i.
7:23 Το κεφάλι μου ακόμη είναι σε άθλια κατάσταση... Κάτσε να δω τη θυμάμαι
Μάρκος, τριανταπεντάρης ανύπαντρος και φευγάτος. Ναι, αυτός είμαι εγώ.
Ηλίθια κινητά, απορώ που χρησιμεύουν. Χτυπάει σα μανιασμένο! Να πάρει, η μάνα μου, τι να θέλει πάλι; Από τότε που συνταξιοδοτήθηκε το ΄χει γυρίσει στις πολιτικές αναλύσεις, δεν έχω όρεξη να μιλήσω για πολιτική, στο κάτω-κάτω δεν έχω ιδέα. Επιμένει, εγώ πάντα παραιτούμαι εύκολα. Έχει δίκιο, δεν της μοιάζω.
<<Αγόρι μου! Χρόνια Πολλά!>> η ενθουσιώδης μητέρα μου, μήπως και να της πω κι ευχαριστώ;
<<Ευχαριστώ, μητέρα.>> της ρίχνω κι ένα συγκαταβατικό χαμόγελο, άδικος θεατρινισμός αφού δεν με βλέπει.
<<Αχ! Γιε μου πως είσαι..;>> συνεχίζει να μιλάει, αλλά εγώ όποτε ξεκινάει να μιλάει μ' ένα αχ μπροστά απ΄την φράση απομακρύνω τη συσκευή απ΄τους ακουστικούς μου πόρους, πάντα. Πάντα.
Ναι, μαμά κι έμενα μου ΄χεις λείψει. Ναι, όποτε μπορέσω θα 'ρθω να σε δω. Αλλά πνίγομαι απ΄την δουλειά. Όχι, μην έρθεις... όχι, πως, θέλω. Μα να λείπω συνέχεια για δουλειά, είμαι σημαντικός για κείνους μαμά. Μην...μην ανησυχείς θα νοικοκυρευτώ κι εγώ , κάποια στιγμή. Όχι, ναι, σύντομα. Κι εγώ σ' αγαπώ, πρέπει να κλείσω, η δουλειά...Θυμάσαι; είμαι σημαντικός θυμάσαι;
Τέλειωσε κι αυτό, τελικά από σήμερα είμαι ο Μάρκος, τριανταεξάρης, ανίκανος να βρει σύντροφο και... φευγάτος. Πολύ φευγάτος.
Και τώρα, ώρα να ετοιμαστώ για την σημαντική δουλειά μου, είμαι σημαντικός εγώ. Και τώρα τριανταεξάρης, απαίσιο νούμερο. Βέβαια και για το τριαντιαπέντε είχα τις αμφιβολίες μου, αλλά όσο να πεις πέρασε. Μπίρα για πρωινό και έτοιμος.
Η μέρα είναι αποπνικτικά ζεστή, πως μου 'ρθε πριν μερικά χρονάκια να βγω από ένα περιβάλλον με έτοιμο φάι και σταθερή θερμοκρασία και να βρεθώ εδώ; Με τέτοια ζέστα;
Το μόνο που μπορώ να καταλάβω είναι γιατί έκλαιγα, ήταν προφητικό κλάμα, υποθέτω. Πλέον δεν κλαίω, αλλιώς θα κλαίγε συνέχεια. Κάτσε να δω ώρα...
ii.
9:32 Πάλι καθυστερημένος... Το βλέμμα του προϊσταμένου πέφτει πάνω μου άγριο, μάλλον δεν ξέρει ότι σαν σήμερα γεννήθηκα. Σαν σήμερα ξεκίνησε το ταξίδι μου για το θάνατο. Για κάποιους ο θάνατος ήταν το τέλος, το τέρμα, για άλλους ήταν μια υπέροχη αρχή. Προσωπικά δεν μ' ένοιαζε. Ούτε η ζωή με πολυ-ένοιαζε ούτε το τι μου έλεγε αυτός ο μαλάκας τώρα με πολυ-ένοιαζε.
«Έχετε δίκιο!»
«Φυσικά και ΕΧΩ! Κοίτα, με κάνεις να φωνάζω μπροστά στον κόσμο!» Ναι σίγουρα εγώ ήμουν το πρόβλημα.
