Το Βατικανό ανακοίνωσε την Τρίτη 20 Ιουνίου ότι προχωράει σε μια διετούς διαδικασίας διαβούλευση, δημοσιεύοντας ένα έγγραφο εργασίας που θα αποτελέσει τη βάση συζήτησης για μια άνευ προηγουμένου μεγάλη σύνοδο επισκόπων και λαϊκών τον Οκτώβριο. Η σύνοδος αυτή, όπως είναι γνωστό, αποτελεί βασική προτεραιότητα του Πάπα Φραγκίσκου, αντικατοπτρίζοντας το όραμά του για μια εκκλησία που θα αφορά περισσότερο τους πιστούς παρά τους ιερείς.
Στο έγγραφο (το οποίο μπορείτε να βρείτε εδώ) καλείται η εκκλησία να λάβει συγκεκριμένα μέτρα για την προώθηση των γυναικών σε ρόλους λήψης αποφάσεων, για μια «ριζική ένταξη» της κοινότητας LGBTQ+ και για νέα μέτρα λογοδοσίας για τον έλεγχο του τρόπου άσκησης εξουσίας των επισκόπων.
Ήδη ο Πάπας Φραγκίσκος έχει αφήσει το στίγμα του στη σύνοδο, αφήνοντας λαϊκούς και ειδικότερα γυναίκες να έχουν το ίδιο δικαίωμα ψήφου όπως και οι επίσκοποι. Αυτή η μεταρρύθμιση είναι ένα συγκεκριμένο βήμα προς αυτό που αποκαλεί «συνοδικότητα», έναν νέο τρόπο με τον οποίο η εκκλησία οραματίζεται περισσότερη συνυπευθυνότητα στη διακυβέρνηση και τη βασική αποστολή της διάδοσης της Καθολικής πίστης.
Το έγγραφο υπογραμμίζει τις βασικές ανησυχίες που προέκυψαν κατά τη διαδικασία διαβούλευσης, η οποία ξεκίνησε από τα κάτω, σε επίπεδο τοπικής ενορίας και ολοκληρώθηκε στο υψηλότερο επίπεδο με επτά μεγάλες συνελεύσεις. Στο έγγραφο επισημαίνεται ιδιαίτερα ο καταστροφικός αντίκτυπος που είχαν οι κατηγορίες σεξουαλικής κακοποίησης των κληρικών σε πιστούς, κοστίζοντας στην ιεραρχία την αξιοπιστία της και πυροδοτώντας εκκλήσεις για δομικές αλλαγές σχετικά με την σχεδόν απόλυτη δύναμη κληρικών και επισκόπων.
Γίνεται επίσης λόγος περί μίας «ομόφωνης» και «κρίσιμης» έκκλησης να επιτραπεί στις γυναίκες να έχουν πρόσβαση σε θέσεις ευθύνης και διακυβέρνησης. Χωρίς να εγείρει την προοπτική χειροτονίας γυναικών στην ιεροσύνη, εγείρει το ζήτημα μιας πολυετούς έκκλησης ορισμένων γυναικών να χειροτονηθούν διάκονοι στην εκκλησία.
Το έγγραφο επίσης θέτει το ερώτημα ποια συγκεκριμένα βήματα μπορεί να κάνει η εκκλησία για να καλωσορίσει καλύτερα τα LGBTQ+ άτομα και άλλους που έχουν νιώσει περιθωριοποιημένοι και μη αναγνωρισμένοι από την εκκλησία, ώστε να μην αισθάνονται ότι τους κρίνονται: φτωχοί, μετανάστες, ηλικιωμένοι και ΑμεΑ, καθώς και εκείνοι που κατά φυλή ή κάστα αισθάνονται αποκλεισμένοι.
Ίσως το πιο σημαντικό, το έγγραφο χρησιμοποίησε την ορολογία «LGBTQ+ άτομα» και όχι τα παραδοσιακά «άτομα με ομοφυλοφιλικές τάσεις» του Βατικανού, υποδηλώνοντας ένα επίπεδο αποδοχής που εισήγαγε ο Φραγκίσκος πριν από μια δεκαετία με το περίφημο σχόλιό του «Ποιος είμαι εγώ για να κρίνω».
Ακόμη και το πώς θα οργανωθούν οι θέσεις του καθενός αντιπροσώπου έχουν σχεδιαστεί ώστε να είναι συμπεριληπτικές. Οι αντιπρόσωποι θα καθίσουν σε στρογγυλά τραπέζια, με περίπου δώδεκα λαϊκούς και κληρικούς ανακατεμένους μαζί στο μεγάλο αμφιθέατρο του Βατικανού. Προηγουμένως, οι σύνοδοι γίνονταν στην αίθουσα συνόδου του Βατικανού που μοιάζει με θέατρο, όπου καρδινάλιοι και επίσκοποι έπαιρναν τις πρώτες σειρές και ιερείς, μοναχές και τελικά λαϊκοί κάθονταν στις πίσω σειρές, μακριά από τη σκηνή.
Στο έγγραφο επίσης ζητούνται πιο «ουσιαστικά και συγκεκριμένα βήματα» για να αποδοθεί δικαιοσύνη στα θύματα σεξουαλικής κακοποίησης.
Σημείωσε ότι οι πιστοί υπήρξαν επίσης θύματα άλλων τύπων κακοποίησης: «πνευματικής, οικονομικής, εξουσίας και συνείδησης» που «έχουν διαβρώσει την αξιοπιστία της Εκκλησίας και έχουν θέσει σε κίνδυνο την αποτελεσματικότητα της αποστολής της». Πρότεινε ότι η εκκλησία πρέπει να επανεκτιμήσει τον τρόπο με τον οποίο ασκείται η εξουσία από την ιεραρχία, προτείνοντας δομικές, κανονικές και θεσμικές μεταρρυθμίσεις για την εξάλειψη του «κληρικαλισμού» ή των προνομίων που παρέχονται στον κλήρο.
Με στοιχεία από press.vatican.va και Associated Press