Θέλω να σας βλέπω μπροστά μου. Γι' αυτό πάντα θα παραμερίζω για να περάσετε. Κανείς σας δεν θα περπατάει πίσω μου. Για μένα είναι στοίχημα όχι να σας προσπεράσω εγώ, αλλά να με προλάβετε εσείς. Στο δικό μου παιχνίδι δεν κερδίζει ο πιο γρήγορος, αλλά ο πιο αργός. Γι' αυτό στο δρόμο, όταν τα βήματά σας θα διασταυρώνονται με τα δικά μου, θα παίζουμε. Εγώ θα επιβραδύνω, κι εσείς τότε θα γραπώνεστε στην παγίδα, και θα επιταχύνετε για να είστε πρώτοι. Στο παιχνίδι της ζωής όμως δεν κερδίζει ο πρώτος αλλά ο τελευταίος. Γιατί ο τελευταίος βλέπει όσα τα δικά σας μάτια αγνοούν, καθώς είναι καρφωμένα μπροστά, στα μέτρα που πρέπει να περπατήσετε, στα μέτρα που πρέπει γρήγορα να αφήσετε πίσω σας, κι έτσι η ζωή σας μεταφράζεται σε μέτρα, δευτερόλεπτα, έχει αρχή και τέλος, όλη τη μέρα περνάτε γραμμές τερματισμού.
Εγώ όμως παίζω αλλιώς. Κάθε μέτρο που εσείς προσπερνάτε, για μένα είναι ένα κομμάτι στο παζλ της ζωής. Της ασταμάτητης, ασυγκράτητης, αιώνιας, αχόρταγης ζωής, της ζωής εκείνης που κρύβεται στο κλωνάρι που ασφυκτιά να ξεπηδήσει από το τσιμέντο, στη γάτα που θηλάζει το κουτάβι, στο αστέρι πίσω από εκείνη την ψηλή πολυκατοικία που λαχταρά κάποιος να το θαυμάσει, κι ας έχει τώρα σβήσει.
Εγώ είμαι τα μάτια της και αυτή η καρδιά μου, και με παρακαλά να σηκώσω το βλέμμα μου στον ουρανό, με παρακαλά να τεντώσω τα δάχτυλά μου σε αυτές τις πασχαλιές που έχουν ανθίσει, να πάρω ανάσα δυνατή να γευτεί τον αέρα, να παραμείνουμε έτσι ερωτευμένες, και συνεχίζουμε να χορεύουμε και να χαμογελάμε...
Θα περπατήσω ακόμα πιο αργά, τόσο που τα αυτοκίνητα θα μπερδεύονται αναβοσβήνοντάς μου τα φώτα, από απορία πού θέλω να πάω, τόσο παράταιρος ο ρυθμός μου, τόσο πολύ έχουμε ξεχάσει ότι ο χρόνος είναι δική μας επινόηση, παιδί μας που έγινε αφέντης μας.
Ακόμα πιο αργά λοιπόν... Το βήμα όταν θα ξεκολλάει από το πεζοδρόμιο για να αγγίξει το δρόμο θα γίνεται αβέβαιο, θα ταλαντεύεται ποια κατεύθυνση να επιλέξει, τα μάτια όμως θα συναντούν τις λάμπες του δρόμου, αυτά τα γαλατένια σταυροδρόμια, και θα ακολουθούν το πιο φωτεινό μονοπάτι. Κι αν καταλήξω τελικά στο σκοτάδι, θα πάρω πυξίδα τις κοκκινωπές φωτιές του ουρανού, αυτές τις θυμωμένες αποχρώσεις που ντύνεται η νύχτα ώρες ώρες ξαγρυπνώντας μέχρι να ανατείλει ο αγαπημένος της. Κι αν εκείνη έχει νευριάσει και κρύβεται στο σκοτάδι της, θα ακολουθήσω την αυλακωμένη γη, σταθερή στον ουρανό της, πιστή, αιώνια ερωμένη του, κι ας κυνηγάει εκείνος τη νύχτα, ας αγκαλιάζεται με τα αστέρια, ας αφήνει τη σελήνη καρφωμένη πάνω του τη μέρα, για να τη χαρεί έστω για λίγο. Σίγουρα όμως δεν θα ακολουθώ μία μόνο διαδρομή.