«Άντε, πήγαινε να καθαρίσεις τις χέστρες. Χτες πάλι τις ξέχασες βρόμικες. Εδώ είμαστε σοβαρή επιχείρηση. Αν δεν μπορείς να το σεβαστείς δεν ανήκεις εδώ.» πάλι πέταγε η φλεβίτσα στο κρόταφο, πότε επιτέλους θα πάθαινε εκείνο το εγκεφαλικό να ησυχάζαμε όλοι; Σιγά μην μας έκανε τη χάρη.
«Έλα Μπιλλάκο, μην του φωνάζεις, έχει τα γενέθλια του σήμερα ο Μάρκος.. Χρόνια σου πολλά. » τι άγγελος αυτό το κορίτσι, σκέτος διάβολος. Θα τρέλαινε κόσμο, μόλις 18, τι λέω έχει τρελάνει...κι εγώ έχω τη διπλάσια ηλικία απ' αυτήν. Βέβαια, λίγο η πείρα η δικιά μου, λίγο τα κουνήματα της και θα μεγαλουργούσαμε εμείς οι δύο. Κάτσε να ξεφορτωθεί αυτό το χάχανο.
«Λες να με νοιάζει γλυκό μου; Κι η μάνα του να πέθαινε, εγώ τον θέλω τον τσογλαναρά την ώρα του. Έρχονται ώρες περικοπών Μαρκούλη. Θα πας στις χέστρες η θα επιδείξεις μια φορά στη ζωή σου αξιοπρέπεια και θα παραιτηθείς;» Τι ηλίθιος τύπος, λες και με πλήρωνε απ' τη τσέπη του. Τι ηλίθιο ύφος, ούτε να ειρωνευτεί δεν κατάφερνε, μια καρικατούρα παρέμενε. Ένας υπαλληλάκος της σειράς ήταν που χε πάρει πολύ σοβαρά τον εαυτό του. Ήταν ο μόνος που μπορούσε να τον πάρει, σοβαρά εννοώ. Νόμιζε ότι λίγη εξουσία τον εξυψώνει; Δεν ξέρει ότι στο πτώμα του θα κάνουν πάρτη τα σκουλήκια κι ότι την δουλειά που δεν καταφέρνει με την γυναίκα του, την καταφέρνω εγώ μια στο τόσο και κάποια άλλα φιλότιμα παιδιά;
Τέσπα, που λέει κι εκείνη. Η Μαιρούλα. Ώρα για χέστρες, είμαι σημαντικός εγώ μαμά.
11:42
Τέρμα οι χέστρες για σήμερα, πάω να σερβίρω τον κόσμο λίγα σκατά και να τον εγγυηθώ ότι είναι όοοοτι καλύτερο ακούμπησε τον απαίσιο, γλοιώδες ουρανίσκο τους. Για όνομα του Θεού(κι ας είμαι αγνωστικιστής) σε φαστ φουντ έρχεσαι υπολείμματα με μπόλικο λίπος και αλάτι σε σερβίρουμε, γι αυτό είναι τοοοόσο νόστιμα. Γι αυτό και ο κώλος σου.... Ναι τόσο λίπος δεν βρέθηκε τυχαία πάνω σου. Αν προσέχεις τι μου ρχεσαι εδώ; Ποτέ δεν ρωτάνε που να πάνε... ούτε κι εγώ θα ξέρα που να τους στείλω, δύστυχοι άνθρωποι, τρώτε σκατά και πληρώνετε γι' αυτά , λέτε κι ευχαριστώ.
iii.
11:46
Ώρα για μαλακία, σήμερα το πρωί δεν πρόλαβα. Σε λίγο θα τους σερβίρω, δεν θα εκραγούν απ' την πείνα. Σκατά, δεν έχω όρεξη. Α ρε Μπιλλάκο, η φωνή είναι εντελώς ανερωτική. Κι φάτσα μου το ίδιο, γιατί μέσα στις χέστρες έχουμε βάλει και καθρέφτη ποιος θέλει να κοιταχτεί εδώ μέσα; Εγώ πάντως δεν θέλω. Γενικά, δεν πολυγουστάρω να βλέπω την φάτσα μου, ποτέ δεν μου άρεσε ιδιαίτερα αλλά τώρα τελευταία έχει απογίνει το κακό. Τα μάτια μου έχουν κάτι μαύρους κύκλους, οι κρόταφοι μου γκριζάρουν κι πολύ φοβάμαι ότι μια φαλάκρα καραδοκεί , δεν φαίνεται τίποτα ακόμη. Αλλά εγώ τα βλέπω, βλέπω και το πρόσωπο μου συνέχεια κατσουφιασμένο. Η Άννα είχε δίκιο, είμαι το πρόσωπο της παραίτησης. Αλλά τελικά εκείνη «παραιτήθηκε» από μένα. Χα χα χα.. όχι, αυτό το πρόσωπο δεν κάνει για χαμόγελα και χαρές. Ούτε η διάθεση μου κάνει για μαλακία. Αυτό το τριαντα-έξι δεν μου κάθεται καλά.
