«Σαλό»: Τι έχει να πει σήμερα το φάντασμα της ταινίας του Παζολίνι;

«Σαλό»: Τι έχει να πει σήμερα το φάντασμα της ταινίας του Παζολίνι; Facebook Twitter
Οι φιόγκοι που κοσμούν τα σκυμμένα κεφαλάκια τους (των κοριτσιών) εκπέμπουν άμεσα το μήνυμα της άσπιλης αθωότητας που σύντομα θα θυσιαστεί στον βωμό των ακόλαστων ορέξεων των διαφθορέων. Φωτ.: Γιώργος Καλκανίδης
0

Είναι μάλλον γνωστή, ίσως και θρυλική, η ιστορία που αφηγείται πώς το χειρόγραφο των 120 ημερών των Σοδόμων χάθηκε τη 14η Ιουλίου 1789, τη μέρα που έπεσε η Βαστίλλη, για να εμφανιστεί ξανά γύρω στα 1900, στο κατάστημα ενός Γερμανού βιβλιοπώλη. Ο τελευταίος δήλωσε, μάλιστα, ότι έχυσε «δάκρυα από αίμα» αναλογιζόμενος την απώλεια που είχε υποστεί η ανθρωπότητα ∙ παρ’ όλα αυτά χρειάστηκε να χυθούν πολύ περισσότερα δάκρυα και ποταμοί από αίμα, στη διάρκεια δύο παγκοσμίων πολέμων, μέχρις ότου καταστεί φανερό ότι το έργο του Σαντ είχε ήδη προβλέψει τη φρίκη, είχε ήδη προσεγγίσει το απερινόητο, αυτό που δεν τολμούσαμε να διανοηθούμε. Ακόμα και τότε χρειάστηκαν διανοητές του επιπέδου του Πιερ Κλοσοφσκί, του Μορίς Μπλανσό, της Σιμόν ντε Μποβουάρ και του Ζορζ Μπατάιγ προκειμένου να στραφεί η προσοχή των ειδικών και του κοινού στην ιδιαίτερη αξία του έργου του Ντε Σαντ.

Το 1947, στο έργο του Σαντ, ο γείτονάς μου, ο Κλοσοφσκί ήταν ίσως ο πρώτος που αντιμετωπισε τον Μαρκήσιο ως σοβαρό στοχαστή. Στη μορφή του δεν είδε απλώς τον εκπρόσωπο μιας ξεπεσμένης αριστοκρατίας που εκστομίζει παραισθησιογόνες κραυγές θανάτου αλλά έναν μυστικιστή, ο οποίος, «πίσω από τη μάσκα του αθεϊσμού», εκφράζει σκοτεινές θεολογικές ανησυχίες στο πλαίσιο της Γαλλικής Επανάστασης, ταυτόσημες με τον θάνατο του Θεού.

Δύο χρόνια μετά, ο Μορίς Μπλανσό, κορυφαίος Γάλλος θεωρητικός της λογοτεχνίας, είδε στον ήρωα του Ντε Σαντ την «τερατώδη εξαίρεση», το τέρας που επιθυμεί παντί τρόπω να επικυρώσει την κυριαρχία του μέσα από μια απόλυτη, απεριόριστη άρνηση. Άρνηση των νόμων, της Φύσης, του Θεού, των ανθρώπων. Κατά τον Μπλανσό, «μέσω του προβλήματος που αντιπροσωπεύει το όνομα “Σαντ” ερχόμαστε αντιμέτωποι με όψεις της ζωής που θα έμεναν διαφορετικά άγνωστες και απρόσιτες, όψεις πολύ πιο σημαντικές από εκείνες που έχει συλλάβει ως τώρα η πιο διαυγής, οξυδερκής σκέψη».

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται για μια εξαιρετικά δουλεμένη και αισθητικά καλοσμιλεμένη δουλειά, που στέκεται εντυπωσιακά ως παραστασιακό θέαμα, προκαλώντας στον θεατή τις ίδιες περίπου αντιδράσεις (κυρίως την αίσθηση απώθησης) με την ταινία.

