Τέρμα σου λέω ! O άνθρωπος είναι γεννημένος δολοφόνος! Έπλασε και αυτόν τον μύθο ότι είναι ίδιος, «κατ΄εικόνα και ομοίωση» ενός τέλειου και υπέρτατου Όντος, που ονόμασε θεό και κάνει τα πάντα για να εξιλεωθεί για τη βία, που επιδεικνύει με την πρώτη ευκαιρία και με κάθε τρόπο.
Έτσι και ο Κωστάκης, 13 χρονών, τζιμάνι των κομπιούτερ, είδε και ζήλεψε τον γλάρο στην παραλία. Ελεύθερος αυτός, τέλειος, ταξιδιάρης, ανεξάρτητος! Τον ζήλευε έτσι που μπορεί να πετά ελεύθερα, μακριά. Μακάρι και αυτός να μπορούσε να πετά μακριά από τις φωνές της μαμάς του και τις παρατηρήσεις της γιαγιάς του, που μετά το θάνατο του παππού, τους κατσικώθηκε στο σπίτι μετατρεπόμενη σε βραχνά και γενικό δερβέναγα. Έκανε λοιπόν βόλτα εκεί στην παραλία να ξεθυμάνει από τον καβγά με τη μάνα του, που τον ξερίζωσε από τον υπολογιστή για να πάει επιτέλους στη θάλασσα, που ακόμα και στις διακοπές μένει αποβλακωμένος μπροστά στην οθόνη, δίνοντας έτσι την ευκαιρία και στη γιαγιά να αρχίσει τον εξάψαλμο αναφερόμενη επίσης στο σχολείο και στους βαθμούς του. Κι έτσι όπως ήταν θολωμένος, φεύγοντας για τη θάλασσα, είδε τον γλάρο. Τον έβλεπε ώρα, που πετούσε πάνω από τη θάλασσα για να προσγειωθεί μετά πάνω στο νερό. Κάτι έπιασε φαίνεται με το ράμφος του, κάτι μικρό, γιατί δεν έκανε μεγάλη χαρά. Μετά ξαναπέταξε στον μακρινό ορίζοντα όπου συναντήθηκε με έναν άλλο γλάρο και χόρεψαν μαζί. Τους κοίταζε ώρα πολλή. Τι όμορφα και δυνατά πουλιά σκέφτηκε! Μπουχτισμένος από τις φωνές της μάνας, τρομερά εκνευρισμένος και αγανακτισμένος, σκεφτόταν δυνατά «τι να ξέρεις εσύ βλαμμένη απ' αυτά; Εγώ βγάζω λεφτά! Τι να σου εξηγώ; Ότι γίνομαι ο καλύτερος παίχτης στο ίντερνετ και με πληρώνουν για να παίζω; Λέει η άλλη για βαθμούς. Τι σημασία έχουν αυτά; Αν οι καθηγητές μου ήξεραν αυτά που κάνω θα είχαν παρατήσει τη δουλειά τους για να δουλέψουν μαζί μου.»
Αποθαρρυμένος, αποκαρδιωμένος, απελπισμένος βλέπει τον γλάρο μακριά του, όχι πάρα πολύ μακριά του, να κοντοστέκεται στην ακτή, να στέκεται κι αυτός για να ρεμβάσει, να απολαύσει τη θάλασσα, τον απέραντο ουρανό, εκεί στην άκρη του βράχου. Τόσο όμορφος, τόσο δυνατός, τόσο αποφασισμένος για την επόμενη πτήση του. Ο Κωστάκης ρίχνει με φόρα τις πέτρες μέσα στη θάλασσα και κάθε φορά ταράζεται η σκέψη του και ανταριάζει. Χτυπά πιο πολύ το νερό για να ξεθυμάνει, να περάσει και η ώρα και να επιστρέψει στο «καθήκον του». Το μυαλό του φορτωμένο με οργή, οργή ανθρώπου εξαρτημένου που δεν βρίσκει το ναρκωτικό του. Κρατά την επόμενη πέτρα που θα ρίξει στη θάλασσα στο χέρι του. Τη ζυγίζει στη χούφτα του και χωρίς να το πολυσκεφτεί την εκσφενδονίζει στο γλάρο με τρομερή δύναμη, μίσος ανομολόγητο θα έλεγα. Η πέτρα βρίσκει τον γλάρο σαν σφαίρα και τον ξαπλώνει ευθύς κάτω.
