Ζωγράφος, χαράκτης, σχεδιαστής, ο Tomas Watson είναι ένας πολλάκις βραβευμένος καλλιτέχνης από το Ηνωμένο Βασίλειο, που ζει και εργάζεται όλα αυτά τα χρόνια σε ένα μοναδικό νεοκλασικό στο Θησείο. Έχει περάσει τη μισή του ζωή εδώ, επιλέγοντας να ζει σε μια σχετική αφάνεια, απολαμβάνοντας διακριτικά την τυχαία γνωριμία με τους ανθρώπους και τα ιδιαίτερα μέρη της Ελλάδας.
Τον Tomas Watson τον γνώρισα τυχαία μέσω ενός κοινού γνωστού σε ένα καφέ, κάποιο χαλαρό βράδυ του Οκτώβρη. Χαμογελαστός και ευδιάθετος, δεν μου άφησε περιθώρια να μην τον συμπαθήσω αμέσως. Την επομένη επισκέφτηκα το εργαστήριό του στο κέντρο της Αθήνας.
Ένα παλιό νεοκλασικό, φωτεινό γεμάτο πίνακες, πινέλα, χρώματα, δίσκους, βιβλία, καμβάδες και όποιον άλλο θησαυρό μπορεί να κρύβει ένας ζωγράφος. «Καλωσήρθες» είπε με θέρμη ο Τomas και μου πρόσφερε ένα ποτήρι τσάι. Εγώ εκστασιασμένη τον ακολουθούσα, ενώ με ξεναγούσε και ταυτόχρονα κουβεντιάζαμε.
Οι Έλληνες καλλιτέχνες παρατηρώ ότι έχουν πολλή ενέργεια και δημιουργικότητα, αλλά νιώθω ότι υπάρχει φόβος, ανασφάλεια, αμφισβήτηση, δεν πιστεύουν στον εαυτό τους. Είναι δύσκολο να ζήσει άνετα ένας ζωγράφος, όπου και να βρίσκεται, αλλά πρέπει να πιστεύει αυτό που κάνει.
«Είμαι ένας παραστατικός καλλιτέχνης, με μοντέρνα αισθητική» παραδέχτηκε, επιβεβαιώνοντάς μου αυτό που αναδεικνύεται αβίαστα στους φωτεινούς του πίνακες. Κάθε πίνακας απλός και συνάμα πλούσιος από καθημερινά στοιχεία, που με έναν υπέροχο τρόπο έχουν μετατραπεί σε ποιητικά, εντάσσοντάς σε στο παρόν μιας σκηνής που δεν θες να διαταράξεις. Γυμνά σώματα, ζεστά τοπία, πρόσωπα καθημερινά υπαρκτά, πλάτες γυρισμένες προς τον ορίζοντα, περίεργες αυτοπροσωπογραφίες. Λίγο κόκκινο, λίγο μπλε, πολύ φως. Αν και δεν υπάρχουν συγκεκριμένες θεωρίες ή μηνύματα, υπάρχει λεπτός και προσεγμένος συμβολισμός στα διαφορετικά ζωγραφικά έργα του Watson.
Συνεχίσαμε την κουβέντα καθώς περιφερόμασταν ανάμεσά τους. Αυτή είναι η ζωή του, όπως μου την αφηγήθηκε.
Γεννήθηκα το 1971, στην Αγγλία, σε ένα μικρό παραθαλάσσιο χωριό στο Σάσεξ. Μετακομίζαμε συνέχεια τότε λόγω της δουλειάς του πατέρα μου – ήταν καθηγητής πανεπιστημίου και συγγραφέας. Έχω τρεις μικρότερες αδελφές. Όταν ήμασταν μικροί η κυριακάτικη εκδρομή ήταν σε μουσεία ή βιβλιοπωλεία, θυμάμαι. Τώρα πλέον όλοι μας ασχολούμαστε με κάτι καλλιτεχνικό. Εγώ έγινα ζωγράφος.
Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, ζωγράφιζα. Στην τάξη πάντα ήμουν πρώτος στη ζωγραφική. Ωστόσο δεν πιστεύω ότι έχω «ταλέντο», που λέμε. Δεν πιστεύω στο ταλέντο. Αυτό που πιστεύω είναι ότι αν αγαπάς αρκετά κάτι, δεν σταματάς μέχρι να γίνεις αυτό που θέλεις, αλλά με τις κατάλληλες σπουδές, γνώση και σκληρή δουλειά.
Στα 17 μου, όταν τελείωσα το λύκειο, είχα πουλήσει ήδη τον πρώτο μου πίνακα σε έναν καθηγητή μου. Τότε, λοιπόν, γνώρισα έναν επαγγελματία ζωγράφο, τον David Blackburn, ο οποίος πίστεψε σ' εμένα και δουλέψαμε μαζί για δύο χρόνια. Συγχρόνως, έκανα μαθήματα για να μπω στο πανεπιστήμιο UCL. Παρ' όλα αυτά, οι ώρες με τον David ήταν καθοριστικές για τη μετέπειτα καριέρα μου. Εκείνος μου έμαθε πώς να κοιτάζω το καθετί με το μάτι του ζωγράφου, πώς να κάνω τις μετρήσεις, πώς να σχεδιάζω. Μου έμαθε να σέβομαι τον χρόνο του άλλου και τον δικό μου και, φυσικά, να έχω πειθαρχία στη δουλειά μου.
Μπήκα στο Slade School of Fine Art – είναι η Οξφόρδη για τις καλλιτεχνικές σπουδές και εισάγονται 24 άτομα κάθε χρόνο. Ήμουν εκεί την περίοδο 1990-1994, χρονιές που σπούδαζαν ο Justin Mortimer, η Cecily Brown και ο James Lloyd, με τους οποίους ακόμα ανταλλάζουμε απόψεις. Τα κατάφερα με πολλή προσπάθεια και όταν σπούδαζα στο Slade έκανα συγχρόνως και έναν χρόνο Ανατομία.
Στην Ελλάδα ήρθα για πρώτη φορά το 1994. Μου είχε δοθεί υποτροφία της κυβέρνησης υπό την αιγίδα της Σχολής Καλών Τεχνών. Έτσι, έφυγα από την Αγγλία και ήρθα. Από τότε δεν επέστρεψα. Αποφάσισα να μείνω εδώ. Η υποτροφία ήταν για 8 μήνες αρχικά και τότε έμενα στην Αστυπάλαια. Έπειτα για άλλους 10 μήνες στη Νίσυρο.
Όλοι στην Αγγλία θαυμάζουν το φως της Ελλάδας. Αυτό και η ποιότητα των σκιών με τράβηξαν εδώ. Το φως της Ελλάδας είναι το πιο σημαντικό στοιχείο της δουλειάς και της ζωής μου. Δεν υπάρχει αυτή η διαύγεια πουθενά αλλού. Το ελληνικό φως με κάνει να νιώθω ότι βλέπω τα πράγματα για πρώτη φορά και την ομορφιά μέσα σε αυτά. Ο πρώτος πίνακας που ζωγράφισα στην Ελλάδα ήταν ένα τοπίο της Αστυπάλαιας που, αν θυμάμαι καλά, το αγόρασε ο διευθυντής φωτογραφίας του σκηνοθέτη Θόδωρου Αγγελόπουλου.
Πλέον είμαι 49 χρονών και έχω ζήσει την Ελλάδα από τα 23 μου. Έχω μείνει για αρκετό καιρό στα νησιά της. Αστυπάλαια, Νίσυρος, Άνδρος, Λέσβος και Αθήνα: έχω ζήσει πάνω από τη μισή ζωή μου εδώ. Δεν θυμάμαι πώς είναι η ζωή αλλού και δεν με ενδιαφέρει. Η οικογένειά μου συνεχίζει να μένει στην Αγγλία και η μεγάλη γκαλερί με την οποία συνεργάζομαι είναι στο Λονδίνο, αλλά το σπίτι μου είναι η Ελλάδα.
