Το ακόλουθο κείμενο δε έχει σκοπό να θίξει και να προσβάλει κανέναν πιστό και καμμία θρησκεία. Αποτελείται από καθαρά προσωπικές σκέψεις.
Παρόλο το νεαρό της ηλικίας μου έχει τύχει να είμαι παρόν σε αρκετές εξοδίους ακολουθίες με τις περισσότερες από αυτές να αφορούν πρόσωπα του στενού οικογενειακού μου κύκλου. Θύμαμαι η πρώτη κηδεία που πήγα ήταν του πατέρα μου. Ήμουν στην εφηβεία, στο μεταίχμιο τότε να πάρω την απόφαση, να κάνω το βήμα που σε σπρώχνει από την εκκλησία στην αθεΐα. Θυμάμαι ξεκάθαρα τους πάντες να κλαίνε και να οδύρονται και εμένα να παρατηρώ τον ναό με τη σκέψη πως ίσως τελικά να υπάρχει θεός και μάλιστα ίσως να είναι τόσο φιλεύσπλαχνος καθώς κάποιος, κάπως θα μας ανακοίνωνε ότι κανένας δεν πέθανε. Κάτι που φυσικά δεν συνέβη.
Η πιο σημαντική κηδεία που παρακολούθησα και στάθηκε αφορμή να γράψω όσα εσεις διαβάζετε τώρα, ήταν της γιαγιάς μου. Η γιαγιά, λοιπόν, ήταν μια από τους είκοσι και νεκρούς των πλημμυρών στην Μάνδρα Αττικής τον Νοέμβριο του 2017. Η γιαγιά μου ήταν αυτή που με πρωτοπήγε στην εκκλησία, όντας η ίδια βαθιά θρησκευόμενο -και όχι θρησκόληπτο- άτομο. Έτυχε έναν μήνα μετά την κηδεία να την δω στον ύπνο μου. Όντας πλέον άθρησκη το απέδωσα στην λογική: « όταν σκέφτεσαι κάτι έντονα, φυσικό και επόμενο να το δεις και σε όνειρο». Μετά όμως αρχίζουν οι σκέψεις.
Ο Φρήντριχ Νίτσε έχει πει ότι η αμφιβολία δηλητηριάζει τα πάντα, χωρίς να σκοτώνει τίποτα. Η δίκη μου αμφιβολία, εν προκειμενω, ήταν η εξής: λες τελικά κόλαση και παράδεισος να είναι όντως υπαρκτά; Λες να υπάρχει επόμενη ζωή; Λες να υπάρχει ψυχή η οποία πράγματι να βοηθείται μέσω των δικών μας προσευχών;
Σκέψη πάνω στην σκέψη, ερώτημα στο ερώτημα κατέληξα στο ακόλουθο συμπέρασμα: Ο θάνατος είναι μια εξαίρετη ευκαιρία ή καλύτερα ένα σημαντικό σκαλοπάτι για όλους μας. Άθεος ή θρησκευόμενος, πιστός ή άπιστος ο θάνατος είναι μια άυλη θρυαλλίδα φιλοσοφικής υπερανάλυσης. Αν είσαι πιστός τότε οι προσευχές και τα μνημόσυνα θα προσφέρουν μια στοιχειώδη παρηγοριά. Σε κάποιους ωστόσο αυτό δεν αρκεί επουδενί.
Θεωρώ τα άνωθεν παντελώς εγωιστικά. Τα κάνουμε πρωτίστως για εμάς και ύστερα για τους εκλιπόντες. Μας παράσχουν μια ανούσια αγαλλίαση και ανακούφιση ότι έστω και μετά τον θάνατο με περίσσιο «αλτρουισμό» προσφέραμε την λύτρωση στην ψυχή εκείνου που έφυγε. Θαρρώ η ζωή αρχίζει με την γέννηση και τελειώνει δια παντός με τον θάνατο. Το μετά είναι εδώ και είναι για τους ζώντες. Για τον λόγο αυτό, ας προσφέρουμε όσο ακόμη ανασαίνουμε. Η εξιλέωση μας μέσω μετανοιών, παρακλήσεων, προσευχών και μνημοσύνων είναι αν μη τι άλλο υποκριτική.
Δανάη.
σχόλια