«Να φεύγεις, να φεύγεις , να φεύγεις, να ψάχνεις τις φοινικιές» θυμάμαι τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου να τραγουδάει και να φυλάω τη κασέτα ως κόρη οφθαλμού γιατί ήμουν έφηβη και κάθε τι που μίλαγε για φυγή, ταξίδια και όνειρα ήταν ένας μικρός θησαυρός.
Μεγαλώνοντας εκτίμησα ακόμη πιο πολύ την αξία του ταξιδιού και το πόσο μπορεί να σε αλλάξει το να βρεθείς σε έναν άγνωστο τόπο, άγνωστος κι εσύ ανάμεσα σε αγνώστους. Εικόνες από καλοκαιρινά μεσημέρια, σανδάλια να περπατούν στην καυτή άμμο, κάτοικοι που δε ξέρουν τη γλώσσα σου και όμως σου χαμογελούν και προσπαθούν να σου εξηγήσουν με σπαστά αγγλικά που είναι το ξακουστό μουσείο που ψάχνεις.
Στιγμές που όλα σου φταίνε κι εύχεσαι να φύγεις μακριά. Άνθρωποι, δουλειές που έχεις ή δεν έχεις και έγνοιες που σου κρύβουν το νόημα. Η ουσία είναι αγαπητέ μου φίλε πως ξεχάσαμε να ζούμε μέσα από κρίσεις ερωτικές, επαγγελματικές και κρατικές. Ξεχάσαμε πως αυτό που αξίζει είναι οι στιγμές. Τίποτα δε συγκρίνεται με τη στιγμή που τσουγκρίζετε όλοι μαζί τις μπύρες σας στη παραλία και ας μην είναι σαμπάνιες, με τη στιγμή που ξυπνάς και πίνεις τον καφέ σου σε ένα μπαλκόνι χωρίς να έχεις άγχη και φόβους.
Να ταξιδεύεις είτε κυριολεκτικά είτε νοητά.Να μη μένεις ποτέ στα ίδια και να μη βαλτώνεις. Να φεύγεις για να μη σου ξεφεύγει το νόημα. Ό,τι δηλαδή είμαστε άνθρωποι, αναλώσιμοι και πρέπει να μη χάνουμε χρόνο σε ανούσια πράγματα. Και αν μπορούμε να ταξιδεύουμε σε άλλα μέρη που και που και να γνωρίζουμε άλλους πολιτισμούς και άλλες οπτικές που θα μας κάνουν καλύτερους και πιο ανεχτικούς ανθρώπους δε θα έπρεπε να το παραλείψουμε.
Γιατί όσο κλισέ και αν ακουστεί ο Καβάφης είχε δίκιο που θεωρούσε σημαντικότερο το ταξίδι σε σχέση με το προορισμό. Δεν έχει σημασία τόσο το να φτάνεις και το άγχος για την άφιξη πάντα θολώνει όσα μπορείς να μάθεις και να νιώσεις, καθώς θα ψάχνεις την Ιθάκη, τις φοινικιές και ότι άλλο έχεις ονειρευτεί να καταφέρεις.