Εδώ ερωτεύτηκα την απλότητα της ζωής των νησιών, την ηρεμία, την απίστευτη ομορφιά και τα χρώματα της φύσης. Όταν έμαθα να οδηγώ (στην Άνδρο), ο δάσκαλος μου έλεγε συνέχεια: «Μη βιάζεσαι!». Μου αρέσει αυτή η φράση. Στα νησιά βλέπεις την αγνή φύση του ανθρώπου, με τα καλά και τα κακά του. Είναι σαν το ακαλλιέργητο τοπίο. Νιώθω πολύ τυχερός που απόλαυσα τα νησιά και τα χρόνια εκεί πριν από τη ραγδαία αύξηση του τουρισμού και της τεχνολογίας. Θυμάμαι, στη Νίσυρο μιλούσα με τη μητέρα μου μία φορά την εβδομάδα από το μόνο τηλέφωνο που υπήρχε, στο καφενείο του χωριού!
Ζωγραφίζω πολύ, αλλά η δουλειά μου δεν είναι πάντα προσοδοφόρα. Έχω δουλέψει και σε άλλες δουλειές για να βιοπορίζομαι. Στην κοινότητα κυρίως, στα Νικιά και στη Νίσυρο. Ασβέστωνα τους δρόμους, μάζευα τα σκουπίδια. Μια φορά είπα στον εαυτό μου ότι θα προσπαθούσα να δω αν μπορώ να ζήσω χωρίς να ζωγραφίζω και αποφάσισα να σταματήσω. Άντεξα δέκα μέρες! Αυτό είναι το μόνο που με τραβάει στη ζωή και από τότε δεν έχω σταματήσει. Είναι ωραίο όταν ακούω κάποιον να μου λέει ότι ένας πίνακάς μου τον άγγιξε, αλλά δεν είναι ο λόγος που κάνω αυτό που κάνω.
Απ' όλα τα μέρη όπου έχω ζήσει, το Σίγρι της Λέσβου είναι το αγαπημένο μου. Μου θυμίζει τα νησιά που πρωτογνώρισα όταν ήρθα εδώ. Είναι ένα μοναδικό τοπίο, τεράστιο και επιβλητικό, αλλά και προσωπικό. Έχει γυναικεία, στρογγυλή μορφή, χαραγμένη από ανδρικό, ηφαιστειακό πέτρωμα. Είναι ένας λόγος που διάλεξα αυτό το μέρος να ξεκινήσω μαζί με το έτερό μου ήμισυ, την Ευφροσύνη.
Η Ευφροσύνη Καμάτσου είναι συγγραφέας και δημιουργός του Sigri Arts Retreat, δηλαδή κάνει σεμινάρια ζωγραφικής και δημιουργικής γραφής για όλους, από αρχάριους μέχρι πεπειραμένους, για όλες τις ηλικίες. Συμμετέχω κι εγώ σε αυτό. Πέρυσι, παρ' όλα τα προβλήματα με τους πρόσφυγες και με τον ιό, καταφέραμε να κάνουμε ένα σεμινάριο, το οποίο πήγε εξαιρετικά. Στην εποχή μας υπάρχει ώθηση των νέων κυρίως για επαγγέλματα βιώσιμα και έτσι δεν υποστηρίζονται οι τέχνες αρκετά. Πιστεύουμε και οι δυο μας ότι η ικανότητα να σκέπτεσαι δημιουργικά, να βλέπεις τα πράγματα και από μία πιο καλλιτεχνική σκοπιά, είναι αναγκαία για όλους και για αυτό ξεκινήσαμε αυτά τα σεμινάρια.
