Περπατήσαμε μαζί σε λιθόστρωτα στενά, φωτεινά πεζοδρόμια, μαύρες από τα σύννεφα πλατείες, γεμάτους δέντρα δρόμους, έρημες λεωφόρους τα χαράματα. Περπατήσαμε σε χώμα και τσιμέντο, γυρίσαμε την πόλη, είδαμε την αυγή από παγκάκια της παραλίας, ακούσαμε μουσική καθισμένοι σε μαρμάρινα σκαλοπάτια, χαζεύαμε γόβες σε βιτρίνες, ακουμπούσαμε τα χέρια μας σε αμφιβόλου υγιεινής κατώφλια.
Κοιτούσαμε τους περαστικούς στα καφενεία, γελούσαμε στο λεωφορείο, διαβάζαμε τις αγγελίες των κλειδαράδων στα ασανσέρ και πίναμε λικέρ αμυγδάλου, βουλιαγμένοι σ' έναν μπλε καναπέ. Μελετούσαμε βιβλία που ξεχνούσαμε αμέσως και διαβάζαμε συνθήματα που θα θυμόμαστε πάντα. Μυρίζαμε τα γιασεμιά και αγνοούσαμε τα τριαντάφυλλα. Νιώθαμε τη ζέστη στα σώματά μας χωρίς να αγγιζόμαστε. Γελούσαμε μαζί, αλλά ήσυχα, για να ακούμε το γέλιο μας.
Μου έμαθες να ακούω μουσική ένα βράδυ που χιόνιζε. Σου έδειξα άλλους τόπους, που δεν ήξερες, μέσα από ένα φωτογραφικό φακό. Μ' έμαθες να δοκιμάζω το άγνωστο και να μη φοβάμαι την επαφή. Σου έδειξα πώς είναι να νιώθεις στοργή και πώς να ονειρεύεσαι.
Φοβόμαστε την απουσία και τους αποχαιρετισμούς, φοβόμαστε τη λήθη και τον πόνο, το χαμό, την απώλεια. Φοβόμαστε τη μοναξιά, τα ψέματα, την απόρριψη, το σκοτάδι. Υποσχεθήκαμε πως θα είμαστε αληθινοί, λέγαμε πως χρειαζόμαστε ο ένας τον άλλο.
Κι όμως, κρύβαμε πάντα ό,τι θέλαμε να πούμε και να ζήσουμε, ό,τι νιώθαμε. Κι όταν αποφασίσαμε να πούμε την αλήθεια, χαθήκαμε για πάντα, γιατί δεν αντέξαμε να αλλάξουμε αυτά που είχαμε φτιάξει, δε θέλαμε να χάσουμε αυτά που ήδη είχαμε. Αφήσαμε τα πάντα μετέωρα και πιο σκοτεινά από πριν. Δε μάθαμε τι ονειρευόμασταν τότε, δεν ξέρουμε τι κάνουμε τώρα. Βάλαμε ψέματα και απόσταση να μας χωρίζουν.
Αλλά, πάντα θα θυμόμαστε τους δρόμους που περπατούσαμε. Πάντα θα θέλω να γελάς και πάντα θα θέλεις να τολμάω. Και πάντα θα χαμογελάμε όταν πίνουμε το ούζο μας με το λεμόνι.
Τελικά, λες η ζωή να είναι ωραία;
σχόλια