11:58
«Ελπίζω να μην χέζεις εκεί μέσα, αλλιώς τη γάμησες! Οι τουαλέτες είναι άλλες για το προσωπικό...» η φάτσα μου του κόβει την φόρα. Είναι ένας ηλίθιος με εξουσία πάνω μου, στο βάθος το ίδιο μου κάνει.
«Μην ανησυχείς, τράβηξα καζανάκι.» Θα πρέπει να του χαμογέλασα.
14:34
Η ώρα δεν περνά. Η δουλειά αυτή είναι για τους χαμένους ή για όσους έχουν όνειρα για κάτι άλλο. Εγώ ανήκω μάλλον στους πρώτους, ούτε φοιτητής είμαι ούτε καλλιτέχνης παραγνωρισμένος απ΄το πλήθος, ούτε... ούτε... Κι ο βλαμμένος θ΄αποφασίσει τι θα πάρει επιτέλους; Πάλι καλά που υπάρχει κι η Μαιρούλα εδώ, ωραίο κομμάτι, κόμματος...
15:05
Διάλειμμα για φάι, μπίρα και τσιγάρο. Μόνο η μπίρα λέει, το φαΐ είναι για κλάματα. Μας δίνουν την σαβούρα της σαβούρας, αυτά λίγο πριν λήξουν και μας το χρεώνουν , είτε φάμε είτε όχι αυτή την επιτομή της αηδίας. Κλείνω τα μάτια μου για να αφουγκραστώ λίγο μακριά απ' τα φθαρμένα χρώματα που με περιβάλλουν. Είμαι κι εγώ φθαρμένος κι ας είμαι νέος, τώρα ξεκινάει η ζωή του άντρα: παιδιά, σκυλιά, γατιά, γυναικούλα και καμιά γκομενίτσα στο γραφείο, το κορίτσι για τις φωτοτυπίες με το ωραίο μπούστο. Το ωραίο αμάξι, τις πιστωτικές μου, τις λαδωματιές στην εφορία και τους κακοπληρωμένους υπαλλήλους. Αυτή η σκατοαλυσίδα απορριμάτων για το στομάχι θα πρεπε να 'ναι υπό την κατοχή μου. Αυτό σημαίνει ευτυχία.
Αλλά, βέβαια, στο 2012 είμαστε, το να 'χεις δουλειά σε κάνει ευλογημένο... σαν να 'χεις το κοκαλάκι της νυχτερίδας. Κι άμα είχες γκομενίτσα καλό θα 'ταν να την ξεφορτωθείς, ούτε την οικογένεια σου δεν θα μπορούσες να θρέψεις...ούτε... ούτε...
Μετά από αυτές τις σκέψεις ένιωσα κάπως καλύτερα, το τριαντα-έξι δεν ήταν και τόσο φοβερός αριθμός. Έπειτα πήγα στην τουαλέτα, των πελατών.
iv.
16:42
Άλλη μία ωρίτσα φιλαράκο υπομονή, μετά σπίτι, μπίρα... ίσως και ουίσκι, γιορτάζουμε σήμερα, έτσι δεν είναι;
v.
17:34
« Θα κάτσεις μέχρι τις 7 σήμερα, άργησες να 'ρθείς και έκανες μισή ώρα διάλειμμα παραπάνω απ΄το κανονικό. Αν νομίζεις ότι εδώ κάνουμε ελεημοσύνες είσαι γελασμένος μαλάκα.»
Μου τη δίνουν κάτι μαλάκες σαν αυτόν, ξέρεις σε ποιον μιλάς αχρείο πλάσμα; Ξέρεις; Ε: Γελοίε; Ε; Αποτυχημένε μπάσταρδε; Έκτρωμα της φύσης; Ξέρεις; Το φαντάστηκα. Ούτε κι εγώ.
ΑΝ δεν ήταν η κρίση μέσα μου, εδώ και χρόνια θα χα φύγει από δω μέσα δώδεκα χρόνια, πριν. Και να φανταστείς ότι εγώ του 'μάθα την δουλειά, είμαι μεγάλος μαλάκας έχει δίκιο.