Η πρώτη αντίδρασή του είναι αυτή μπροστά στην οθόνη. « Πάρε να έχεις μαλάκα! Μου κάνεις φιγούρα εμένα! Για να σε δω τώρα που σε ξάπλωσα !» Και περιμένει την επόμενη κίνηση του γλάρου. Όμως με μεγάλη του έκπληξη ο γλάρος δεν ξανασηκώνεται. Μένει εκεί ακίνητος. Ο Κώστας τον περιμένει λίγο και μονολογεί: «Για έλα τώρα! Για να σε δω! Come on! Come on!» Τίποτα. Καμία κίνηση, καμιά αντίδραση. Μπαίνει στον κόπο, ανήσυχος να περπατήσει μέχρι τον «αντίπαλο» για να δει το νεκρό γλάρο. Βλέπει τον εχθρό του ματωμένο από την πέτρα στα πλευρά να κείτεται άψυχος.
Είναι η πρώτη φορά, η μόνη στιγμή που κατάλαβε ότι αυτό το παιχνίδι δε θα έχει συνέχεια. Αυτό είναι το τέλος. Το αίμα έρεε από το πλευρό του γλάρου και λέρωνε το φτερό που εξασφάλιζε την ελευθερία του. Αετοί χωρίς φτερά, ο γλάρος και ο Κωστάκης, και οι δυο τρόπον τινά σε παρόμοια δεινή θέση. Σωματική ο ένας, συναισθηματική ο άλλος.
Τα μάτια των απανταχού ταξιδιωτών ξεκουράζονται παρατηρώντας τους γλάρους, αυτούς τους μόνιμους συντρόφους των θαλασσινών, αυτούς του μόνιμους ταξιδιώτες, αυτούς που πραγματικά αν υπάρχει υπέρτατο ον, αυτοί μιλούν κατευθείαν μαζί του, του λένε όλα όσα βλέπουν και όλα όσα αισθάνονται, προσπαθώντας να το συγκινήσουν, μήπως και σπλαχνιστεί τους φονιάδες. Το ευχαριστούν για το απέραντο γαλάζιο που τους έκανε δώρο, τον υπέροχο αυτό χώρο για να πετούν και να εκφράζουν την ευγνωμοσύνη τους, ενώ γίνονται μάρτυρες όλων των καταστροφών και των θανάτων. Και που συμβαίνει αυτό; Τι γίνεται; Αλλάζει κάτι;
Ο Κωστάκης ένιωσε πολύ άβολα, δεν καταλάβαινε αν έπρεπε να είναι στενοχωρημένος, αν διέπραξε έγκλημα, αν υπήρξε υβριστής. Στενοχωρήθηκε γιατί το παιχνίδι αυτό δεν συνεχίστηκε. Ο γλάρος δεν σηκώθηκε να καθίσει κάπου άλλου προκαλώντας τον να τον φτάσει με την πέτρα του και μετά κάπου άλλου μακρύτερα και ούτω καθεξής.
Ένιωσε μεγάλη ματαίωση. «Δεν είσαι εντάξει! Καθόλου εντάξει!» του είπε και αποχώρησε.
Πώς να ένιωσε εκείνος που έβλεπε τον κορμοράνο λουσμένο με πετρέλαιο, να πνίγεται μέσα σε μια πετρελαιοκηλίδα, εικόνα προπαγανδιστική βέβαια, που ωστόσο κατέγραφε την καταστροφή της ζωής, έργο αυτού του «κατ΄εικόνα και καθ΄ομοίωση»; Ή ο άλλος που χτυπά τις μικρές φώκιες για να τους πάρει τη γούνα τους; Θα ένιωσε μεγάλη ντροπή και θα πήγε να απαγχονιστεί μετά από την πράξη του αυτή σαν τον Ιούδα; Το ίδιο και αυτοί που σκοτώνουν τις φάλαινες, αυτοί οι «μικροί θεοί», που τολμούν να σκοτώσουν ένα κήτος. Το ίδιο και αυτοί που σκοτώνουν τα σκυλιά με οποιοδήποτε τρόπο. Για παράδειγμα ένα γαμοέθιμο στην Κίνα, ή η σφαγή των αμνών για το ορθόδοξο χριστιανικό Πάσχα. Κρατά αγκαλιά ο Χριστούλης τον αμνό, σύμβολο αγνότητας, έτσι, μιας και εκείνος σταυρώθηκε και αναστήθηκε. Το έθιμο καλεί να σφάξουμε χιλιάδες αμνοερίφια, τα οποία, να το ξέρετε, δε θα αναστηθούν ποτέ. Όλα μια συνεχής καταστροφή σαν ένα ηλεκτρονικό παιχνίδι για να σκοτώσουμε την ώρα και το μυαλό μας, έχοντας πάντα κατά νου το «κατ΄εικόνα και καθ΄ομοίωση».
