Πριν από τέσσερα χρόνια, το Ανώτατο Δικαστήριο στις ΗΠΑ χάρισε μια νίκη-έκπληξη στην ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα, απορρίπτοντας τις θέσεις της τότε κυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ και αποφασίζοντας με πλειοψηφία πως ένας ομοσπονδιακός νόμος για τα πολιτικά δικαιώματα, προστατεύει τα τρανς άτομα από τις διακρίσεις στον χώρο εργασίας τους.
Στα χρόνια που ακολούθησαν μέχρι και σήμερα στις ΗΠΑ, τα δικαιώματα των τρανς ατόμων αποτέλεσαν και αποτελούν ένα «άγριο πεδίο διαμάχης» σχετικά με την υγειονομική περίθαλψη, τις τουαλέτες, τα σπορ και τις αντωνυμίες, ζητήματα που έπαιξαν εξέχοντα ρόλο στην προεδρική εκστρατεία. Ωστόσο μέχρι τώρα, το Ανώτατο Δικαστήριο είχε μόνο ευκαιριακές ενασχολήσεις με τέτοια ζητήματα μετά την υπόθεση των διακρίσεων στην εργασία το 2020.
Αυτό αναμένεται να αλλάξει την Τετάρτη, καθώς καλείται να εκδικάσει τη δεύτερη σημαντική υπόθεσή του για τα δικαιώματα των τρανς ατόμων, με λίγα λόγια την αμφισβήτηση ενός νόμου του Τενεσί που απαγορεύει ορισμένες ιατρικές θεραπείες για τους τρανς νέους. Η απόφαση αυτή, που αναμένεται μέχρι τον Ιούνιο, μπορεί να καθορίσει όχι μόνο την τύχη του νόμου και παρόμοιων νόμων σε περισσότερες από 20 άλλες πολιτείες των ΗΠΑ, αλλά και τον ρόλο που πρέπει να διαδραματίσει η ρήτρα ίσης προστασίας του Συντάγματος, σε υποθέσεις που αφορούν διακρίσεις εις βάρος των τρανς ατόμων.
Ο νόμος του Τενεσί απαγορεύει τη συνταγογράφηση φαρμάκων που καθυστερούν την εφηβεία, το να προσφέρονται ορμονοθεραπείες ή να πραγματοποιούνται χειρουργικές επεμβάσεις αλλαγής φύλλου. Αξίζει όμως να σημειωθεί πως επιτρέπει τις ίδιες θεραπείες, για άλλους σκοπούς. Το πρωταρχικό ερώτημα για τους δικαστές δεν είναι αν η απαγόρευση αυτή είναι σοφή ή σύμφωνη με τις απόψεις των ιατρικών εμπειρογνωμόνων, αλλά αν ο νόμος κάνει διακρίσεις με βάση το φύλο. Εάν κάνει διακρίσεις τότε τίθεται σε εφαρμογή μια απαιτητική μορφή δικαστικού ελέγχου, ο λεγόμενος και ως «αυξημένος έλεγχος». Η υπόθεση αυτή ορισμένα περίεργα χαρακτηριστικά, καθώς οι δικαστές αρνήθηκαν να εξετάσουν το αν οι γονείς έχουν δικαίωμα να λαμβάνουν ιατρικές αποφάσεις για λογαριασμό των παιδιών τους.
Τρεις οικογένειες και ένας γιατρός άσκησαν αγωγή για να αμφισβητήσουν το νόμο του Τενεσί και η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν τάχθηκε υπέρ τους. στο πλευρό τους. «Είναι αδύνατο να γίνει διάκριση εις βάρος ενός ατόμου επειδή είναι ομοφυλόφιλο ή τρανς χωρίς να γίνει διάκριση εις βάρος του ατόμου αυτού με βάση το φύλο», ανέφερε ένας δικαστής, με έναν δεύτερο να απαντά πως «δεν υπάρχει ούτε ένα ίχνος απόδειξης ότι οποιοδήποτε μέλος του Κογκρέσου ερμήνευσε το νομοθετικό κείμενο με αυτόν τον τρόπο».