Αναλύοντας περαιτέρω αυτόν τον συλλογισμό, ο Μπατάιγ επικροτεί την επίθεση του Σαντ στον «φυσιολογικό» άνθρωπο: η ιλιγγιώδης υπερβολή του Μαρκησίου αποκαλύπτει τη βία που είναι η αλήθεια του ερωτισμού. Ζητούμενο είναι η έξοδος από τον Λόγο, η αποχαλίνωση, ο εκτροχιασμός από τη μετριότητα των φυσιολογικών ηδονών. «Εκείνο που μας εξεγείρει βιαιότατα βρίσκεται μέσα μας»: η σαδική ακρότητα ενσαρκώνει την κρυμμένη επιθυμία για καταστροφή, ανάλωση και πυρπόληση ακόμη και του ίδιου του σώματός μας, χωρίς την οποία θα βιώναμε αενάως την τυραννία του ωφέλιμου, του θετικού, του λογικού, του εύτακτου, του μη σπάταλου.  

«Σαλό»: Τι έχει να πει σήμερα το φάντασμα της ταινίας του Παζολίνι; Facebook Twitter
Χωρίς κανένα ιστορικό, χωροχρονικό πλαίσιο, το θέαμα ενώπιόν μας καταντάει μια αφαιρετική κατασκευή, μετέωρη και πασπαρτού. Φωτ.: Γιώργος Καλκανίδης

Ο κατάλογος των «θαυμαστών» του διαβόητου συγγραφέα είναι γεμάτος από εκτυφλωτικά ονόματα: για τον Φουκό ο Σαντ απελευθέρωσε την επιθυμία από την υποταγή της στην αλήθεια, ενώ για τον Ζιλ Ντελέζ είναι ένας «σπουδαίος ανθρωπολόγος» που επινόησε «νέους τρόπους αίσθησης και σκέψης... μια νέα γλώσσα», καλώντας την υπερβολή του ερωτισμού να καθρεφτίσει τις ακρότητες του κόσμου.

«Όλα τα πράγματα είναι καλά όταν οδηγούνται στην υπερβολή», λέει, άλλωστε, ένας από τους τέσσερις αρχισαδιστές στο Σαλό του Παζολίνι, όταν ακόμη δεν γνωρίζουμε την έννοια που αποδίδουν οι τελευταίοι στη λέξη «υπερβολή».

Η αριστουργηματική ταινία του 1975 είναι πράγματι μία από τις πιο διαχρονικές, διαπεραστικές και προκλητικές αναγνώσεις του μυθιστορήματος του Ντε Σαντ που έγιναν ποτέ. Η πρωτοτυπία του Παζολίνι, αυτό που κανένας ως τότε δεν είχε σκεφτεί, συνίσταται στη σύνδεση του «κυρίαρχου ανθρώπου του Σαντ» (φράση του Μπατάιγ) όχι μόνο με τον Μουσολίνι αλλά και με όλους τους φασίστες που ζούσαν και ζουν ανάμεσά μας, φωτίζοντας ταυτόχρονα την πιο σκοτεινή και τρομακτική πλευρά της ανθρώπινης σεξουαλικότητας.

Ο Παζολίνι δημιουργεί ατελείωτες αντανακλάσεις μεταξύ του ιστορικού και του ψυχικού, του πολιτικού και του σεξουαλικού, του συλλογικού και του ατομικού. «Ξαφνικά, έχουμε όλοι γίνει μικροί Χίτλερ, μικροί κυνηγοί εξουσίας», είχε πει ο σκηνοθέτης στην τελευταία συνέντευξή του κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Τα σώματα μετατρέπονται σε αντικείμενα που καταναλώνονται μηχανικά. Η επιθυμία δίνει τη θέση της στην απάθεια. Κάθε σκηνή επιτίθεται στην ευαισθησία του θεατή, κάθε ανθρωπιστική αξία συνθλίβεται, η γλώσσα συρρικνώνεται, οι βασανιστές μιλούν «φιλοσοφικά», η καπιταλιστική μηχανή μας ταΐζει κόπρανα, καμία ελπίδα δεν απομένει, ο Ρομαντισμός έχει πεθάνει, η Επανάσταση το ίδιο, όλες οι απόπειρες αντίστασης είναι καταδικασμένες, και ίσως μονάχα η Τέχνη στέκεται ικανή να εκστομίσει ένα «φτάνει πια».

