40 χρόνια Ευρωπαίοι
Διανύοντας την τρίτη μου θητεία στο Ευρωκοινοβούλιο, η εμπειρία μου όλα αυτά τα χρόνια στα έδρανα αλλά και στο προεδρείο της Ευρωβουλής επιβεβαίωσε κάτι που γνώριζα ήδη, αλλά όχι από πρώτο χέρι: H Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένας στίβος διαρκούς συνύπαρξης ανταγωνιστικών επιδιώξεων και συμφερόντων. Γι’ αυτό και πρέπει πάντοτε να έχουμε το δικό μας σχέδιο και να επιδιώκουμε, γύρω από στόχους που υπηρετούν το δημόσιο συμφέρον, να προωθήσουμε και τις δικές μας εθνικές και πολιτικές επιδιώξεις, προς θετικές, προοδευτικές κατευθύνσεις.
Φέτος συμπληρώνονται 40 χρόνια από το 1981 και την επίσημη ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μετά την ολοκλήρωση μιας πολυετούς διαδικασίας διαπραγματεύσεων που ξεκίνησε το 1961. Αυτή η διαδικασία είχε παγώσει για επτά ολόκληρα χρόνια, στη διάρκεια της τυραννικής χούντας στην Ελλάδα, που κάποιοι αμετανόητοι επιμένουν να ισχυρίζονται ότι «έκανε καλό» στη χώρα. Η διαδικασία ένταξής μας ενεργοποιήθηκε εκ νέου μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας το 1974.
Θεωρώ ότι οφείλουμε να αναγνωρίσουμε όλοι, ανεξάρτητα από το πολιτικό στρατόπεδο στο οποίο ανήκουμε, τη σημαντική συμβολή του ιδρυτή της ΝΔ και τότε πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή. Όπως επίσης, αν θέλουμε να είμαστε δίκαιοι, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε και τη συμβολή του Ανδρέα Παπανδρέου στο να ενισχυθεί και μια διάσταση κοινωνικής συνοχής στην τότε ΕΟΚ. Όπως επίσης πρέπει να αναγνωρίσουμε τη σταθερά προσανατολισμένη ευρωπαϊκά πολιτική του Αλέξη Τσίπρα, ως πρωθυπουργού της χώρας την προηγούμενη πενταετία, που ολοκληρώθηκε και με την έξοδο της Ελλάδας από τη δεκαετή περιπέτεια των μνημονίων στα οποία μας οδήγησε η χρεοκοπία της χώρας το 2010.
Στη διάρκεια αυτών των 40 ετών, είδαμε την Ένωση να μεγαλώνει, να αποκτά περισσότερες αρμοδιότητες, να καθορίζει ολοένα και περισσότερο σημαντικές πτυχές της καθημερινότητας αλλά και του μέλλοντός μας. Και σε αυτά τα 40 χρόνια, η Ελλάδα αποκόμισε σημαντικά οφέλη.
Προσωπικά, υποστηρίζω σταθερά από τα νεανικά μου χρόνια, και σε μια εποχή που ο «ευρωπαϊσμός» δεν ήταν καθόλου mainstream στους κόλπους της Αριστεράς, ότι η ένταξη της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ ήταν μια ορθή επιλογή για λόγους κοινωνικούς, οικονομικούς, δημοκρατίας, αλλά και γεωπολιτικούς. Σήμερα, αυτή η επιλογή υποστηρίζεται από το σύνολο σχεδόν του δημοκρατικού πολιτικού φάσματος στην Ελλάδα, δικαιώνοντας τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας μας. Δεν ωφελεί βέβαια να εξωραΐζουμε. Υπήρξαν και θα υπάρχουν πάντα κλυδωνισμοί, αδυναμίες, κρίσεις, ελλείμματα και προβλήματα στην ευρωπαϊκή ενοποίηση. Σήμερα, εξάλλου, η ικανότητα της Ε.Ε. να δώσει ικανοποιητικές λύσεις στα ευρωπαϊκά προβλήματα αμφισβητείται και πάλι.
Όπως η οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας, που στην Ελλάδα τη βιώσαμε δραματικότερα από όλα τα κράτη-μέλη, σήμερα το προσφυγικό, η κλιματική-ενεργειακή κρίση και η τρέχουσα κρίση της πανδημίας είναι ο ελέφαντας στο δωμάτιο.
Η Ε.Ε., για να προχωρήσει και να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις του παρόντος και του μέλλοντος, οικονομικές, κοινωνικές, κλιματικές, γεωπολιτικές, χρειάζεται να είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια απλή οικονομική ένωση με κοινή αγορά. Και η καλύτερη υπεράσπιση της ιδέας της ενωμένης Ευρώπης είναι η διαρκής προσπάθεια για τον μετασχηματισμό της σε μια Ευρώπη πραγματικά ενοποιημένη, κοινωνικά και περιβαλλοντικά βιώσιμη, με κυρίαρχο το στοιχείο της σύγκλισης και όχι των εντεινόμενων αποκλίσεων, ανισοτήτων ή και αποκλεισμών. Ο Λεωνίδας Κύρκος είχε πει κάποτε ότι «η ευρωπαϊκή ενοποίηση είναι σαν το ποδήλατο». Θα πρόσθετα: και χωρίς βοηθητικές ρόδες. Αν δεν προχωρήσει, και μάλιστα με ορθοπεταλιά, γιατί ο δρόμος είναι ανηφορικός, τότε κινδυνεύει να γείρει και να πέσει.