Τα άλμπατρος, μεγάλα θαλασσοπούλια, με το μεγαλύτερο άνοιγμα φτερών, μπορούν να διανύσουν εύκολα μεγάλες αποστάσεις και θεωρούνται από τους ναυτικούς σημάδι καλοτυχίας. Όμως ο ποιητής προέβλεψε αυτή την προδιάθεση του Κωστάκη, πανομοιότυπη με τη ζήλεια κάποιων ναυτικών, που αντί να απολαύσουν την συνοδεία αυτού του φτερωτού βασιλιά, του τόσο περήφανου, ανεξάρτητου και δυνατού, σκέφτονται, για να διασκεδάσουν, να το παγιδεύσουν πάνω στο κατάστρωμα, χωρίς να μπορεί να απλώσει τα φτερά του, έτσι για να τον γελοιοποιήσουν. Αυτοί οι γελοίοι, καθώς μιμούνται την κίνησή του, το άτσαλο, λόγω των μεγάλων φτερών περπάτημά του, του χτυπούν υποτιμητικά το ράμφος με την πίπα τους. Αλήθεια Κωστάκη ! Όσα δεν φτάνει η αλεπού, η «κατ΄εικόνα και καθ΄ομοίωση», τα φέρνει στα δικά της φτηνά μέτρα και σταθμά για να τα γελοιοποιήσει; Δεν ξανασηκώθηκε ο γλάρος, ούτε ο συμμαθητής που χλεύαζες και χτυπούσες γιατί είχε σωματικό ελάττωμα ή ήταν ιδιαίτερος, αλλά όχι όπως εσύ, που είσαι κατ΄εικόνα και καθ΄ομοίωση.
Εκείνος ο άλλος ναυτικός σκότωσε το άλμπατρος, έτσι από βίτσιο, γιατί μπορούσε, γιατί ήθελε να εντυπωσιάσει τους συντρόφους του, με συνέπεια να πέσει κατάρα στο πλοίο. Έξυπνος ο Κωστάκης, ξέρει όμως ότι αν μεταμεληθεί, αν ζητήσει «ειλικρινή» συγγνώμη, θα το πάρει το συγχωροχάρτι του, θα τον αφήσει η μητέρα του να παίξει, θα ξεκινήσει ξανά το πλοίο, θα τον ελευθερώσουν ξανά τον ταπεινωμένο γλάρο – άλμπατρος, που θα φροντίσει να απομακρυνθεί χωρίς καμία εκδίκηση, μήνυση, θα φύγει μακριά από τον μολυσματικό, τοξικό άνθρωπο, που τον κατέστρεφε.
Και τι δεν έχει καταλήξει άδοξα... Μια Γαλλική Επανάσταση ξεκινά με τα ιδανικά του Διαφωτισμού, για να πνιγεί στο αίμα την εποχή της Τρομοκρατίας από τον Ροβεσπιέρο, που αποκεφάλιζε πανεύκολα οποιοδήποτε αντιδραστικό φίλο ή εχθρό. Ο Ροβεσπιέρος, ο Μαρά και ο Σαιν Ζυστ φρόντισαν ώστε η Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη να επιπλέει πάνω σε μια λίμνη αθώου αίματος.
Σε μια εγκληματική κοινωνία, που φιμώνει τη διαφορετική φωνή, κάποιος σκοτώνει χωρίς καν να το σκεφτεί. Είναι εντελώς ξένος με το κοινωνικό γίγνεσθαι και σκοτώνει έναν ξένο, έναν αλλοδαπό, τυφλωμένος από τον ήλιο και ζαλισμένος από τη ζέστη.