«Σαλό»: Τι έχει να πει σήμερα το φάντασμα της ταινίας του Παζολίνι; Facebook Twitter
Αν ο θεατής έχει δει την ταινία, θα περιοριστεί στις αναπόφευκτες συγκρίσεις. Αν δεν την έχει δει, θα εντυπωσιαστεί από τον σκηνικό ρεαλισμό των βασανιστηρίων. Φωτ.: Γιώργος Καλκανίδης

Η ταινία λειτουργεί υποδειγματικά σε δύο χωροχρονικά επίπεδα: στο «τότε» και στο (εκάστοτε) «τώρα»∙ στη μεταπολεμική Ιταλία αλλά και στην κάθε «χώρα» (εκτός μας και εντός μας) που απειλείται από τις δυνάμεις του ολοκληρωτισμού. Έτσι, από το συγκεκριμένο αναδύεται το καθολικό (αυτό δεν είναι άλλωστε το στοίχημα της τέχνης;), επειδή ακριβώς η εσωτερική πυκνότητα και το νοηματικό βάθος του έργου κατορθώνει τόσο να υποδεικνύει το ιστορικό πλαίσιο όσο και να το διαρρηγνύει καθιστώντας το διαχρονικό. 

Στην ταινία, προτού κλειστούμε στον πύργο της κολάσεως, έχουμε αντιληφθεί πλήρως τι συμβαίνει έξω από αυτόν, έχουμε δει τις ανατριχιαστικές συλλήψεις των νέων αγοριών και κοριτσιών στα σπίτια και τις πλατείες των γύρω χωριών, έχουμε γνωρίσει τα τσιράκια των επιφανών που φρόντισαν για την περισυλλογή των νοστιμότερων «κομματιών», το τσουβάλιασμα αυτών στα φορτηγά από τους μελανοχίτωνες φρουρούς τους, το πέρασμα από το Μαρτζαμπότο (όπου πραγματοποιήθηκε μία από τις μεγαλύτερες σφαγές στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου), την εκτελεση των δραπετών κ.ο.κ.

Έτσι, ακόμα και όταν οι βαριές πόρτες της απομονωμένης έπαυλης των Σοδόμων κλείσουν πίσω μας, δεν ξεχνάμε ποτέ ότι βρισκόμαστε στο Σαλό, τη γενέτειρα του κόμματος του Μουσολίνι και κέντρο της κυβέρνησής του, με την οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένοι οι τέσσερις βασανιστές (ένας δούκας, ένας δικαστής, ένας επίσκοπος, κι ένας τραπεζίτης) και η αμετροέπεια της εξουσίας τους. Ανά πάσα στιγμή, και ενόσω η φρίκη κορυφώνεται, ο διάλογος με την Ιστορία –του «έξω» με το «μέσα»– παραμένει ενεργός.

Και αυτή ακριβώς η διάσταση είναι που απουσιάζει εκκωφαντικά από την παράσταση που σκηνοθέτησε ο Άρης Μπινιάρης στην Εναλλακτική Σκηνή της Λυρικής. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται για μια εξαιρετικά δουλεμένη και αισθητικά καλοσμιλεμένη δουλειά, που στέκεται εντυπωσιακά ως παραστασιακό θέαμα, προκαλώντας στον θεατή τις ίδιες περίπου αντιδράσεις (κυρίως την αίσθηση απώθησης) με την ταινία.

