A moment with myself

A moment with myself Facebook Twitter
1

Ξύπνησε νωρίς το πρωί. Είχε τόσο ανήσυχο ύπνο που της ήταν πολύ δύσκολο να προσποιείται ότι απολαμβάνει το κρεβάτι της, αν και παρ' όλ' αυτά, δε σηκώθηκε αμέσως από αυτό. Έμεινε να κοιτάζει το παράθυρο, το γκρίζο ουρανό που φαινόταν, τα σύννεφα και τη βροχή που προμήνυαν. Έχωσε το πρόσωπό της στο μαξιλάρι κι ευχήθηκε να μην είχε ξυπνήσει μ' αυτό το καταραμένο συναίσθημα ότι δε θα είναι καλή η μέρα της, πως υπάρχει κάποια συναισθηματική απειλή στον αέρα.

Σκέφτηκε να πάει μία βόλτα με το αμάξι της. Η θάλασσα ήταν κοντά στο μέρος όπου έμενε και θα της έκανε καλό να ακούσει τα κύματα, να αφήσει τον εαυτό της να χαλαρώσει, να ξεχάσει λίγο τα πάντα που είχε και συνέβαιναν στη ζωή της. Ντύθηκε, φόρεσε το παλτό της και μέσα σε λίγα λεπτά, βρέθηκε στο αυτοκίνητο. Άναψε το καλοριφέρ, πήρε μια βαθιά ανάσα και ξεκίνησε.

Ο δρόμος ήταν ήδη βρεγμένος από την προηγούμενη νύχτα. Είχε ακούσει μέσα στα όνειρά της το θόρυβο που έκαναν οι αστραπές. Δεν είχε φοβηθεί, δεν είχε τιναχτεί σαν ελατήριο από τους τριγμούς της πόρτας. Ήξερε πως ήταν μόνη της, χωρίς φαντάσματα να τη στοιχειώνουν. Άφησε λίγο ανοιχτό το παράθυρό της για να τη χτυπάει κρύος αέρας και άρχισε να περιεργάζεται τη φύση γύρω της.

Αν κάποιος περνούσε από αυτό το δρόμο θαρρούσε πως πήγαινε όλο και πιο ψηλά στο βουνό, πως χωνόταν όλο και πιο βαθιά στα μεγάλα δέντρα και το δάσος. Αντίθετα με αυτή την αίσθηση, ο δρόμος οδηγούσε στη θάλασσα και ίσως, αν το πρόσεχες λίγο περισσότερο, να μύριζες την αλμύρα της. Όταν άρχισε να ξεπροβάλει μπροστά της η μεγάλη καταγάλανη έκταση, ένιωσε κάτι μέσα της να σπαρταράει. Είχε πολύ καιρό να έρθει σε αυτό το σημείο, αλλά πάντα ήταν για αυτήν ένα μέρος που έμοιαζε ασφαλές καταφύγιο, κάπου όπου μπορούσε να σκεφτεί δίχως όρια και περιορισμούς.

Πάρκαρε δίπλα στο αγαπημένο της δέντρο, κούμπωσε το παλτό της και βγήκε έξω. Είχε αρχίσει ο ουρανός να ρίχνει τις πρώτες ψιχάλες, αλλά δεν την ένοιαζε. Ήθελε έστω και μία στιγμή να γαληνέψει η ματιά της, να νιώσει με μία ανάσα να καθαρίζει ο οργανισμός της.


Κάθισε σε ένα βράχο και έβγαλε τα ακουστικά από την τσέπη της. Τα πάντα στη ζωή της έπρεπε να έχουν μία μελωδία να τα συνοδεύει. Άναψε ένα τσιγάρο, ρούφηξε αχόρταγα τον καπνό και τον άφησε να βγει ακανόνιστα από τα χείλη της. Γιατί αυτό το διαβολεμένο συναίσθημα ότι κάτι θα πάει στραβά; Γιατί η αίσθηση ότι το κεφάλι της έχει γεμίσει τόσο από σκέψεις που μοιάζει έτοιμο να εκραγεί;

Τον τελευταίο καιρό ήταν ευτυχισμένη. Δεν της έλειπε κάτι και είχε σταματήσει να παραπονιέται για το καθετί που νόμιζε ότι της πήγαινε στραβά. Είχε συνηθίσει τον εαυτό της χαμογελαστό, ευχάριστο, παιχνιδιάρικο. Δεν του επέτρεπε τέτοιες στιγμές αδυναμίας πλέον. Είχε περάσει τόσες πολλές, της είχαν σημαδέψει τόσο έντονα, που μισούσε έστω και το ένα χιλιοστό της επανάληψης τέτοιων συναισθημάτων.

Άφησε το μάτι της να ταξιδέψει στην επιφάνεια της θάλασσας. Πόσο ελεύθερη ένιωθε κάτι τέτοιες στιγμές που το μυαλό της έκλεινε την πόρτα σε ανεπιθύμητες σκέψεις; Πόσο θα 'θελε να της ήταν εύκολο να θωρακίσει τον εαυτό της ώστε να νιώθει πάντα έτσι, ακόμα και μπροστά στις διάφορες απειλές της καθημερινότητας;

Σηκώθηκε και περπάτησε κατά μήκος των κυμάτων. Τα άφησε να τη βρέξουν λίγο και έκλεισε τα μάτια για να νιώσει τον αέρα να την αγκαλιάζει τρυφερά και να τη ζεσταίνει, ακόμα κι αν ήταν τόσο κρύος. Κράτησε τα μάτια της ανοιχτά για να δακρύσουν. Της φαινόταν τόσο αναζωογονητικό. Σαν τα δάκρυα που κρύβονται τόσο καιρό, να πέφτουν από μόνα τους, χωρίς να κάνουν τόσο μεγάλο κακό.

Χαμογέλασε. Ήταν ανόητο να προσπαθεί να είναι ευτυχισμένη κάθε ώρα και στιγμή. Είναι παιδαριώδες όταν οι άνθρωποι πιστεύουν πως μπορούν ή ότι πετυχαίνουν κάτι τέτοιο. Η ζωή είναι πάζλ από όμορφες και άσχημες στιγμές και τις φορές που είχε σκεφτεί αν ήθελε να διαγράψει αυτές, είχε βρει τον εαυτό της να απαντάει όχι. Ότι έχει ζήσει την έχει φέρει στο σημείο που είναι τώρα και ναι, δικαιούται να έχει τις μαύρες της μέρες, τις μέρες που οι άλλοι γύρω της θα έπρεπε να δείξουν λίγο παραπάνω ότι τη νοιάζονται. Η εναλλαγή των συναισθημάτων είναι ό,τι πιο όμορφο και μαγικό. Ανεξήγητο, με τον καθένα να έχει τους δικούς του κανόνες, αλλά όμορφο.

Γύρισε στο αμάξι της, αφού έριξε μία τελευταία ματιά στα κύματα και τα πουλιά που πετούσαν πάνω από τη θάλασσα. Άναψε την μηχανή και ξεκίνησε για να γυρίσει σπίτι. Μόλις άνοιξε την πόρτα, ήξερε ότι είχε κιόλας γίνει πιο ανάλαφρη η αύρα. Έβαλε απαλή μουσική, έφτιαξε μία κούπα ζεστό καφέ και συνέχισε να φτιάχνει το κολάζ φωτογραφιών της ζωής της...

Είχε ήδη μία γεμάτη ζωή και είπε από μέσα της ένα μεγάλο ευχαριστώ...

1

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

σχόλια

1 σχόλια