ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ

ΒΓΑΛΕ ΑΠΟ ΜΕΣΑ ΣΟΥ Ο,ΤΙ ΚΡΥΒΕΙΣ Ή ΦΟΒΑΣΑΙ ΝΑ ΠΑΡΑΔΕΧΤΕΙΣ.
 
 

Όλοι έχουμε πράγματα που θέλουμε να τα βγάλουμε από μέσα μας. Αλλά διστάζουμε να τα παραδεχτούμε ακόμα και στους πιο κοντινούς μας ανθρώπους. Όμως, αμαρτία εξομολογημένη, αμαρτία δεν είναι...

ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΣΕ ΙΑΤΡΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ Ή ΕΙΝΑΙ ΕΚΤΟΣ ΤΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΤΗΣ ΣΤΗΛΗΣ ΔΕΝ ΕΓΚΡΙΝΟΝΤΑΙ
ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΟΥ
9.8.2015 | 15:12

Μια φορά κι έναν καιρό...

Μια φορά κι έναν καιρό, πολλά, πολλά, χρόνια πριν, ζούσε ένα αγοράκι.Το αγοράκι με το που γεννήθηκε ήταν διαφορετικό από τα άλλα.Ήταν κατά κάποιον τρόπο ελαττωματικό, κάτι του έλειπε, που το είχαν τα άλλα αγοράκια, αλλά εκείνο δεν το είχε.Το αγοράκι δεν έμαθε ότι είχε ένα σημαντικό ελάττωμα.Μέχρι που τα χρόνια περνούσαν και ανακάλυπτε ότι οι γύρω του τον κορόιδευαν. Τον έλεγαν ελαττωματικό με τον τρόπο τους.Ρώτησε τους γονείς του τί είναι ελαττωματικός.Εκείνοι του είπαν ότι δεν υπάρχει λέξη ελαττωματικός για τον άνθρωπο.Για τους ανθρώπους υπάρχει μόνο η λέξη διαφορετικός.Υπάρχει η λέξη μοναδικός, ιδιαίτερος, υπέροχος, όπως πρέπει ναναι όλοι οι άνθρωποι.Του εξήγησαν ότι κάτι δε λειτουργεί σωστά πάνω του, αλλά αυτό δε θα πρέπει να τον επηρεάζει. Αν τον επηρεάσει, αυτό θα έχει συνέπειες και σε άλλα στοιχεία πάνω του και θα γίνει ένας μίζερος άνθρωπος.Υπάρχει φάρμακο για να μη στενοχωριέται, αλλά αυτό το φάρμακο θα πρέπει να το βρεις μόνος του. Όμως αν το βρει και το ξεχάσει, θα γίνει ελαττωματικός, θα γίνει ένα απλό εξάρτημα και θα πάψει να ναι διαφορετικός.Τα χρόνια περνούσαν και τα παιδιά ακόμη τον κορόιδευαν.Μέχρι που μια μέρα ανακάλυψε το φάρμακο.Άρχισε να γελά, να σατιρίζει τα όσα του συνέβαιναν.Και ξαφνικά ξέχασε τις άσχημες μέρες, ξέχασε ότι τον έλεγαν ελαττωματικό, γέλαγε και ένιωθε διαφορετικός.Άρχισε να κάνει βόλτες στη μεγάλη πόλη και έβλεπε και άλλους ανθρώπους, πολλούς ανθρώπους, που οι άλλοι τους λέγανε ελαττωματικούς, όμως εκείνοι αισθάνονταν διαφορετικοί. Άρχισαν να του μιλάνε και να του λένε να οργανωθούν, να ξεσηκωθούν, να βγουν στους δρόμους για να κερδίσουν το χαμένο χρόνο και να νιώσουν κανονικοί άνθρωποι. Το αγόρι φοβήθηκε και αρνήθηκε.Τα χρόνια πέρναγαν και δε γελούσε τόσο συχνά πια. Σκεφτόταν τα λόγια των γονιών του και φοβόταν μήπως γίνει εξάρτημα, αφού πια δε θα χαμογελά.Ένα βράδυ, έκανε βόλτα και είδε τους διαφορετικούς να έχουν γίνει ίδιοι. Άρχισαν να διαδηλώνουν για να γίνουν ίσοι με τους άλλους, όμως έτσι έχασαν τη μοναδικότητά τους, τη διαφορετικότητά τους.Άρχισε να κλαίει και να τρέχει, να τρέχει, να τρέχει...Σταματά σε μια γέφυρα και κοιτάζει προς τη θάλασσα.Αισθανόταν ήρεμος.Ξαφνικά κάποιος τον σκουντάει στην πλάτη, του δίνει χαρτομάντηλο.Το αγοράκι χαμογέλασε μετά από πολύ καιρό.Του χαμογέλασε και ο ξένος.Ο ξένος ήταν κι αυτός αγόρι.Άρχισαν να βολτάρουν στη Χριστουγεννιάτικη Πολιτεία.Το βράδυ έγινε πρωί, το πρωί βράδυ, το καλοκαίρι χειμώνας και ο χειμώνας άνοιξη.Και το αγόρι, πήγε να φιλήσει το αγοράκι.Το αγοράκι κατάλαβε γιατί ήταν διαφορετικό.Και το αγόρι πήγε να κάνει κάτι, που το αγοράκι δεν το θεώρησε αγνό.Και το αγοράκι κατάλαβε γιατί ήταν ελαττωματικό.Γιατί κατάλαβε ότι ποτέ δε θέλει να συνδέσει το σώμα του με τη ψυχή του. Την ύλη και το είναι του, με ένα άλλο αγόρι, γιατί κατάλαβε ότι αυτό θα ήταν μόνο για ένα βράδυ.Και έφυγε.Και έμεινε για πάντα ελαττωματικός.Γιατί δε χαμογέλασε ποτέ ξανά.Και καμιά φορά γίνεται ξανά διαφορετικός, όταν του χαμογελούν στο δρόμο και εκείνος δε χαμογελά, αλλά μόλις στρίψει στο στενό, χαμογελά κι εκείνος..."το αγόρι με το χαμόγελο"
 
 
 
 
Scroll to top icon