Το επιβλητικό σκηνικό με τους λευκούς μαρμάρινους τοίχους, τους όμορφους ερωτιδείς-φωτιστικά, τις αλυσίδες στους τοίχους και τα δύο μακρόστενα έπιπλα πολλαπλών «βασανιστικών» χρήσεων υποδέχεται γενναιόδωρα τους τρεις σαδιστές, τις δύο αφηγήτριες-τσατσάδες, τους τέσσερις φρουρούς και τα εννέα νεαρά θύματά τους, που εισέρχονται στον χώρο σαν φοβισμένο κοπάδι έτοιμο για σφαγή. Οι φιόγκοι που κοσμούν τα σκυμμένα κεφαλάκια τους (των κοριτσιών) εκπέμπουν άμεσα το μήνυμα της άσπιλης αθωότητας που σύντομα θα θυσιαστεί στον βωμό των ακόλαστων ορέξεων των διαφθορέων. Τις γαργαλιστικές πορνογραφικές ιστορίες (έξοχα ειρωνική η Ιωάννα Μαυρέα) θα ακολουθήσουν οι εξευτελιστικές σεξουαλικές πράξεις που θα εκτυλιχθούν στους κύκλους της μανίας, των κοπράνων και του αίματος, όπως και στην ταινία, αυξάνοντας το μέτρο της οδύνης (των θυμάτων) και της απόλαυσης (των εκτελεστών) από κύκλο σε κύκλο.

«Σαλό»: Τι έχει να πει σήμερα το φάντασμα της ταινίας του Παζολίνι; Facebook Twitter
Φωτ.: Γιώργος Καλκανίδης

Και, όπως προείπα, όλα αυτά εκτυλίσσονται στον σωστό ρυθμό, με τον κατάλληλο φωτισμό, και χάρη στην αφοσίωση των ηθοποιών που υπηρετούν με θέρμη μια τόσο απαιτητική και εξοντωτική συνθήκη (κι ας μην κατάφεραν οι δύο από τους τρεις «κορυφαίους», ο Γιάννης Κότσιφας και ο Ιερώνυμος Καλετσάνος, να πείσουν στους ρόλους των αδίστακτων σαδιστών).

803
Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Χωρίς κανένα ιστορικό, χωροχρονικό πλαίσιο όμως (εκτός από μερικές νύξεις στα κοστούμια), το θέαμα ενώπιόν μας καταντάει μια αφηρημένη κατασκευή, μετέωρη και πασπαρτού. Ποιο είναι το ζητούμενο, αναρωτιέμαι: Μια επιλεκτική και, εν τέλει, αν-ιστορική πιστότητα στην ταινία; Μα αυτού του είδους η πιστότητα καταλήγει προβληματική, αν απουσιάζει ο προβληματισμός για τη σύγχρονη διάσταση του φασισμού, αν το μόνο που έχει να μας προσφέρει είναι ένα εστέτ δωμάτιο σεξουαλικών διαστροφών και εγκλημάτων, ασύνδετο με οποιαδήποτε κοινωνικοπολιτική παράμετρο του «τότε» ή του «τώρα». Ποιοι είναι αυτοί οι κοστουμαρισμένοι έκφυλοι τύποι που κακοποιούν παιδάκια με φιογκάκια; Ποια είναι τα παιδάκια; Πού λαμβάνει χώρα όλο αυτό; Αρκούν τα εθνικοπατριωτικά «συνθήματα» για να καλυφθεί το κενό;

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ο θεατής να μένει στο τέλος αμήχανος: αν έχει δει την ταινία, θα περιοριστεί στις αναπόφευκτες συγκρίσεις. Αν δεν την έχει δει, θα εντυπωσιαστεί από τον σκηνικό ρεαλισμό των βασανιστηρίων (παραβλέποντας ίσως τα ψεύτικα πέη, που μάλλον αστεία φάνταζαν). Σε κάθε περίπτωση, ακόμα και η αναπαράσταση της αναπαράστασης οφείλει να έχει έναν δικό της σκοπό, μια δική της ερμηνεία, έστω ένα μετα-σχόλιο. Ειδαλλιώς, συρρικνώνεται σε κούφιο ομοίωμα.

