Λουκούμι συριακό
Ένα νόστιμο εστιατοριάκι, με καταγωγή από τη Συρία. Η γκάμα γευστικών προτάσεων Μέσης Ανατολής εμπλουτίζεται επιτυχώς. Γιά δες τι κάνουν οι γείτονες.
«Αϊράνι πίνουμε συνήθως το μεσημέρι. Το βράδυ προτιμούμε κρασάκι» διευκρίνισε ευγενικά ο χαμογελαστός μετρ Μάκης – ή μάλλον Αβραάμ, όπως είναι το κανονικό του όνομα. Επί της λεωφόρου Πεντέλης, αρκετά μέτρα αφού περάσεις το τελευταίο φανάρι των Βριλησίων, έχει ανοίξει ένα γλυκύτατο, παρά την πρώτη οπτική επαφή, εστιατόριο, το οποίο παίρνει το όνομά του από μία ιστορική πόλη της Συρίας: την Αφάμια, που στην αρχαιότητα ήταν γνωστή ως Απάμεια. Αυτές οι ιστορικές (και άλλες) λεπτομέρειες αναγράφονται, με σχετικά γραφικό τρόπο, στο εσώφυλλο του καταλόγου, και θα μπορούσαν να αποτελούν αφορμή για σενάριο εκπομπής του Ηλία Μαμαλάκη. Και ίσως δεν είναι τυχαίο ότι το όνομα του συμπαθέστατου τηλε-ήρωα θα αναφερθεί κατά το σερβίρισμα του μακλουμπέ με κοτόπουλο, ενός εδέσματος με στρώσεις ρυζιού, κοτόπουλου και μελιτζάνας, μαζί με αμύγδαλα και κουκουνάρι, που ήρθε σε κεσεδάκι πήλινο και απελευθερώθηκε από τα κεραμικά δεσμά του για να απλωθεί στο πιάτο χάρη σε ένα μαεστρόζικο χτύπημα από το χέρι του κ. Αβραάμ: «Είναι παραδοσιακή συνταγή. Την έδειξε ο Μαμαλάκης όταν πήγε στη Συρία» φροντίζει να μας ενημερώσει. Και αν προσέθετε «θα γλείφετε τα δάχτυλά σας», θα είχε απόλυτο δίκιο.
Η κουζίνα είναι το ισχυρό χαρτί του Afamia. Ο χώρος είναι μάλλον άχαρος, ιδίως ιδωμένος απ’ έξω. Στο εσωτερικό, τα πολύχρωμα υφάσματα που αιωρούνται από την οροφή, σαν σε σκηνή Βεδουίνου, ή τα όμορφα χαλιά, στρωμένα πάνω στις πλάκες Καρύστου, σπάνε κάπως την αρχιτεκτονική ψύχρα. Το μέρος πιθανότατα φιλοξενούσε πιτσαρία πριν γίνει συριακό εστιατόριο – το μαρτυρεί και η παρουσία ενός ξυλόφουρνου, στο βάθος αριστερά, δίπλα στους ναργιλέδες. Ναργιλέδες; Η μόδα προστάζει, βλέπεις. Τα παρασκευοσάββατα μπορεί να σου τύχει και χορός της κοιλιάς. Αλλά ας επιστρέψουμε στο φούρνο, όπου πλέον ψήνεται φίνο αραβικό ψωμί, που είναι το τέλειο εργαλείο για να βουτάς στο ισορροπημένο χούμους – τη ρεβιθοσαλάτα με ταχίνι. Επίσης, φτιάχνουν εξαίσιες πίτες όπως τη φατάιερ, μια παραλλαγή της σπανακόπιτας. Και οι σαλάτες φρεσκότατες, με παραδειγματικό ταμπούλι. Τα κούμπε –κεφτέδες με κουκουνάρι και κρούστα από πλιγούρι– και τα φαλάφελ, οι υποδειγματικοί ρεβιθοκεφτέδες (με μαγευτικό κύμινο), μοσχοβολάνε και έχουν ένα απαλό αλλά διόλου ντροπαλό άγγιγμα μπαχαρικών. Στα κυρίως κυριαρχούν τα κεμπάμπ. Καλοδιαλεγμένα κρέατα, όμορφα ψημένα. Για το τέλος, υπόπικρος καφές με κάρδαμο και ημισιροπιαστός μπακλαβάς, με πιο έντονη την κανέλα. Και όλα αυτά σε πολύ καλές τιμές. Συμπέρασμα: καλύτερα να πας καθημερινή, οπότε αποφεύγεις το συνωστισμό και τις προσταγές της μόδας, επειδή από κουζίνα σκίζει. Κι ας τύχει να παίζουν Πάριο πριν τα νωχελικά άσματα. Δε μου λες, αυτός δεν είναι ο Χρόνης Ξαρχάκος στη φωτογραφία; Θες να γίνεις η Ελληνίδα στο χαρέμι μου;