Ο νόμος του Τενεσί για τα τρανς άτομα και άλλοι παρόμοιοι θα παραμείνουν αντικείμενο νομικών αμφισβητήσεων
Ο εν λόγω νόμος απαγόρευε τις διακρίσεις στον χώρο εργασίας «λόγω φύλου», ενώ η ρήτρα ίσης προστασίας της 14ης τροπολογίας είναι γραμμένη με γενικούς όρους και έχει ερμηνευθεί για να καθιερώσει ένα αναλυτικό πλαίσιο και όχι κατηγορηματικούς κανόνες. «Εάν, για παράδειγμα μια πολιτεία απαγορεύει σε έναν έφηβο που έχει εκ γενετής εκχωρηθεί σε γυναίκα να λάβει τεστοστερόνη για να ζήσει ως άνδρας, αλλά επιτρέπει σε έναν έφηβο που έχει εκ γενετής εκχωρηθεί ως άνδρας να λάβει την ίδια μεταχείριση, η πολιτεία έχει στηριχθεί σε μια ταξινόμηση με βάση το φύλο - και επομένως πρέπει να δικαιολογήσει τον νόμο της με αυξημένο έλεγχο», ανέφερε στο υπόμνημα της η γενική εισαγγελέας των ΗΠΑ, Elizabeth B. Prelogar.
Σημείωσε, επίσης, ότι ο νόμος του Τενεσί αναφέρεται στο φύλο με πάρα πολλές λέξεις, με κείμενο που λέει ότι η πολιτεία είχε συμφέρον να «ενθαρρύνει τους ανηλίκους να εκτιμούν το φύλο τους και όχι να περιφρονούν το φύλο τους». Την ίδια ώρα ο γενικός εισαγγελέας του Τενεσί, δήλωσε στους δικαστές ότι ο νόμος της πολιτείας του «δεν περιλαμβάνει καμία ταξινόμηση κατά φύλο». «Τραβάει μια γραμμή μεταξύ των ανηλίκων που αναζητούν φάρμακα για τη μετάβαση του φύλου και των ανηλίκων που αναζητούν φάρμακα για άλλους ιατρικούς σκοπούς. Και τα αγόρια και τα κορίτσια εμπίπτουν και στις δύο πλευρές αυτής της γραμμής», συμπλήρωσε.
Ο δικαστής του Ομοσπονδιακού Περιφερειακού Δικαστηρίου του Νάσβιλ αποφάσισε υπέρ των προσφευγόντων το 2023, αποδεχόμενος σχεδόν όλα τα επιχειρήματά τους. «Το δικαστήριο αντιλαμβάνεται ότι η σημερινή απόφαση πιθανόν να ρίξει παραπάνω λάδι στη φωτιά σχετικά με τα δικαιώματα των τρανς ατόμων στις ΗΠΑ», τόνισε. Στη συνέχεια ο δικαστής Ρίτσαρντσον, που διορίστηκε από τον Ντόναλντ Τραμπ, είπε ότι οι προσβάλλοντες δεν είχαν το δικαίωμα να αμφισβητήσουν την απαγόρευση της χειρουργικής επέμβασης και ότι αυτό το κομμάτι του νόμου δεν βρίσκεται ενώπιον των δικαστών, με αποτέλεσμα οι οικογένειες και η διοίκηση να καταθέσουν χωριστές αιτήσεις για την επανεξέταση από το Ανώτατο Δικαστήριο.
Η αίτηση των οικογενειών έθετε δύο ερωτήματα: αν ο νόμος παραβιάζει τη ρήτρα ίσης προστασίας και αν προσκρούει στο «θεμελιώδες δικαίωμα των γονέων να λαμβάνουν αποφάσεις σχετικά με την ιατρική περίθαλψη των παιδιών τους». Η διοίκηση προέβαλε μόνο τον ισχυρισμό περί ίσης προστασίας, με το δικαστήριο να κάνει δεκτή την αίτηση της διοίκησης και το ζήτημα των γονικών δικαιωμάτων να μην τίθεται άμεσα ενώπιον των δικαστών.
Σύμφωνα με τους NYT, ο νόμος του Τενεσί και άλλοι παρόμοιοι θα παραμείνουν αντικείμενο νομικών αμφισβητήσεων, ακόμη και αν οι δικαστές απορρίψουν το επιχείρημα της ίσης προστασίας. Οι νόμοι που αμφισβητούνται για λόγους ίσης προστασίας υπόκεινται συνήθως σε χαλαρό και υποχωρητικό δικαστικό έλεγχο που ονομάζεται έλεγχος ορθολογικής βάσης.
Αλλά οι νόμοι που εισάγουν διακρίσεις λόγω φύλου υπόκεινται σε αυξημένο έλεγχο, ο οποίος απαιτεί από τα κράτη να αποδείξουν ότι οι νόμοι σχετίζονται ουσιαστικά με την επίτευξη ενός σημαντικού κρατικού στόχου, κάτι που αποτελούσε και αποτελεί ένα σημαντικό εμπόδιο.
Με πληροφορίες από New York Times