Κι όταν θα μου λέτε ότι ο ουρανός δεν είναι μπλε, αλλά ότι αυτό είναι το χρώμα που διαχέεται περισσότερο στην ατμόσφαιρα, κι όταν θα μου λέτε για τη φυσική ροπή στην αταξία, κι όταν θα μου λέτε για τρισεκατομμύρια αστρικά σώματα, κι όταν θα μου λέτε περί φυσικής εξέλιξης και φθοράς, κι όταν θα μου λέτε για πιθανότητες, ασημαντότητα και ματαιότητα, εγώ θα επιβραδύνω κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο, και θα χαμογελάω, και θα στρέφω το βλέμμα μου μέσα, στην καρδιά, στην καρδιά μου, στην καρδιά σου, στην καρδιά μας, σε αυτό το ολόλαμπρο στέμμα του Κόσμου, στην παραμελημένη αυτή καρδιά που είναι μάρτυρας της Αλήθειας, της Ζωής, της Αγάπης, στην αφανή αυτή καρδιά που έχει παραχωρήσει τη θέση της στον εγκέφαλο, στο δήθεν πιο πολύπλοκο όργανο του ανθρώπου, στον ποταπό αυτό εγκέφαλο που λόγω της πολυπλοκότητάς του δεν αφήνει την καρδιά να κάνει τη δουλειά της, να νιώσει, να μας δείξει ποια είναι η αλήθεια, ποιο είναι το νόημα, ποιος είναι ο προορισμός... Θα κλείσω τα μάτια και θα μιλήσω μαζί της... Θα μιλήσουμε για τον έρωτα... όχι, όχι εκείνον που είναι αποτέλεσμα της ωκυτοκίνης, γιατί εγώ είμαι ερωτευμένη με τον Κόσμο, με την ομορφιά, με τη ζώσα ψυχή, καθετί κτιστό και άκτιστο, ειδικά με το άκτιστο, απόδειξη ότι η χημεία του έρωτα δεν με αγγίζει, εγώ ζω τον Αληθινό έρωτα, και η καρδιά μου συμφωνεί και καλπάζει, μου πάει κόντρα, και όσο εγώ επιβραδύνω, αυτή επιταχύνει τους χτύπους της, όσο εγώ καθυστερώ για να ρουφήξω τον Κόσμο, αυτή καλπάζει γιατί τον ερωτεύεται...
Κι εγώ μόνο αυτήν είναι που θέλω να προφτάσω, και γυρνάω την πλάτη στο μυαλό, και αγκαλιαζόμαστε, εγώ και η καρδιά μου, και χορεύουμε, γελάμε, γελάμε πολύ δυνατά, χαμογελάμε η μία στην άλλη, τραγουδάμε με την ψυχή μας και ευχαριστούμε τον Κόσμο που ζει μέσα από μας... Εγώ είμαι τα μάτια της και αυτή η καρδιά μου, και με παρακαλά να σηκώσω το βλέμμα μου στον ουρανό, με παρακαλά να τεντώσω τα δάχτυλά μου σε αυτές τις πασχαλιές που έχουν ανθίσει, να πάρω ανάσα δυνατή να γευτεί τον αέρα, να παραμείνουμε έτσι ερωτευμένες, και συνεχίζουμε να χορεύουμε και να χαμογελάμε... γιατί εμείς ξέρουμε, ξέρουμε την αλήθεια, ότι χωρίς εμάς, ο Κόσμος δεν θα είχε μάρτυρες, ξέρουμε ποια είναι η θέση μας.
Και περπατάω ακόμα πιο αργά.