40 χρόνια Ευρωπαίοι
Η Ελλάδα έγινε μέλος της ΕΟΚ το 1981, αλλά η σχέση της με την Ευρωπαική Οικονομική Κοινότητα είχε ξεκινήσει με τη Συμφωνία Σύνδεσης το 1961. Στη δεκαετία του 1960, το πολιτικό αλλά και οικονομικό ενδιαφέρον για μια στενότερη σχέση της χώρας με τη Δυτική Ευρώπη εγγραφόταν στο κλίμα του Ψυχρού Πολέμου. Η επτάχρονη δικτατορία και οι κυρώσεις της ΕΟΚ ουσιαστικά ανέστειλαν την πλήρη εφαρμογή της Συμφωνίας. Μετά την πτώση της χούντας, η διαδικασία ξεκίνησε πάλι.
Στα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης, η προοπτική ένταξης της χώρας στην ΕΟΚ πυροδότησε διχογνωμίες και αντιπαραθέσεις. Διασταυρώθηκαν τόσο πολιτικές όσο και πολιτισμικές θέσεις. Ο στρατηγικός προσανατολισμός της χώρας προς τη «Δύση» και τα οφέλη από αυτήν τη σχέση αμφισβητήθηκαν έντονα από πολιτικές δυνάμεις όπως το ΠΑΣΟΚ της πρώτης περιόδου αλλά και τμήμα της Αριστεράς, που έβλεπαν την ένταξη στο πλαίσιο μιας ευρύτερης διαδικασίας «εξάρτησης». Πολιτισμικές αντιπαραθέσεις ξέσπασαν, επίσης, μεταξύ όσων υποστήριζαν τη σύγκλιση της Ελλάδας με δυτικοευρωπαϊκά μοντέλα και πρότυπα και όσων αντιμετώπιζαν τη «Δύση» ως μια ριζικά διαφορετική πολιτισμική οντότητα, για λόγους θρησκευτικούς, πολιτισμικούς, ιστορικούς.
Όσο παράδοξο κι αν φαίνεται εκ των υστέρων, μια από τις αξιοσημείωτες συνέπειες της ένταξης της χώρας μας στην ΕΟΚ ήταν, τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 20ού αιώνα, η σταδιακή άμβλυνση αυτών των πολιτικών και πολιτισμικών «πολέμων». Καθώς η διαδικασία της ένταξης βάθαινε, και οι οικονομικές, πολιτικές και πολιτισμικές σχέσεις με τις χώρες της Ευρώπης περνούσαν σε μια νέα φάση, πολλά άλλαξαν. Η υποχώρηση του ψυχροπολεμικού κλίματος, η εδραίωση της δημοκρατίας στην Ελλάδα μετά τις σκληρές μετεμφυλιακές δεκαετίες και τη δικτατορία, η αλλαγή της πολιτικής ρητορικής και οι προσαρμογές των πολιτικών δυνάμεων, όπως π.χ. το ΠΑΣΟΚ όταν βρέθηκε στη διακυβέρνηση, το ενδιαφέρον της ΕΟΚ για τις μεσογειακές χώρες και η επακόλουθη διεύρυνση των οικονομικών και εμπορικών σχέσεων και συναλλαγών, η υιοθέτηση νέων τρόπων ζωής και καταναλωτικών συνηθειών, η διάλυση του ανατολικού μπλοκ, διαμόρφωσαν μια νέα πραγματικότητα. Οι «διχασμοί» γύρω από την ένταξη ή μη στην ΕΟΚ σταδιακά ξεθύμαναν. Η προοπτική της εθνικής ανασυγκρότησης μέσω της ένταξης και με πρωτοβουλίες της ίδιας της Ελλάδας βρέθηκε στον πυρήνα ενός ευρέος φάσματος θέσεων, είτε στα δεξιά είτε στα αριστερά του πολιτικού συστήματος. Η εικόνα μιας «φιλοευρωπαϊκής» κοινής γνώμης, που αποτιμούσε θετικά την ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ (μετέπειτα Ε.Ε.) κυριαρχούσε στον δημόσιο λόγο μέχρι τα χρόνια της δημοσιονομικής κρίσης και των μνημονίων, παρά τους ενδιάμεσους κλυδωνισμούς της περιόδου της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας αλλά και της υπόθεσης των «ταυτοτήτων».
Στις μέρες μας, η οικονομική κρίση που ταλάνισε τη χώρα και την κοινωνία από το 2010, η περίοδος των μνημονίων, οι εσωτερικές εντάσεις στην Ε.Ε., το Brexit, οι αναδυόμενες οικονομίες της Ασίας, μια αργόσυρτη, υπόγεια διαδικασία «αποξένωσης» στις ευρωπαϊκές κοινωνίες έχουν αποδυναμώσει την ιδέα της κοινής ευρωπαϊκής πορείας, πολύ δε περισσότερο την ιδέα της «ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης». Αυτή η συγκυρία όμως αποτελεί ευκαιρία για να αναλογιστούμε ότι η διαιρεμένη Ευρώπη των εθνικισμών, των ολοκληρωτισμών, των ανταγωνισμών και των συγκρούσεων αποτελεί μια μακροχρόνια και ανθεκτική ιστορική πραγματικότητα, με καταστροφικές συνέπειες, όπως μαρτυρούν οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι του 20ού αιώνα. Η σημερινή στασιμότητα απαιτεί την επανεκκίνηση της κοινής ευρωπαϊκής πορείας, με μέριμνα για τις νέες συνθήκες και τα νέα ζητήματα, όχι την επιστροφή σε ένα ζοφερό παρελθόν.
Σε μια όχι και τόσο μακρινή εποχή, η Ελλάδα έγινε μέλος της ΕΟΚ, και μέσα από αυτή την ένταξη δεν αναδιαμόρφωσε απλώς τις σχέσεις της με πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Βίωσε μέρες πολιτικής σταθερότητας, δημοκρατίας και ειρήνης. Σε μια ταραγμένη και επισφαλή περίοδο όπως αυτή που διάγουμε, αξίζει να σκεφτούμε πώς θα μπορέσουμε να διασφαλίσουμε τα παραπάνω στο μέλλον. Οι γενιές των Ελλήνων που πέρασαν πολέμους, διχασμούς, μαζικούς θανάτους, προσφυγιά, φτώχεια μπορούν ενδεχομένως να κατανοήσουν τη σημασία όσων για μας είναι αυτονόητα, ίσως και τετριμμένα.