Το μόνο στοιχείο που δραπετεύει απ’ αυτήν τη λογική και μας ταξιδεύει σε νέους ορίζοντες είναι η μουσική του Τζεφ Βάγγερ: επεξεργασμένα συνθεσάιζερ, ήχοι εκκλησιαστικών οργάνων, χροιές από τσέλο και βιόλα, ανθρώπινες φωνές και ηλεκτρονικοί ρυθμοί (έτσι περιγράφει ο ίδιος τα βασικά συστατικά της σύνθεσής του) ενώνονται για να δημιουργήσουν ένα απόκοσμο ηχητικό τοπίο μέσα στο οποίο νιώθουμε περισσότερο ελεύθεροι να αναλογιστούμε τι σημαίνει το Σαλό για μας μετά από τόσα χρόνια...

Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση εδώ

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO. 

Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Ο Παζολίνι και το Σαλό στην ΕΛΣ

Αφιέρωμα Σαλό / Ο Παζολίνι και το «Σαλό» στην ΕΛΣ

«Αν και δεν πρόκειτα για μια κλασική παράσταση μουσικού θεάτρου, που αποτελεί το βασικό δημιουργικό πεδίο της Εναλλακτικής Σκηνής, το κατά Μπινιάρη Σαλό φιλοδοξούμε να εγγραφεί στην ανήσυχη αναζήτηση της ΕΛΣ για επικοινωνία με ομάδες κοινού που δεν σχετίζονται παραδοσιακά με το έργο της».
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΥΜΕΝΤΑΚΗΣ
Εμμονή, σκατά και αίμα: Ο μακάβριος μηχανισμός του αυταρχισμού

Αφιέρωμα Σαλό / Εμμονή, σκατά και αίμα: Ο μακάβριος μηχανισμός του αυταρχισμού

Σε ένα απαράμιλλο μπαράζ πορνικού τρόμου, ο Πιερ Πάολο Παζολίνι καταγγέλλει τον θηριώδη φασισμό και την απάνθρωπη βία σε τρεις θεματικούς κύκλους, προλαβαίνοντας τους εκτελεστές του.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Υπόθεση Μαρκήσιος ντε Σαντ: Από το τυπογραφείο στις δικαστικές αίθουσες

Αφιέρωμα Σαλό / Οι περιπέτειες του Μαρκήσιου ντε Σαντ με την ελληνική δικαιοσύνη

Η δίωξη 47 Ελλήνων εκδοτών, οι κατασχέσεις και η απαγόρευσή των βιβλίων του διαβόητου Μαρκήσιου κατά τη Μεταπολίτευση, που εκτίναξαν τις πωλήσεις του και οδήγησαν στην αναμόρφωση του νόμου «περί ασέμνων», ενώ ο ντε Σαντ διδασκόταν ήδη στο εξωτερικό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Να είσαι γκέι στη Νέα Υόρκη

Θέατρο / «Η Κληρονομιά μας»: Τι αποκομίσαμε από την εξάωρη παράσταση στο Εθνικό

«Μία ποπ queer saga, παραδομένη πότε στη μέθη των κοκτέιλ Μανχάταν και πότε στο πένθος μιας αλησμόνητης συλλογικής απώλειας» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για το πολυβραβευμένο έργο του Μάθιου Λόπεζ, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα από τον Γιάννη Μόσχο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή ούτε αιρετική»

Θέατρο / «Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή, ούτε αιρετική»

