Διαβάζω πολλές εξομολογήσεις περί μοναξιάς και είπα να γράψω και την δικιά μου ιστορία, με αρκετές λεπτομέρειες ώστε να καταλάβετε τι έχω περάσει αλλά αρκετά συνοπτικά για να μην γεμίσω την κεντρική σελίδα των εξομολογήσεων. Από μικρός ήμουν μέτριος σε όλα, τίποτα το ιδιαίτερο είτε στα μαθήματα είτε στα αθλήματα. Δεν είχα φίλους, μόνο άτομα με τα οποία έκανα παρέα στα διαλείμματα, άτομα σαν εμένα, χωρίς φίλους αλλά χωρίς ποτέ να εξελιχθούν σε κάτι άλλο. Όσες γνωριμίες έκανα ήταν γραφτό να αποτύχουν επειδή ήμουν πάντα ειλικρινής σε όλα και οι άνθρωποι θέλουν να ακούνε πάντα τα ωραία λόγια, όχι τα ωμά και αληθινά και εγώ δεν ήθελα να συμβιβαστώ καθώς είμαι αντιδραστικός από την φύση μου. Δεν εργάστηκα ποτέ μου για πολύ καιρό, έχω κάνει πολλές δουλειές αλλά όλες ήταν από μερικές ημέρες μέχρι μερικές βδομάδες, αυτό μέχρι και τώρα που το γράφω στα 28μισό μου. Δεν έχω καλές σχέσεις με τους συγγενείς μου και από πρώτου βαθμού συγγένειας έχω μόνο την μητέρα μου με την οποία μένω και ζω χάρις στην σύνταξή της. Από τότε που χώρισα, πριν 2 χρόνια, δεν έχω κάνει κάποια σοβαρή γνωριμία. Πολλοί βλέπω ότι γράφουν πέρι μοναξιάς χωρίς να ξέρουν τι πάει να πει μοναξιά. Μοναξιά είναι να μην έχεις κανέναν να μιλήσεις, απολύτως κανέναν, και να νιώθεις πως κοινωνικοποιείσαι απλά μπαίνοντας σε τίποτα chat rooms και συζητώντας περί ανέμων και υδάτων με εντελώς αγνώστους, λες και γνωρίζεστε καιρό και υπάρχει αυτή η ελάχιστη οικειότητα ώστε να μπορεί να δικαιολογεί την επικοινωνία. Δεν κλαίω τη μοίρα μου επειδή μου έχουν τύχει και μερικά καλά έως πολύ καλά πράματα σε αυτά τα 28 και κάτι έτη που υπάρχω σε αυτόν τον πλανήτη, αλλά αυτά ήταν μερικές μέρες μόνο στις 365 του αντίστοιχου έτους. Δηλαδή, αν έπρεπε να ζορίσω την μνήμη μου και να θυμηθώ 10 πραγματικά καλές μέρες της μέχρι τώρα ζωής μου που να ήμουν πραγματικά ευτυχισμένος και χωρίς κανένα άγχος ή πίεση για το οτιδήποτε, νομίζω οι 8 από τις 10 θα ήταν στην παιδική μου ηλικία, όταν ήμουν 8-9 χρονών και οι γονείς μου με άφηναν στην γιαγιά μου και πήγαιναν αυτοί διακοπές σε νησιά τα καλοκαίρια και απλά όλη μέρα έβλεπα παιδικά στην τηλεόραση, διάβαζα κόμιξ και μιλούσα με την γιαγιά μου, και έτρωγα από έξω επειδή η γιαγιά μου δεν μαγείρευε. Και οι 2 καλές μέρες της μετέπειτα ενήλικης ζωής μου, ήταν ενώ ήμουν σε σχέση που είχα πουλήσει ένα σπίτι που είχα κληρονομήσει και με τα χρήματα απλά έπαιρνα ό,τι ήθελα, 2 μέρες μόνο επειδή μετά έπαψε να με ενθουσιάζει το ίδιο όλη αυτή η καταναλωτική μανία και βαρέθηκα να ξοδεύω. Μοναξιά σημαίνει να μην σε νοιάζει καν το "χειρότερο πιθανό σενάριο" που όλοι υποσυνείδητα φοβόμαστε, δηλαδή ή να καταλήξεις άστεγος και άπορος είτε στην φυλακή. Απλά δε σου καίγεται καρφί επειδή δεν θα στεναχωρήσεις κάποιον που αγαπάς, μόνος σου είσαι τώρα και μόνος σου θα είσαι και τότε, δεν γίνεται να φοβηθείς κάτι που φοβίζει τους συνηθισμένους, τους φυσιολογικούς ανθρώπους που έχουν σχέσεις, φίλους, παρέες, δουλειά, κτλπ. Όταν δεν έχεις τίποτα να χάσεις, δεν φοβάσαι τίποτα. Μοναξιά θα πει να κάνεις βόλτες μόνος σου και να πλησιάζεις παρέες ανθρώπων ή να στέκεσαι κοντά σε ένα πολυσύχναστο μέρος, μία πλατεία π.χ. απλά για να νιώθεις πως αποτελείς μέρος μίας άτυπης ομάδας ή παρέας, ενός κοινωνικού συνόλου. Μοναξιά είναι να μην μπορείς να ταυτιστείς με το πρόβλημα κανενός και κανείς να μη μπορεί να ταυτιστεί με το δικό σου, τόσο διαφορετικά νιώθεις σε σχέση με την μάζα. Μοναξιά σημαίνει να ανυπομονείς να περάσει η ώρα και απλά να πας να κουκουλωθείς στο κρεβάτι σου ώστε να μην σκέφτεσαι πλέον πόσο μόνος είσαι στη ζωή και απλά να κοιμηθείς.Μοναξιά είναι ενώ δεν έχεις κανέναν εικονικό φίλο, να έχεις φβ και απλά να παρατηρείς σιωπηλά τα προφίλ των παλιών σου συμμαθητών, σχέσεων, γνωστών και απλά να μιζεριάζεις που η δικιά σου ζωή είναι στάσιμη και βαλτώνει ενώ οι ζωές όλων (εκτός από τις 2 κατηγορίες ανθρώπων που έγραψα παραπάνω) συνεχίζουν να αλλάζουν, είτε προς το καλύτερο είτε προς το χειρότερο, αλλά αλλάζουν, υπάρχει μία εξέλιξη, μία ροή, κάτι. Μοναξιά είναι να εύχεσαι να ήσουν ο οποιοσδήποτε άλλος εκτός από αυτό το μοναχικό άτομο,αυτή τη σκοτεινή σιλουέτα, που είσαι. Αυτό θα πει μοναξιά.