Τα αποθέματα τροφίμων μπορεί να φαίνονται επαρκή σε παγκόσμιο επίπεδο. Στην πραγματικότητα όμως μόνο λίγες κυβερνήσεις έχουν προμήθειες για να αντιμετωπίσουν τις ελλείψεις σιτηρών, που προκαλεί η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Για τα δημητριακά, που είναι σημαντικά, όπως το σιτάρι και το καλαμπόκι, η παγκόσμια αναλογία αποθεμάτων προς χρήση θα κλείσει τη χρονιά στο 29%, σύμφωνα με τις προβλέψεις του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών. Αυτό το ποσοστό είναι χαμηλότερο από ό,τι πριν από την πανδημία, αν και δεν είναι ανησυχητικό.
Αλλά ο αριθμός είναι παραπλανητικός, καθώς ελάχιστες είναι οι χώρες παγκοσμίως που ελέγχουν το μεγαλύτερο μερίδιο.
Το Υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ εκτιμά ότι η Κίνα κατέχει τα μισά από τα παγκόσμια αποθέματα σιταριού και το 70% του καλαμποκιού.
Μετά από πέντε συνεχόμενες καλλιέργειες ρεκόρ, η Ινδία έχει σχεδόν το ένα δέκατο των παγκόσμιων αποθεμάτων σιταριού ενώ οι ΗΠΑ διαθέτουν το 6% και το 12% των παγκόσμιων αποθεμάτων σιταριού και καλαμποκιού, αντίστοιχα.
Συνολικά, οι χώρες της Βόρειας Αφρικής που εξαρτώνται ιδιαίτερα από τις εισαγωγές σιτηρών από την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας έχουν περίπου μερίδιο ύψους 5% των παγκόσμιων αποθεμάτων σιταριού.
Με τα μεγαλύτερα αποθέματα σιτηρών στον κόσμο, η Κίνα είναι καλύτερα προετοιμασμένη για μια παγκόσμια κρίση. Το Πεκίνο έχει δώσει προτεραιότητα στην επισιτιστική ασφάλεια για τον πληθυσμό του 1,4 δισεκατομμυρίων ατόμων και άρχισε να δημιουργεί σταθερά τα στρατηγικά αποθέματα της χώρας μετά την κρίση στις τιμές των τροφίμων το 2008.
Η Κίνα αύξησε σημαντικά τις εισαγωγές της στην αρχή της πανδημίας. Το 2020, η χώρα εισήγαγε 26% περισσότερα δημητριακά και ελαιούχους σπόρους από ό,τι πέρυσι, σύμφωνα με τον πάροχο δεδομένων γεωργικής αγοράς AgFlow.
Ο όγκος των εισαγωγών αυξήθηκε επιπλέον 11% το 2021 και συνέχισε να παρουσιάζει αύξηση τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους.
Καθώς η Ουκρανία και η Ρωσία είναι σημαντικοί διεθνείς εξαγωγείς σιτηρών, οι εντάσεις μεταξύ των δύο χωρών άρχισαν να αυξάνουν το κόστος των εμπορευμάτων πολύ πριν τα ρωσικά στρατεύματα περάσουν για πρώτη φορά τα ουκρανικά σύνορα στις 24 Φεβρουαρίου.
Παράλληλα, από τον Δεκέμβριο του περασμένου έτους, οι τιμές για το σιτάρι και το καλαμπόκι Αργεντινής— ένα πιθανό υποκατάστατο για τις ουκρανικές καλλιέργειες για μερικές χώρες εισαγωγής, ειδικά στην Αφρική- αυξήθηκαν κατά 27% και 38% αντίστοιχα, σύμφωνα με την AgFlow.
Οι χώρες με άφθονα αποθέματα μπορούν να αποφύγουν να πληρώσουν αυτές τις αυξημένες τιμές αξιοποιώντας τα υπάρχοντα σιλό των σιτηρών τους. Αυτό θα μπορούσε να βοηθήσει στην προστασία των πολιτών από τον πληθωρισμό στις τιμές των τροφίμων.
Η Αίγυπτος, από την άλλη, εισάγει περίπου το 70% των αναγκών της σε σιτάρι από τη Ρωσία και την Ουκρανία και έχει αποθέματα για να διατηρήσει το επιδοτούμενο επισιτιστικό της πρόγραμμα για περίπου 4½ μήνες.
Άλλες χώρες όπως το Μπενίν και η Σομαλία έχουν ελάχιστα αποθέματα. Αντίθετα, τα αποθέματα της Κίνας σε σιτάρι είναι αρκετά για να καλύψουν 18 μήνες των αναγκών της χώρας.
Ο πληθωρισμός στα τρόφιμα ήταν υψηλός ακόμη και πριν ξεκινήσει ουσιαστικά ο πόλεμος στην Ουκρανία. Τον Φεβρουάριο, οι τιμές στις ΗΠΑ αυξήθηκαν κατά 7,9% σε σύγκριση με τον ίδιο μήνα του προηγούμενου έτους.
Την ίδια ώρα, πολλές αναδυόμενες αγορές παρουσιάζουν διψήφια αύξηση στις τιμές των τροφίμων. Τα τελευταία επίσημα στατιστικά στοιχεία για τον πληθωρισμό της Τουρκίας δείχνουν αύξηση 64,5% σε ετήσια βάση.
Τέλος, οι Κινέζοι καταναλωτές πληρώνουν στην πραγματικότητα λιγότερα στο σούπερ μάρκετ. Οι τιμές δε, των τροφίμων τον Φεβρουάριο μειώθηκαν κατά 3,9% σε σύγκριση με πέρυσι.
Με πληροφορίες της WSJ