Ακύμαντα, βαλτώδη νερά σε ολόκληρη τη χώρα. Η τρίτη, μες την ίδια χρονιά, προσφυγή στις κάλπες έχει οδηγήσει σε ένα ακόμη «στάσιμο»-προτού ξεκινήσει ο χορός των βατράχων.
Στις όχθες του έλους φύονται μπόλικα βούρλα. Ανωφελείς κώνωπες πολλαπλασιάζονται με ταχύτατους ρυθμούς. Με το αηδιαστικά κολλώδες δέρμα τους να λιάζεται στον Σεπτεμβριανό ήλιο, κοάζουν και πάλι τα βατράχια. Ξαμολούν τη γλώσσα τους ένα γύρω για να αγκιστρώσουν κάνα ασύντακτο κουνούπι. Πηδούν άτεχνα από κομματικό νούφαρο σε κομματικό ψηφοδέλτιο, τσαλαβουτούν στα βουρκώδη της εξουσιολαγνικής αποφοράς, συνουσιάζονται ακρίτως κι αδιακρίτως. Όσο περιμένουν την πριγκιποπούλα κάλπη να τους ασπαστεί σφόδρα, μπας και τους μετατρέψει σε «πρίγκιπες», δεν παραλείπουν να χάφτουν μύγες με περισσή σπουδή.
Παρά τη φαινομενική απάθεια και τη ράθυμη στάση, τα εξώφθαλμα μάτια τους κάνουν βόλτες σα παλαβά μέσα στις κόγχες, μην τους ξεφύγει κάνα ξέμπαρκο ψηφοεντομάκι και δεν το καταπιούν. Αλαζόνες προγάστορες που μεταπηδούν, αράζουν, ξαναπηδούν και κοάζουν τηλεοπτικώς χαμαίζηλες κοινοτοπίες.
Γυρολόγοι γυρίνοι παραδίπλα τους, κολυμπούν αναζητώντας έρεισμα και καταφύγιο. Διακαώς επιθυμούν να «τρυπώσουν» για να τραφούν καλά και να μετατραπούν κι αυτοί σε εύσαρκους μπάκακες.
Οι πιο χωμένοι στο βούρκο της διαφθοράς, κοάζουν δυνατά πως είναι «ανένταχτοι», «αγωνιστές», «υπερκομματικοί», «ανεξάρτητοι», μπας και διώξουν μακριά τους ελάχιστους εναπομείναντες, περήφανους αετούς...
Νεόκοπη γλίτσα και ασίγαστη εξουσιομανία, στο ίδιο ελώδες και νοσηρό περιβάλλον. Από το οποίο, κατά ένα περίεργο τρόπο, όλοι αντλούν το κατιτί τους. Στα λιμνάζοντα ύδατα του πολιτικού, οικονομικού και κατ' επέκτασιν κοινωνικού βίου, ο χρόνος δεν κυλά. Ούτε πηγή ορμητική καθαρίζει την κόπρο του Αυγεία που έχει επικαθίσει στον πυθμένα, καθιστώντας δύσοσμη κι ασφυκτική την ατμόσφαιρα.
Στη βαλτωμένη επί μακρόν Ελλάδα, ανεπρόκοποι ολετήρες επανεμφανίζονται ως σωτήρες. Κρατικοδίαιτοι μη λιτοδίαιτοι και ανίκανοι ανίδεοι, ως επαΐοντες. Τυμβωρύχοι της εξουσίας και τυρβάζοντες περί άλλων, ως προστάτες της εθνικής μας υπόστασης.
Επαμφοτερίζοντες δήθεν νεωτερίζοντες, ως υπέρ αδυνάτων. Ανεπάγγελτοι, επαγγέλλονται ανάπτυξη. Μικρόνοοι, υπόσχονται τα μέγιστα. Τραμπούκοι που απεκδύθηκαν τον φασιστικό μανδύα μα τον φορούν σώβρακο κατάσαρκα, ως «δημοκράτες». Ξενόφοβοι και ρατσιστές, σε «υπερασπιστές» των προσφύγων της Συρίας, που κύματα-κύματα χτυπούν στα βράχια των νησιών μας ή χάνουν τα παιδιά τους, στα πελάγη της κρατικής αδιαφορίας και της διεθνούς εμπορίας.
Οι πιο χωμένοι στο βούρκο της διαφθοράς, κοάζουν δυνατά πως είναι «ανένταχτοι», «αγωνιστές», «υπερκομματικοί», «ανεξάρτητοι», μπας και διώξουν μακριά τους ελάχιστους εναπομείναντες, περήφανους αετούς...
Μέσα σε όλον αυτόν τον προεκλογικό ζόφο, μια μυστηριακή φράση πλανάται: «Κάτι να αλλάξει». Λες να είναι αυτή η πεθυμιά μας, το κλειδί στην αμπαρωμένη πόρτα του αύριο; Της μάγισσας το ραβδάκι, που θα κάνει την πέτρα χρυσάφι και τα τρεις φορές μη σκισμένα μνημόνια, άφαντα; Λες να ορίσει η μέγιστη κρίση, την ορθότερη κρίση των αδιευκρίνιστων ψηφοφόρων; Όλων εμάς, των σκιαγμένων καναπεδάτων και των σαλαγημένων προβάτων;
Στο έλος των κομμάτων και των παθογενών τους ανομημάτων, τσαλαβουτάνε στην πιο βαθιά συντήρηση, τα ίδια πάλι βατράχια της μικροαστικής απολίτικης νοημοσύνης ή της διαχειριστικής αιθεροβαμοσύνης. Ζαρωμένα μυαλά με καχυποψία άγνοιας, αλαζονεία θώκου και σύμπλεγμα μετριότητας. Γλώσσες μακριές, κολλώδεις εκφράσεις ικανές να καταπιούν τις φτερουγίζουσες ψήφους εν ριπή οφθαλμού. Ο λόγος τους, ακόμη μια φορά, υποσχετικός. Διαχέεται κατευναστικά στο μουδιασμένο από την ανεργία, την οικονομική και ηθική εξαθλίωση, την αδυναμία κάλυψης βασικών βιοτικών αναγκών, εκλογικό σώμα.
Το όραμά τους για τον τόπο έχει λάβει την ίδια πάλι σάρκα και οστά που τρίζουν, σα το ξύλινο ποδάρι της γιαγιάς μας. Μιας χώρας που στηρίζεται σε δανειακά δεκανίκια κι εκλιπαρεί ξενόφερτους αγήνορες. Μα, κατακεφαλιάζει με τη μαγκούρα τα παιδιά της, ζητώντας τους να βουτηχτούν ως το λαιμό, στο «αγγειό»...
Το μούχρωμα του δειλινού, καθώς η χώρα ρίχνει ένα ακόμη μακροβούτι, δεν είναι χρωματικοί προσδιορισμοί του όποιου δεξιόστροφου ή αριστερόστροφου κοχλία που κοχλάζει, βράζοντας στο προεκλογικό ζουμί του. Είναι η μικρή παλέτα της ελπίδας πως παρά τον δραματικό εγκλωβισμό μας στις ατραπούς του παρόντος, μπορούμε να αναζητήσουμε και (γιατί όχι;) να αναδείξουμε τους αληθινούς «πρίγκιπες».
Αυτούς που στο βάθος του μυαλού τους, περισσεύει λίγο καθάριο χρώμα κι όχι κόμμα. Αυτούς που το φιλί της εξουσίας, δεν θα μετατρέψει -ακόμη μια φορά σε τούτη τη χώρα- σε... βατράχους!
σχόλια