Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν προαναγγέλλει την υιοθέτηση μιας νομοθετικής πρότασης για ένα ψηφιακό πιστοποιητικό εμβολιασμού στις 17 Μαρτίου, με επιστολή της προς τους Ευρωπαίους ηγέτες.
Η πρόεδρος της Κομισιόν ξεκινά την επιστολή της για το «Πράσινο Ψηφιακό Πιστοποιητικό» (Digital Green Certificate) κάνοντας αναφορά στην τηλεδιάσκεψη της 24ης Φεβρουαρίου, σημειώνοντας ότι σε αυτή συμφωνήθηκε «μια κοινή προσέγγιση με στόχο να διευκολύνουμε το δικαίωμα της ελεύθερης μετακίνησης των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν γράφει στην επιστολή της ότι οι ηγέτες συζήτησαν τη θέσπιση, σε ευρωπαϊκό επίπεδο «τυποποιημένων, διαλειτουργικών πιστοποιητικών που θα βεβαιώνουν την κατάσταση των πολιτών σε σχέση με τον κορωνοϊό: καλύπτοντας το αν ο κάτοχός του έχει εμβολιαστεί πλήρως, έχει βρεθεί αρνητικός ή έχει αναρρώσει από τον κορωνοϊό, με την προϋπόθεση ότι η επιστημονική απόδειξη είναι σαφής».
Έπειτα από αυτή τη συζήτηση, η πρόεδρος της Κομισιόν κατέληξε ότι αυτό «θα πρέπει να περιγραφεί σε μια νομοθετική πρόταση για ένα “ψηφιακό πράσινο πιστοποιητικό”, μια πρωτοβουλία την οποία η Κομισιόν σχεδιάζει να υιοθετήσει στις 17 Μαρτίου».
Η πρόταση θα βασιστεί στην προπαρασκευαστική δουλειά που έχει ήδη γίνει από κοινού τους τελευταίους μήνες, γράφει η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, κάνοντας αναφορά στις συμφωνίες που έχουν γίνει για τις οδηγίες σχετικά με την απόδειξη εμβολιασμού και τα αποτελέσματα των τεστ. «Τώρα πρέπει να ολοκληρώσουμε αυτή τη δουλειά, οριστικοποιώντας και συμφωνώντας στα αντίστοιχα δεδομένα για την απόδειξη ανάρρωσης από τον κορωνοϊό», επισημαίνει.
Για να θεσπιστεί ένα διαλειτουργικό σύστημα εντός της ΕΕ, δεν απαιτείται μόνο ένα νομικό πλαίσιο, αλλά και η ολοκλήρωση της τεχνικής δουλειάς στην ΕΕ και σε εθνικό επίπεδο, για την έκδοση πιστοποιητικών από εθνικούς οργανισμούς και για την επικύρωση μέσω ενός ευρωπαϊκού πλαισίου εμπιστοσύνης, γράφει η πρόεδρος της Κομισιόν.
Για να αρχίσει να λειτουργεί το σύστημα, μόλις ολοκληρωθεί η δουλειά σε επίπεδο ΕΕ για το μπλαίσιο εμπιστοσύνης, πρέπει να υπάρξουν τώρα εθνικές δράσεις, τονίζει. «Αυτό ξεκινά με την εφαρμογή εθνικών συστημάτων ιατρικών αρχείων με τις οδηγίες για την απόδειξη εμβολιασμού και των συμφωνημένων στοιχείων για την απόδειξη των αποτελεσμάτων των τεστ», επισημαίνει.
Παράλληλα σημειώνει ότι σε επίπεδο ΕΕ η Κομισιόν εργάζεται με τις χώρες- μέλη για να υιοθετηθεί ένα πλαίσιο εμπιστοσύνης και μια ψηφιακή υποδομή που θα διευκολύνει την επιβεβαίωση της αυθεντικότητας των πιστοποιητικών εμβολιασμού, τεστ και ανάρρωσης από τον κορωνοϊό. Αυτή η δουλειά θα πρέπει να ολοκληρωθεί εντός των επόμενων τριών μηνών, υπογραμμίζει.
Για να θεσπιστεί αυτό το διαλειτουργικό σύστημα, η πρόεδρος της Κομισιόν, σημειώνει πως βάση είναι η εμπιστοσύνη, ενώ σχετικά με το θέμα των διασφαλίσεων που απαιτούνται από κάθε κράτος-μέλος για την αυθεντικότητα των πληροφοριών στο πιστοποιητικό, «θα πρέπει να καταρτιστούν και να δημοσιοποιηθούν εθνικές λίστες πιστοποιημένων εκδοτικών αρχών και εθνικών μητρώων με τις πιστοποιημένες εκδοτικές αρχές». Όπως επισημαίνει, οι εργασίες αυτές θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί μέσα στους επόμενους τρεις μήνες.
Βάση για αυτό το σύστημα είναι η εμπιστοσύνη, τονίζει η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. «Οι αρχές μίας χώρας χρειάζονται διαβεβαιώσεις ότι είναι αξιόπιστες πληροφορίες που περιλαμβάνονται σε ένα πιστοποιητικό που εκδόθηκε από άλλη χώρα, ότι το πιστοποιητικό είναι αυθεντικό και ανήκει στον κάτοχό του», αναφέρει χαρακτηριστικά. Για αυτό, εξηγεί, θα πρέπει να καταρτιστούν και να δημοσιοποιηθούν εθνικές λίστες πιστοποιημένων εκδοτικών αρχών και εθνικών μητρώων πιστοποίησης.
Ο βασικός στόχος του διαλειτουργικού πιστοποιητικού είναι να διασφαλιστεί ότι ενώ οι πολίτες απολαμβάνουν την ελεύθερη μετακίνηση, χωρίς κίνδυνο για τη δημόσια υγεία. «Την ίδια ώρα πρέπει να βεβαιωθούμε ότι θα αποτρέψουμε διακρίσεις σε βάρος όσων δεν μπορούν να εμβολιαστούν, για παράδειγμα για ιατρικούς λόγους ή επειδή δεν είναι στις ηλικιακές ομάδες για τις οποίες συνίσταται αυτή τη στιγμή το εμβόλιο, αλλά που για άλλους λόγους (π.χ. λόγω πρόσφατου αρνητικού αποτελέσματος) δεν αποτελούν κίνδυνο για τη δημόσια υγεία», αναφέρει ακόμη η πρόεδρος της Κομισιόν.