Ενώ η συζήτηση για τον επαναπατρισμό πολιτιστικών αντικειμένων είναι σε έξαρση σε όλη την Ευρώπη, το Βέλγιο αποφάσισε την περασμένη εβδομάδα ότι θα μεταβιβάσει την κυριότητα εκατοντάδων αντικειμένων που προέρχονται από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό που προστέθηκαν παράνομα στις εθνικές συλλογές.
Το Βέλγιο έχει μια ισχυρή ιστορία αποικιοκρατίας στο Κονγκό, μικρότερη από την ιστορία της Γερμανίας ή της Γαλλίας αλλά η κυριαρχία των Βέλγων ήταν αιματηρή και κράτησε μέχρι το 1960, όταν ανακηρύχθηκε το Κονγκό ανεξάρτητο κράτος.
Η Αποικιοκρατία έφτασε στο Κονγκό στα τέλη του 19ου αιώνα. Ο Βασιλιάς Λεοπόλδος ο Β’ του Βελγίου προσπάθησε να πείσει την βελγική κυβέρνηση και να υποστηρίξει την εξάπλωση αποικιοκρατίας στο ανεξερεύνητο έως τότε Κονγκό. Με την υποστήριξη ενός σημαντικού αριθμού δυτικών χωρών, ο Λεοπόλδος κέρδισε την διεθνή αναγνώριση μιας προσωπικής του αποικίας, την Ελεύθερη Πολιτεία του Κονγκό το 1885. Όμως, η βία που χρησιμοποιούσαν οι επίσημοι εναντίον των αυτοχθόνων και ένα αδίστακτο σύστημα οικονομικής εκμετάλλευσης οδήγησε στον επίσημο έλεγχο του Κονγκό από το Βέλγιο το 1908. Έτσι, δημιουργήθηκε το βελγικό Κονγκό. Οι πολίτες του Κονγκό υπέστησαν διάφορες βιαιότητες από τους Βέλγους αποικιοκράτες που βασίστηκαν στην εργασία τους για να στηρίξουν τις βιομηχανίες καουτσούκ και σοκολάτας.
Τα έργα που πρόκειται να επιστραφούν αντιπροσωπεύουν μόνο ένα μέρος των εκθεμάτων του The Royal Museum for Central Africa. Από τα 85.000 αντικείμενα του Κονγκό στη συλλογή του μουσείου, το Βέλγιο εκτιμά ότι μόνο 883 από αυτά - λιγότερα από 1 τοις εκατό – μπήκαν παράνομα στη χώρα. Το μουσείο ανακοίνωσε ότι το 58% αποκτήθηκε νόμιμα και το υπόλοιπο 40% της συλλογής απαιτεί περαιτέρω έρευνα.
Επιμελητές και μελετητές του Βελγίου συνέταξαν ένα έγγραφο που ζητά τον πλήρη επαναπατρισμό αντικειμένων «που συνδέονται στενά με την κατάκτηση, κατοχή και αποικισμό της τεράστιας περιοχής της Κεντρικής Αφρικής». Η βελγική κυβέρνηση έχει δεσμευτεί ότι μέχρι το 2024 θα επαναπατρίσει στο Κονγκό τα παράνομα αντικείμενα τα οποία κατέχει.