Μετά την Ορέστεια του Στρίντμπεργκ και τις πρόβες για το έργο του Βασίλη Βηλαρά, η Λένα Κιτσοπούλου μιλάει για προσδοκίες και αποφάσεις, για επιτυχίες και απορρίψεις, για το «σύστημα» μέσα στο οποίο δουλεύει και για όλους εκείνους τους χαρακτηρισμούς που της αποδίδουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Με Μαρμαρινό, Κουρεντζή, Ράσσε, Mouawad και Ζυλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Πολιτισμός / Μαρμαρινός, Κουρεντζής, Ράσε, Mouawad και Ζιλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Καλλιτέχνες με ιστορικό ίχνος στην Επίδαυρο θα παρουσιάσουν τη δουλειά τους δίπλα σε ξένους και άλλους Έλληνες δημιουργούς, ενώ στις 19 Ιουλίου θα ακούσουμε την ορχήστρα Utopia υπό τη διεύθυνση του Θ. Κουρεντζή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει τον εαυτό του;      

Θέατρο / Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει επιτυχημένα τον εαυτό του;      

«Αν θες να αναμετρηθείς με κάτι, αν θες να πας στην ουσία, πρέπει να πονέσεις» – Κριτική για την πολυσυζητημένη παράσταση «Merde!» των Βασίλη Μαγουλιώτη και Γιώργου Κουτλή στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Ο Γιάννος Περλέγκας βρίσκει τη χαρά της δημιουργίας στη φλόγα για συνύπαρξη

Θέατρο / «Έχω νιώσει ακατάλληλος και παρωχημένος δεινόσαυρος μέσα στο θεατρικό τοπίο που αλλάζει»

Με αφορμή το έργο του Μπέρνχαρντ «Η δύναμη της συνήθειας», ο Γιάννος Περλέγκας μιλά με ταπεινότητα και πάθος για το θέατρο, με το οποίο συνεχίζει να παλεύει και που διαρκώς τον νικά. Αυτό, όμως, είναι που τον κρατά ζωντανό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Άρης Χριστοφέλλης

Όπερα / «Ακόμα και όσοι θαυμάζουν σχεδόν ειδωλολατρικά την Κάλλας, λίγα γνωρίζουν για την τέχνη της»

Ο κόντρα τενόρος Άρης Χριστοφέλλης, επιστημονικός σύμβουλος του ντοκιμαντέρ «Μαίρη, Μαριάννα, Μαρία: Τα άγνωστα ελληνικά χρόνια της Κάλλας», εξηγεί τους λόγους για τους οποίους η θρυλική σοπράνο παραμένει μια ανυπέρβλητη καλλιτέχνιδα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Αργυρώ Χιώτη: Ένα «αουτσάιντερ» στο τιμόνι του Εθνικού Θεάτρου

Θέατρο / Αργυρώ Χιώτη: Ένα «αουτσάιντερ» στο τιμόνι του Εθνικού Θεάτρου

Ποια είναι τα προσωπικά της στοιχήματα και ποιες είναι οι προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει η νέα καλλιτεχνική διευθύντρια του Εθνικού - η πρώτη γυναίκα που αναλαμβάνει αυτή τη θέση από το 1994.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η Κληρονομιά μας, ένα πανόραμα της και της ιστορίας των γκέι ανδρών

Θέατρο / «Η κληρονομιά μας»: Η ιστορία της gay κοινότητας γίνεται ένα συγκινητικό θεατρικό έργο

Ο Γιάννης Μόσχος σκηνοθετεί το έργο του Αμερικανού συγγραφέα Μάθιου Λόπεζ, ένα έργο με αφετηρία την γκέι ζωή που αφορά την αγάπη και την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων, είτε ομόφυλες είτε ετερόφυλες, τα όνειρα, τους φόβους και τα ματαιωμένα σχέδια. 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μια απρόβλεπτη συζήτηση για τη σεξουαλικότητα με τη Γαλήνη Χατζηπασχάλη

Θέατρο / Γαλήνη Χατζηπασχάλη: «Δεν μιλάμε για τα σεξουαλικά βοηθήματα κι ας πουλιούνται εκατομμύρια δονητές»

