αδιαφορία
κλείσε τα μάτια.
κοιμήσου,ξύπνα.
ένας άντρας συνοδεύει
δυο χαμογελαστά μικρά πρόσωπα,
δεν προσέχουν τα δάκρυα
που κυλάνε στα μαγουλά του.
σε ένα μικρό καφε
η μουσική παίζει δυνατά,
είναι τα γέλια όμως
που καλύπτουν τον ήχο από αναφιλητά.
βλέμματα εχθρικά.
μίσος,αδιαφορία.
ένας γέρος ψάχνει χώρο
στον κοινόβιο αυτό τάφο,
ονειρεύεται την φωτια στο καντήλι
που κανείς -ποτέ του- δεν θα ανάψει.
σε ένα σκοτεινό στενό
η σιωπή εκκωφαντική,
δύο μαραμένα πρόσωπα
περιμένουν κάποιον πελάτη να φανεί.
I.K.
Αθήνα,Φεβρουάριος'16
ένα κόκκινο φανάρι
Συνέβη προχθές.
Μία ακόμα σκηνή πνιγμένη στους
χαοτικούς ρυθμούς της πόλης.
Κίνηση,κόρνες,βρισιές
και ένα κόκκινο φανάρι.
Στη γωνιά ένα παιδί,
με ξεσκισμένα ρούχα
και μάτια που λάμπουν
δείχνει χαμένο..τι λάμψη!
Μου κάνει νόημα.
Εγώ-εθισμένος στο χάος αυτό-τον αποθώ
μα επιμένει.
Το πίσω μου τζάμι βρώμικο.
Το ξέρω,το βλέπει.
Νιώθω νικημένος.
Ψάχνω να βρώ δυό δεκάρες,
του κάνω νόημα και κατεβάζω το τζάμι.
Τις παίρνει και τότε κάτι μαγικό συμβαίνει.
Ένα χαμόγελο παλεύει να ξεσκίσει στα δύο
ένα πρόσωπο που αστράφτει.
Ένα-σαν κανένα άλλο- ευχαριστώ.
Και εγω;
Κατά δυό δεκάρες φτωχότερος.
Όμως -γιατι;- νιώθω μόνο κερδισμένος.
I.K.
Αθήνα,Ιανουάριος'16
ένας ευτυχισμένος θάνατος
Ξημερώματα Κυριακής στην πόλη.
Σε ένα στενό οι πρωινές αχτίδες
του ήλιου ξεγλιστρούν απο τις
φυλλωσιές που σχηματίζουν
οι πολυκατοικίες.
Ένας ταξιδιώτης για μία στιγμή
αποκτά συντροφιά,ύστερα μένει πάλι μόνος.
Λίγο πιο πέρα,ένας άστεγος τρώει έξω από
έναν-με κατεβασμένα ρολά- φούρνο
το τελευταίο του ίσως γεύμα.
Στη γωνιά,ένας μετανάστης ψάχνει
-πάνω απο τα σκουπίδια- την αξιοπρέπεια
του παρελθόντος την ώρα που
ο γεράκος απέναντί του στήνει
στο πεζοδρόμιο τον πάγκο των εφημερίδων.
Όλα τριγύρω μαρτυρούν την ύπαρξη ζωής,
όμως εσύ,ξέρεις πως ένας -ακόμη-
ευτυχισμένος θάνατος παίρνει σάρκα και οστά
μπροστά στα ίδια σου τα μάτια.
Ίσως αν...Τι περιμένεις; πράσινο!
Ι.Κ.
Αθήνα,Ιανουάριος '16
σχόλια