Πρόκειται για την ιδέα ενός νεαρού καλλιτέχνη, του Κοσμά Νικολάου, να συγκεντρώσει έναν αριθμό σύγχρόνων Ελλήνων καλλιτεχνών για να δημιουργήσουν κάτι σε σχέση με το διαμέρισμα που τώρα λειτουργεί ως μουσείο, προκειμένου να συμβάλλουν στις ερμηνείες ενός τέτοιου χώρου τόσο στο παρελθόν, όσο στο παρόν και στο μέλλον. Μια ανάλογη αναμέτρηση, βέβαια, με αυτό τον τόσο δημιουργικά φορτισμένο χώρο, όπου οι πιο ακραία εξέχουσες προσωπικότητες συνυπήρχαν οικειοθελώς και δημιουργούσαν όλοι μαζί κάθε νύχτα είναι ιδιαίτερα δύσκολη! Τι να πεις παραπάνω για τον χώρο όπου ο Μάνος Χατζιδάκις πρωτοέπαιξε τον «Μεγάλο Ερωτικό» πριν βγει σε δίσκο, για το σπίτι όπου τα περισσότερα έπιπλα είναι σχεδιασμένα από τον Τσαρούχη ή όπου ο Νίκος Χατζηκυριάκος Γκίκας εγκαταστάθηκε για κάποιους μήνες προκειμένου να χαράξει πάνω στο γυαλιστερό μαόνι τεσσάρων θυρών του διαμερίσματος τις τέσσερις εποχές, δημιουργώντας «ένα από τα ωραιότερα έργα του» (όπως θα πει αργότερα ο ίδιος).
Πώς να δημιουργήσεις μέσα στον χώρο των ανθρώπων που έκαναν την πρώτη έκθεση του Θεόφιλου στο σπίτι τους και κράτησαν όλα τα έργα του για πολλά χρόνια μέχρι να αναγνωριστεί η καλλιτεχνική αξία του και από την πιο κατεστημένη εκδοχή του συστήματος; Πώς να ελιχθείς και να εντυπωσιάσεις σε έναν χώρο στον οποίο παρέλασαν και ξένοι δημιουργοί όπως ο Ρούντολφ Νουρέγιεφ, η Μαργκό Φοντέιν, ο Γουίλιαμ Φώκνερ, αλλά και ο Μαρκ Σαγκάλ, προκειμένου να χαρούν τη θέα και να διασκεδάσουν σε ένα σπίτι το οποίο, σε συνδυασμό με τους ιδιοκτήτες του, τους έδινε μεγάλη έμπνευση;
Από τον Πικάσο μέχρι τον Ματίς και από τον Σαγκάλ (ο οποίος έχει φιλοτεχνήσει και το πορτρέτο της Λητώς Κατακουζηνού) μέχρι την ελληνική αβανγκάρντ της εποχής, οι μαρτυρίες αυτής της ιδιαίτερα πλούσιας καλλιτεχνικής ζωής σκεπάζουν τους τοίχους του χώρου κι οι εμπειρίες ήταν μάλλον τόσο έντονες ώστε να έχει εμπλουτιστεί η αύρα του διαμερίσματος για ακόμη εκατό γενιές. Το καλαίσθητο, με τη βαθύτερη σημασία της λέξεως, οίκημα είναι μια όαση μέσα στη βαριά καλλιτεχνική ιστορία του τόπου μας καθώς και στον νεοσυντηρισμό που έχει πλήξει την τέχνη στην εποχή μας. Αρκεί να σημειωθεί ότι οι Κατακουζηνοί δεν ήταν πλούσιοι. Όλα τα μόνιμα έργα και οι παρεμβάσεις είναι δώρα από τους καλλιτέχνες φίλους του ζεύγους, ενώ κάποια από αυτά είναι από τα καλύτερα δείγματα της καριέρας τους. Με μοναδικό πνεύμα, ερωτισμό, αμέριστη ψυχική γενναιοδωρία, καλλιέργεια και ιδιότυπη ιδιοσυγκρασία, ο Άγγελος και η Λητώ Κατακουζηνού υπήρξαν από τους καλύτερους «επιμελητές» (curators) της εποχής τους.
Πώς, λοιπόν, τώρα να αντιδράσεις ως καλλιτέχνης μέσα σε έναν τέτοιο χώρο, όπου οι έντονες καλλιτεχνικές καταθέσεις μιας ρετρό αβαγκαρντιάς δημιουργούν έναν τόσο σωστά δομημένο κλοιό που δύσκολα επιδέχεται επεμβάσεις; Και μάλιστα, τη στιγμή που δεν υπάρχουν πια αντίστοιχοι ιδιοκτήτες-εμπνευστές, αλλά ένα μάλλον συντηρητικό διοικητικό συμβούλιο, το οποίο απαγόρευσε ένα έργο του Ευτύχη Πατσούρακη (μια σύνθεση από κλεμμένα βρόμικα πατάκια εξώπορτας) από τον φόβο μικροβίων και μόλυνσης, προκαλώντας με αυτή του την απόφαση και άλλες αποχωρήσεις από την έκθεση. Επίσης, πως είναι δυνατόν σε έναν χώρο που οι άλλοτε ιδιοκτήτες του ήταν γενναιόδωροι και ανοιχτόκαρδοι, το προσωπικό να μας ξεναγεί «θυμωμένα» στους χώρους και να μας υποδεικνύει ποια αντικείμενα ανήκουν στη συλλογή ώστε να μην τα κλέψουμε! Τι τραγικό, ακόμη και για εμάς, τους θεατές (φανταστείτε για τους καλλιτέχνες) να περπατάμε σε αυτό τον ιερό για την τέχνη χώρο παρέα όχι με τους Κατακουζηνούς αλλά με μια υπάλληλο που βλέπει τη σύγχρονη τέχνη και τους οπαδούς της σαν μίασμα. Πέρα όμως από την γκρίνια, η έκθεση «Επίσκεψη» ήταν μια πολύ ιδιαίτερη πρωτοβουλία, η οποία μάζεψε στο Ίδρυμα νέο κόσμο και πολλά μέλη της σύγχρονης αβανγκάρντ.
Μπορεί στην «Επίσκεψη» να μην καταλαβαίνει κανείς γιατί επιλέχτηκαν αυτοί οι καλλιτέχνες έναντι άλλων ή τι τους ενώνει μεταξύ τους και με το παρελθόν του χώρου. Μπορεί, επίσης, κάποιοι καλλιτέχνες να ήταν ιδιαίτερα νέοι και ανώριμοι γι' αυτή την αναμέτρηση, με αποτέλεσμα να αντιδράσουν είτε «συντηρητικά σοκαριστικά» είτε ιδιαίτερα περιγραφικά, αλλά η όλη προσπάθεια υπήρξε σπουδαία. Κι είναι μια καλή αρχή για πραγματική τέχνη, ιδιαίτερα σε σχέση με τις προηγούμενες εκδηλώσεις. Με πολύ λίγες εξαιρέσεις τα έργα των νέων καλλιτεχνών είναι πολύ διακριτικά -ευτυχώς- σε σχέση με τον χώρο. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα έργα στον τοίχο, αυτό του Τεό Μιχαήλ, δημιουργεί μια αυταπάτη για τη χρονολογία και την «εγγυρότητά» του. Αλλά το πιο σπουδαίο είναι ότι τη μέρα των εγκαινίων το διαμέρισμα γέμισε με νέο κόσμο και ουσιαστική καλλιτεχνική πνοή, όπως θα έπρεπε να συμβαίνει μονίμως. Καλή συνέχεια!