Μόνο η δική μου γιαγιά είναι έτσι;
Την παρατηρώ εδώ και χρόνια τη γιαγιούλα μου... Σκυφτή και υπομονετική, με την θέρμη της καρδιάς της να φωτίζει την ύπαρξη σου, στέκει δίπλα σου με μια αύρα θαυμάσια, μοναδική. Αναρωτιέμαι μήπως είναι η σοφία των χρόνων που κουβαλά η πλάτη της και διαμορφώνουν την σκυφτή της σιλουέτα... Αναλογίζομαι πώς είναι δυνατόν να έχει επικρατήσει αυτή η «τέλεια» σοφία μέσα από δυσκολίες χρόνων, μέσα από ατελείωτες κούρσες επιβίωσης, με το μορφωτικό επίπεδο στο ναδίρ του.
Πέφτω σε βαθιά σκέψη... Τι είδους «γιαγιά» θα είμαι εγώ. Θα απολαμβάνουν τα εγγονάκια μου τη σοφία και την ζεστασιά που απήλαυσα εγώ; "Αποκλείεται", σκέφτομαι... Το γονίδιο θα κάνει την δουλεία του. Αλλά και πάλι δεν είμαι σίγουρη...
Η αμφιβολία πότισε το είναι μου και άρχισα να παρατηρώ τους συνομήλικους μου, τους εν δυνάμει γιαγιούλες και παππούδες. Με το πρώτο στοχαστικό βλέμμα τρόμαξα... Καμία σοφία, καμία αύρα... Μπούρδες! Εν δυνάμει γιαγιούλες και παππούδες, μορφωμένες και μορφωμένοι, έχουν εκκινήσει από καιρό μια αλλόφρονα κούρσα επιβίωσης. Παράφρονες μέσα στη ζάλη τους επιχειρούν σπασμωδικές κινήσεις σε μια κρίση ταυτότητας. Αναγνωρίζουν άραγε τους εαυτούς τους; Άραγε κατάφερε κανείς να γνωρίσει τον εαυτό του ή τον πρόλαβαν οι εξελίξεις;
Η φράση «γεμάτα μυαλά, άδειες ψυχές» στριφογυρίζει στο μυαλό μου...
Κάποιοι μιλούν για χαμένη γενιά, καμένο χαρτί από καιρό. Η σοφή γιαγιά μου όμως δεν θα επέτρεπε κανέναν να την εντάξει στους χαμένους, στους καμένους, παρ' ότι ξέρει να σχηματίζει μόνον το όνομα της. Ποιος υποκινεί ετούτο το λήθαργο επιτέλους; Ποιος ανταλλάσσει ψυχές με άψυχες μαριονέττες; Είμαι πεπεισμένη ότι οι χαμένοι απλώς έχασαν το δρόμο τους, εξάλλου είναι γεννήματα της γιαγιούλας τους, πόσο να έχουν αλλάζει πια; Κι όμως έχουν αλλάξει. Το νιώθεις σε κάθε βλέμμα τους, σε κάθε σκυφτό περπάτημα τους, σε κάθε αγωνιώδη έκφραση της σκέψης τους.
Οι υποκινητές, όμως, και τα επιστήθια όργανα τους, μαζί και ο όχλος των μικρομέγαλων επιχειρήσεων απολαμβάνουν το θέαμα. Οι πρώτοι αναγκάστηκαν, οι δεύτεροι συμβιβάστηκαν. Άντε να βγάλεις άκρη. Ωστόσο, για κάποιο ηλίθια εκνευριστικό λόγο, οι πρώτοι δεν άλλαξαν καθόλου τις ζωές τους, οι οποίες παραπέμπουν σε μοσχαναθρεμμένους bon viveur. Θα μου πεις, ο διεφθαρμένος πόσο ακόμη να διαφθαρεί; Και έτσι οι πρώτοι θεώρησαν πως ήρθε η στιγμή να μυήσουν και τους υπόλοιπους στα τερτίπια της (δια)φθοράς.
Η φράση «γεμάτα μυαλά, άδειες ψυχές» στριφογυρίζει στο μυαλό μου. Μπαίνω στις αγγελίες εργασίας. Ζητείται ιδιαιτέρα διοικητικού στελέχους έναντι μεγάλου μισθού. Τι θα είναι άραγε, σκέφτομαι. Από κάτω, το πανηγύρι της εθελούσιας εργασίας συνεχίζεται, ενώ παρακάτω ζητείται καθαρίστρια για 250 ευρώ μηνιαίως. Γελώ τόσο δυνατά πλέον, με ένα γέλιο αφύσικα φυσιολογικό.
Δικαίως, λοιπόν, έχουν χάσει την σοφία τους οι χαμένοι, δικαίως γελάνε, ακόμη πιο δυνατά, οι πρώτοι, οι μυητές των χαμένων... Των καμένων.
Άραγε, μόνο η δική μου γιαγιά είναι έτσι;
σχόλια