Οι Έλληνες ασχολούνται πολύ με τη ζωγραφική και την τέχνη, κυρίως όμως με Έλληνες ζωγράφους. Προσωπικά, θαυμάζω τον Τσαρούχη, γιατί η δουλειά του αγγίζει το επίπεδο των μεγάλων Ευρωπαίων ζωγράφων.
Οι Έλληνες καλλιτέχνες παρατηρώ ότι έχουν πολλή ενέργεια και δημιουργικότητα, αλλά νιώθω ότι υπάρχει φόβος, ανασφάλεια, αμφισβήτηση, δεν πιστεύουν στον εαυτό τους. Είναι δύσκολο να ζήσει άνετα ένας ζωγράφος όπου και να βρίσκεται, αλλά πρέπει να πιστεύει σε αυτό που κάνει.
Στην Αθήνα έφτασα πριν από τριάμισι χρόνια. Έχω ένα ατελιέ σε ένα πολύ ωραίο, φωτεινό σημείο στο Θησείο. Ανήκει σε έναν Γερμανό συλλέκτη, ο οποίος μου το έχει παραχωρήσει για να μπορώ να ζωγραφίζω και να δημιουργώ. Εκεί ζούσα για αρκετό καιρό, μετά μετακόμισα στην Πλάκα. Όσο κλισέ κι αν ακούγεται, η Ακρόπολη είναι το αγαπημένο μου σημείο.
Η Πλάκα μού ταιριάζει. Έχει μια διπλή προσωπικότητα. Είναι γειτονιά και ταυτόχρονα είναι ένα περαστικό μέρος, μοναχικό, ήρεμο. Εγώ είμαι πολύ κοινωνικός, μου αρέσει να βγαίνω με φίλους, μου αρέσουν οι παρέες, οι συναθροίσεις, θέλω όμως αρκετά και την ηρεμία μου, μου αρέσει να είμαι μόνος στο ατελιέ μου ή στο σπίτι μου με τα αγαπημένα πρόσωπα. Έχω πολλή ενέργεια, αλλά είμαι και ήρεμος. Ακόμα και ο τρόπος που δουλεύω το δείχνει αυτό. Άλλοτε ακούω πολύ δυνατά μουσική, άλλοτε θέλω απόλυτη ησυχία στον χώρο.
Το στυλ μου στη ζωγραφική είναι ένα μείγμα που εξελίσσεται συνεχώς. Στο παρελθόν επηρεαζόμουν από το chiaroscuro, τον Καραβάτζιο και τον Βελάσκεζ. Επίσης, ο Ντεγκά, ο Φράνσις Μπέικον, o Ράουσενμπεργκ και τα σχέδια του Χόλμπεϊν, πιο πρόσφατα του Χόπερ, του Χόκνεϊ, όπως και ο Peter Doig επηρέασαν το έργο μου. Η τεχνική που χρησιμοποιώ πολύ είναι glazing (βελατούρα) και χρησιμοποιώ το χρώμα transparent red iron oxide σχεδόν σε όλους τους πίνακές μου. Σε όλα αυτά με τραβάει πολύ και η τεχνική της χαρακτικής επειδή συνδυάζει το σχέδιο και το πείραμα. Ίσως αρχίσω να διδάσκω χαρακτική στην Αθήνα όταν βγούμε από την καραντίνα.
Στους πίνακές μου συνήθως ζωγραφίζω ανθρώπους, φιγούρες, πρόσωπα. Οι περισσότεροι είναι τυχαίοι, εκτός αν κάνω πορτρέτο. Έχω κάνει αρκετές αυτοπροσωπογραφίες γιατί ο ζωγράφος είναι το καλύτερο μοντέλο: θα καθίσει όση ώρα χρειάζεται και δεν πληρώνεται! Πολλές φορές, αν δεν έχω μοντέλο, ζωγραφίζω το δικό μου σώμα. Ο ώμος είναι το αγαπημένο μου σημείο στο ανθρώπινο σώμα.