20:34
Το σπίτι άδειο, βρωμοκοπάει όπως πάντα Το ψυγείο είναι εφοδιασμένο με μπίρες, όπως πάντα Κατ' άλλα το ψυγείο είναι άδειο. Κι εγώ είμαι άδειος.
22:45
Αυτό το πράμα που μου σέρβιρε ο τύπος είναι σκέτη βενζίνα
«Δεν πίνετε αυτό το πράγμα ! Να πάτε να γαμηθείτε!» έριξα το ποτήρι στον τοίχο, πέρασε ξώφαλτσα απ' τον μπάρμαν.
Πλακώθηκα μαζί του. Τον κέρδιζα, γιατί πάλευα χωρίς σκοπό. Για τη χαρά του παιχνιδιού, ξέρετε. Αλλά κάτι ανόητοι ήρθαν από πίσω και με κοπάνησαν.
Κάποιος πήγε να μου αρπάξει και το πορτοφόλι καθώς πάλευα. Είμαστε θλιβερά πλάσματα.
23:01
Με πέταξαν έξω. Δίπλα μου περνούσαν κάτι γκομενίτσες, άλλο πράμα. Νέα γενιά, εικοσάρες ή τριαντάρες σαν εικοσάρες. Πλάσαραν τα κάλλη τους. Αλλά κάποιος,κάπου, κάποτε... τους είχε
πει πως η υπέρμετρη γύμνια είναι αισθησιακή. Ακολουθούσαν την μόδα. Είχαν ένα ύφος... Τις λυπήθηκα πιο πολύ από μένα, τι έφταιγαν... μια ζωή θα δείχνανε κρέας και θα περιμένανε τον πρίγκιπα της σαπουνόπερας. Εμένα ούτε που με κοίταξαν, ούτε εγώ θα με κοιτούσα. Αλλά εκείνες δεν κοιτούσαν τίποτα γύρω τους, όχι ότι χάνανε τίποτα σπουδαίο.
23:05
Ένα καρτοτηλέφωνο ήταν μπροστά μου, ο αριθμός της σχηματίστηκε απ' τα χέρια μου. Ήμουν πολύ κουρασμένος , όχι μόνο απ΄τη σημερινή μέρα. Απ΄το άθροισμα όλων των ημερών που με βαραίνανε. Χρειαζόμουν μια γλυκιά φωνή.
«¨Αννι, μωρό μου...»
«¨οχι, παλιομαλάκα. Δεν είμαι η Άννα σου.» Η φωνή του Γιώργου στ' ακουστικό, χυδαία, όπως πάντα.
«Τότε δώσε μου την» Δεν είχα ορεξούλες για παιχνιδάκια, ήταν πολύ τυχερός που δεν ήταν μπροστά μου... αλλιώς...
«Ποιος είναι ρε Γιώργο; Και σου 'χω πει να μην βρίζεις μικρέ...» Η φωνή της είχε πάντα κάτι το γήινο που ισοπέδωνε τους ρεμβασμούς μου. Τα μαλλιά της θα μύριζαν, όμορφα, υποθέτω.
«Ο γνωστός μαλάκας. Καλά δεν το παράτησες εδώ και κάνα χρόνο το ρεμάλι;»
«Έλα, δεν είναι δική σου υπόθεση...»
«Άκου μπούλη, δώσε μου την αδερφή σου στο τηλέφωνο αλλιώς θα σε...»
«Θα με... τι;»
Ήταν εκείνη. Ήθελα να λυγίζω, ήθελα να την αγκαλιά της.. τριαντα-έξι χρόνια είναι αυτά και δεν ξέρω κι εγώ πόσα ακόμη έπονται...
«Γεια σου γλυκιά μου...σε σκέφτομαι...»
«Και νιώθεις μόνος. Κοίτα, Μάρκο, εμείς τελειώσαμε. Τελειώσαμε!» Το κλείσε η πουτάνα.
Μακάρι να ξέρε ν' άκουγε. Ήξερε όμως να αγκαλιάζει, όχι εμένα πλέον Κι ο ούτε ένα χρόνια πολλά δεν είπε, τόσα περάσαμε μαζί. Πρέπει μόνο αν περνάς καλά να θυμάσαι τον άλλον. Όχι, δεν είναι έτσι...
23:56
Η μέρα τελειώνει. Εγώ θα προσποιηθώ ότι κοιμάμαι. Το κάνω πολλά χρόνια. Τριαντά-εξι, γεμάτα, σε λίγο.
YouSendIt! /