Πρωταγωνιστεί στο «Στο διπλανό δωμάτιο ή το έργο του δονητή», μια παράσταση που φωτίζει το πώς, ακόμη και σήμερα, δυσκολευόμαστε να μιλήσουμε ανοιχτά για το σεξ. Με αφορμή το έργο, κάναμε μια απρόβλεπτη συζήτηση με την αγαπημένη ηθοποιό για τα ταμπού, την εμμηνόπαυση και τη γυναικεία σεξουαλική χειραφέτηση.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Mάνα Κουράγιο στο Εθνικό: Πόσο «κουράγιο» πια;

Θέατρο / Mάνα Κουράγιο στο Εθνικό: Πόσο «κουράγιο» πια;

Mια επιμελής εικονογράφηση του μπρεχτικού αριστουργήματος εκτυλίσσεται ενώπιόν μας, χωρίς να δονείται από καμία εσωτερική αναγκαιότητα - Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση που σκηνοθετεί ο Στάθης Λιβαθινός.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Βαρόνος “Φ”»: Ένας καταχρεωμένος «ευγενής» σε μια τρελή κωμωδία εξαπάτησης

Θέατρο / Ένας καταχρεωμένος «ευγενής» σε μια τρελή κωμωδία εξαπάτησης

Πιάνοντας το νήμα από την ιδέα μιας καυστικής κωμωδίας ηθών του 1870 που μιλά για την απάτη, η ιστορία ενός ψευτοευγενούς στην παράσταση «Βαρόνος “Φ”» φτάνει στη σύγχρονη υποκρισία και στον εαυτό που θέλουμε να δείχνουμε στην κοινωνία.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Το ΜΑΜΙ είναι ένα ποίημα για τις ζωές των γυναικών

Θέατρο / «ΜΑΜΙ»: Εικόνες από τη ζωή μιας μητέρας

Το ποιητικό σύμπαν του 26χρονου σκηνοθέτη που μας μάγεψε με το «Goodbye Linditta», εστιάζει αυτήν τη φορά στην ιστορία μιας γυναίκας μέσα από τα μάτια ενός αγοριού που δεν θέλει να τη θεοποιήσει αλλά να την παρατηρήσει.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
O Τομά Ζολί στην Αθήνα: Ποιος είναι ο προκλητικός, ανατρεπτικός τελετάρχης των Ολυμπιακών Αγώνων

Θέατρο / O Τομά Ζολί στην Αθήνα: Ποιος είναι ο προκλητικός, ανατρεπτικός τελετάρχης των Ολυμπιακών Αγώνων

Ο πολυσυζητημένος σκηνοθέτης της τελετής έναρξης και λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Παρισιού, που έγινε διάσημος για τις φιλόδοξες, μεγαλειώδεις παραστάσεις του, πιστεύει απόλυτα στη μαγική δύναμη του θεάτρου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Αντικείμενα»: Μια παράσταση για τη υπόθεση των αδερφών Παπέν

Θέατρο / Μια παράσταση για τις εξουσιαστικές σχέσεις και ένα φρικτό έγκλημα

Στην παράσταση «Αντικείμενα», ο Γιάννης Αποσκίτης, ο Γιώργος Κατσής και ο Πάνος Παπαδόπουλος αφηγούνται με ένα δικό τους πρωτότυπο έργο μια ιστορία που κρύβεται στην υπόθεση των αδερφών Παπέν, αλλά δεν έχει ακόμα γραφτεί.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Σπύρος A. Ευαγγελάτος: Μια μεγάλη διαδρομή

Πέθανε Σαν Σήμερα / Σπύρος A. Ευαγγελάτος: Μια μεγάλη διαδρομή στο ελληνικό θέατρο

Το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης κυκλοφόρησε έναν τόμο 535 σελίδων, αφιερωμένο στον σπουδαίο σκηνοθέτη, φιλόλογο, συγγραφέα και ακαδημαϊκό που άφησε ανεξίτηλη τη σφραγίδα του στην ιστορία του ελληνικού θεάτρου.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