Οι πίνακες με τα τοπία έρχονται από πράγματα και εικόνες που βλέπω στην καθημερινή ζωή. Έμπνευση βρίσκω παντού. Μπορεί να ακούσω τους στίχους ενός τραγουδιού του Μπομπ Ντίλαν ή του Toμ Γουέιτς και να δημιουργήσω εικόνες. Και προφανώς με εμπνέει αυτό που βλέπω στην καθημερινή ζωή, τα βιβλία που διαβάζω.
Ένας πρόσφατος αγαπημένος πίνακας είναι το «Journey, Buddha Baby». Ήμουν στη Βουλιαγμένη για μπάνιο με κάποιους φίλους και είδα έναν πατέρα να τυλίγει το παιδί του με πετσέτα. Το παιδί έμεινε ακίνητο για πέντε λεπτά, κοιτάζοντας τη θάλασσα. Εγώ τράβηξα φωτογραφία και από κει γεννήθηκε αυτός ο πίνακας. Όταν όλα τα κομμάτια μπουν στη σωστή θέση, σαν ένα παζλ, ξέρω ότι ένας πίνακας έχει τελειώσει και φεύγει από μένα.
Τώρα με την καραντίνα η ζωή μου δεν έχει αλλάξει και πολύ. Μου αρέσει γιατί όλα είναι πιο ήσυχα. Συνεχίζω να ζωγραφίζω, σκέφτομαι μόνο το παρόν και θέλω συνεχώς να εξελίσσομαι και να μαθαίνω. Πρόσφατα επιμελήθηκα μια ψηφιακή έκθεση με έργα δικά μου και άλλων δύο. Σκέφτηκα ότι πρέπει να εξελιχθώ ώστε να μείνω συνδεδεμένος με την εποχή που ζούμε τώρα που έχουν κλείσει όλες οι γκαλερί και δεν γίνονται εκθέσεις και art fairs. Έψαξα και βρήκα ένα πρόγραμμα, το έμαθα και ανέβασα τα έργα ένα-ένα, με πολύ μεράκι. Ήταν άλλο είδος δουλειάς, αλλά το απόλαυσα.
Η έκθεση ονομάζεται «In-Sight» και είναι ακόμη διαθέσιμη. Κατανοώ ότι για τους επισκέπτες αρχικά είναι δύσκολο και περίεργο, σίγουρα δεν αποφασίζει κάποιος εύκολα να αγοράσει πίνακα χωρίς να τον έχει δει από κοντά, αλλά έτσι συνεχίζει να υπάρχει η επαφή μεταξύ καλλιτέχνη και θεατή. Είναι λίγο περίεργο, γιατί δεν γνωρίζω πάντα ποιος αγοράζει τους πίνακές μου, αλλά ξέρω σίγουρα ότι ο γνωστός σκηνοθέτης Ρίντλεϊ Σκοτ και ο κ. Γουλανδρής έχουν αγοράσει πίνακές μου. Με έχουν πλησιάσει και κάποιοι συνάδελφοι για να τους βοηθήσω να κάνουν κάτι παρόμοιο. Χαίρομαι γι' αυτό.
Το πιο γνωστό μου έργο μάλλον είναι το πορτρέτο του Τζον Φόουλς, που είναι στη National Portrait Gallery. Από τα βραβεία που έχω κερδίσει, το πιο σημαντικό είναι το BP Portrait Award (First Prize, 1998). Σήμερα συνεργάζομαι με την Jill George Gallery στο Λονδίνο (www.jillgeorgegallery.co.uk), την Accesso Galeria στην Τοσκάνη (www.accessogalleria.com) και τη NohWave Gallery στο Λος Άντζελες (www.nohwave.co).
Αν έχω ένα μότο στη ζωή, αυτό είναι: «Μην περιορίζεσαι από τα όρια που βάζουν οι άλλοι» (Don't be restricted by the limitations of others).
TOMAS WATSON (www.tomaswatson.com) / Instagram
σχόλια