Σκότωσε απλά τον γλάρο έτσι για παιχνίδι, να δει αν μπορεί να τον πετύχει και τον πέτυχε. Σκοτώνει για κέρδος, σκότωσε έναν ξένο, αυτός που νιώθει πιο ξένος από όλους και με τον τρόπο αυτόν τιμωρεί μια κοινωνία, που τον τιμωρεί και εκείνον καθώς δεν του δίνει δουλειά, δεν του δίνει μια ευκαιρία να δει τον ήλιο , να απολαύσει την ελευθερία του ουρανού και της θάλασσας. Τιμωρεί τον ξένο, ενώ παράλληλα τιμωρεί τον εαυτό του, την υπέρτατη φύση του. Τι θα γίνει όταν ο Κωστάκης ξυπνήσει από το λήθαργο στον οποίο έχει πέσει;
Καλά, κάνεις τόσο χαμό για μια απλή ανθρωποκτονία, για ένα σκοτωμένο ζώο ; Είναι μέσα στο άθλιο παιχνίδι, στην υποκρισία της ζωής και της κοινωνίας! Το μεγάλο ψάρι σκοτώνει το μικρό όχι μόνο για να φάει αλλά και για να διασκεδάσει. Όπως η γάτα κυνηγά τη λιμπελλούλα για παιχνίδι, τη ζαλίζει ώρα, την αφήνει την ξαναπιάνει, μέχρι που αυτή παραδομένη θα γίνει βορά της . Σιγά, και ποιος θα μάθει για το σκοτωμένο ζώο ή για τον άγνωστο άνθρωπο; Αν δεν το μάθει κανείς είναι σαν να μην έχει συμβεί. Δε θα έχει καταγραφεί στα μάτια των άλλων, που είναι καθρέφτης των πράξεών μας. Μπορούμε να σκοτώνουμε ελεύθερα ζώα και ανθρώπους αρκεί να μη γίνει γνωστό. Τώρα και να γίνει γνωστό, θα βρεθεί τρόπος να καθαγιαστεί η πράξη ή να τη σκαπουλάρει ο ένοχος με μια ποινούλα. Όταν η λεχώνα πετά στον φωταγωγό το μωρό της, που δεν το θέλει, θα προφασιστεί επιλόχεια κατάθλιψη. « Δεν ήξερε τι έκανε κ. Δικαστές! Εννιά μήνες το κουβάλαγε στην κοιλιά της, αυτή που δεν ήθελε παιδί και ο εραστής της την εγκατέλειψε έγκυο. Τι να έκανε; Νόμιζε ότι μπορούσε να το κρατήσει, ότι θα το αγαπούσε, όμως μόλις το είδε και αναγνώρισε τα χαρακτηριστικά εκείνου, δεν ήθελε πια να το βλέπει. Η μόνη λύση στο διαταραγμένο μυαλό της ήταν ο φωταγωγός. Εκεί θα ψόφαγε και κανείς δεν θα το αντιλαμβανόταν, όπως είπε. Αντιλαμβάνεστε την ταραχή του νου!» θα πει ο υπερασπιστής της. Κάτι όμως έχουμε ως κοινωνία αντιληφθεί λάθος. Οι ομαδικές εκτελέσεις ζώων, η εκκαθάριση των αδέσποτων, δηλαδή των ζώων που οι ίδιοι έχουμε εγκαταλείψει ή η εξολόθρευση ανθρώπων, που ζητούν άσυλο και ή βομβαρδίζουμε τις βάρκες τους ή τους αφήνουμε να πνιγούν στα ταραγμένα νερά της θάλασσας, ή να διαμελιστούν από μια νάρκη κοντά στα σύνορα. Όλα αυτά αντιμετωπίζονται σαν μια φυσική απώλεια, καθαρίζοντας το τοπίο της ευθύνης γιατί κανείς δεν ξέρει πόσους έχει σκοτώσει. Υπάρχει μια συνολική κάλυψη, καθώς καλύπτεται πίσω από το απρόσωπο πλήθος που σκοτώνει εκτελώντας μια εντολή. Είτε για προστασία, είτε για κέρδος, για ένα έθιμο, για μια ευχαρίστηση πάντα έχοντας στο νου του το κατ' εικόνα και καθ' ομοίωση.
Παρακαλώ κρατείστε μια σειρά για να παραλάβετε το συγχωροχάρτι σας στην έξοδο!
Η Μαρία Μαρή είναι εκπαιδευτικός - θεατρολόγος