τοπικός πόλος αναψυχής ή ως μια πόλη μη βιώσιμη για τους κατοίκους;
Προφανώς, βρισκόμαστε στο σημείο της αναζήτησης ενός νέου κοινωνικού νοήματος ως μέρους μιας παγκόσμιας οικονομίας. Ωστόσο, το μόνο σίγουρο είναι πως το δικαίωμα για αξιοπρεπή στέγαση πρέπει να περιφρουρηθεί.
Info
Αυτό τον Οκτώβριο το CineDoc επιστρέφει στις κινηματογραφικές αίθουσες της Αθήνας και πέντε ακόμα ελληνικών πόλεων (Θεσσαλονίκη, Βόλος, Πάτρα, Αμαλιάδα και Καλαμάτα) με ένα συναρπαστικό πρόγραμμα 15 ταινιών: https://www.cinedoc.gr/
Push
Fredrik Gertten, 92', Σουηδία 2019
Επίσημο trailer: https://vimeo.com/359507999
Προβολές: Τετάρτη 9 Οκτωβρίου, 20:00, Γαλλικό Ινστιτούτο, Σίνα 31 / Σάββατο 12 & Κυριακή 13 Οκτωβρίου, 16:00, Κινηματογράφος Δαναός, λεωφ. Κηφισίας 109 / Κυριακή 20 Οκτωβρίου, 16:00, Κινηματογράφος Ααβόρα.