Υψηλό τίτλο αντισωμάτων (550 - 80000 AU/ml) ανέπτυξε το 100% των εμβολιασθέντων μετά τη χορήγηση και της δεύτερης δόσης του εμβολίου BNT162b2 mRNA (Comirnaty, Pfizer/BioNtec).
Αυτό προκύπτει από τα αποτελέσματα των μετρήσεων που έγιναν στο νοσοκομείο «Γεώργιος Γεννηματάς» της Θεσσαλονίκης.
Στους εμβολιασθέντες χωρίς ιστορικό νόσησης ο τίτλος αντισωμάτων πολλαπλασιάστηκε μετά τη δεύτερη δόση. Όμως στους εμβολιασθέντες που είχαν ιστορικό νόσησης η δεύτερη δόση δεν αύξησε σημαντικά τους τίτλους αντισωμάτων. Με βάση τα αποτελέσματα της μελέτης τονίζεται η αναγκαιότητα της έγκαιρης χορήγησης της δεύτερης δόσης σε όλες τις ηλικίες, όμως εγείρονται ερωτήματα για την αναγκαιότητα χορήγησης δεύτερης δόσης σε άτομα με ιστορικό λοίμωξης.
Οι μετρήσεις έγιναν σε 401 υγειονομικούς υπαλλήλους, ηλικίας 21 έως 67 ετών εκ των οποίων οι 59 είχαν ιστορικό νόσησης, 14 ημέρες μετά τη 2η δόση του εμβολίου. Τα κύρια αποτελέσματα της μελέτης, η οποία είναι η πρώτη προδημοσιευμένη στη χώρα μας για μετρήσεις αντισωμάτων μετά τη δεύτερη δόση σε τέτοιο μέγεθος δείγματος, που συμπεριελάμβανε σημαντικό αριθμό ατόμων με ιστορικό νόσησης, έδειξαν ότι:
- Στα 342 άτομα χωρίς προηγούμενο ιστορικό νόσησης, ο τίτλος αντισωμάτων πολλαπλασιάστηκε μετά τη δεύτερη δόση. Εντυπωσιακότερη ήταν η αύξηση στις ηλικίες άνω των 50 στις οποίες, ενώ μετά τη χορήγηση της πρώτης δόσης παρατηρήθηκε σημαντικά μειωμένος τίτλος αντισωμάτων συγκριτικά με τον αντίστοιχο στις ηλικίες 20 έως 50, μετά τη δεύτερη δόση οι τίτλοι προσέγγισαν αυτούς των νεότερων ηλικιών.
-Τα 59 άτομα με ιστορικό νόσησης εμφάνισαν, ήδη μετά την πρώτη δόση, πολύ υψηλούς τίτλους αντισωμάτων, υψηλότερους και από αυτούς που εμφάνισαν τα άτομα χωρίς ιστορικό νόσησης μετά τη δεύτερη δόση. Ωστόσο η δεύτερη δόση στους πρώην νοσήσαντες δεν αύξησε σημαντικά τους τίτλους αντισωμάτων.
-Όσον αφορά τις ανεπιθύμητες ενέργειες κανένας από τους εμβολιασθέντες δεν παρουσίασε αναφυλακτική αντίδραση ή οποιαδήποτε άλλη σοβαρή ανεπιθύμητη ενέργεια. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που αναφέρθηκαν μετά τη δεύτερη δόση ήταν παροδικές, διάρκειας 1-3 ημερών (με ελάχιστες εξαιρέσεις που διήρκεσαν ως και 5 ημέρες) και ελαφρώς πιο έντονες από τις αντίστοιχες της πρώτης δόσης (πόνος στο σημείο της ένεσης, καταβολή, μυαλγίες, πονοκέφαλος, πυρετική κίνηση 37 έως 39 βαθμούς Κελσίου).
Η εξέταση έγινε με τη μέθοδο SARS-CoV-2 IgG II Quant που ανιχνεύει ποσοτικά αντισώματα ανοσοσφαιρίνης τάξης G (IgG), συμπεριλαμβανομένων των εξουδετερωτικών αντισωμάτων, στην περιοχή δέσμευσης υποδοχέα της υπομονάδας (RBD) S1 της πρωτεΐνης ακίδας του SARS‑CoV‑2 και όριο θετικότητας τα 50.0 AU/mL.
Συντονιστής της μελέτης ήταν ο αναπληρωτής καθηγητής Κλινικής Φαρμακολογίας, του τμήματος Ιατρικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Γεώργιος Παπαζήσης σε συνεργασία με το Μικροβιολογικό Εργαστήριο του Γενικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης «Γ.Γεννηματάς».
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