Ο δήμαρχος της Μαριούπολης Βαντίμ Μποϊτσένκο δήλωσε στο πρακτορείο AP (Associated Press) ότι από την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην πόλη έχουν σκοτωθεί περισσότεροι από 10.000 άμαχοι, σύμφωνα με το ουκρανικό ειδησεογραφικό πρακτορείο Ukrinform.
Όπως αναφέρει ο Μποϊτσένκο, ο αριθμός αυτός μπορεί να φθάσει και τις 20.000, καθώς οι Ρώσοι κατακτητές συνεχίζουν τις επιθέσεις στην πόλη και αφήνουν τις σορούς των Mαριουπολιτών ως «χαλί στους δρόμους». Παράλληλα, ο δήμαρχος κατηγόρησε τους Ρώσους ότι για αρκετές εβδομάδες εμποδίζουν κάθε προσπάθεια που γίνεται να φθάσει ανθρωπιστική βοήθεια στην πόλη, για να αποκρύψουν εν μέρει τις δολοφονίες που διαπράττουν.
Εκτός αυτών, ο Μποϊτσένκο αποκάλυψε νέες λεπτομέρειες σε σχέση με τις δηλώσεις αξιωματούχων, ότι οι ρωσικές δυνάμεις έχουν φέρει στη Μαριούπολη κινητά κρεματόρια για να αφανίσουν τα θύματα του αποκλεισμού που έχουν επιβάλει στην πόλη. Ο ίδιος είπε ότι οι ρωσικές δυνάμεις μετέφεραν πολλές σορούς σε ένα τεράστιο εμπορικό κέντρο όπου υπάρχουν αποθηκευτικοί χώροι και ψυγεία.
«Έφθασαν κινητά κρεματόρια με τη μορφή φορτηγών: τα ανοίγεις και μέσα υπάρχει ένας σωλήνας όπου καίνε αυτές τις σορούς» δήλωσε ο δήμαρχος, τονίζοντας ότι στη Μαριούπολη παραμένουν 120.000 κάτοικοι οι οποίοι χρειάζονται επειγόντως τρόφιμα, νερό, θέρμανση και επικοινωνίες.
Ουκρανοί αξιωματούχοι δηλώνουν ότι οι Ρώσοι στρατιωτικοί παίρνουν τα διαβατήρια από τους Ουκρανούς πολίτες και στη συνέχεια τους στέλνουν σε στρατόπεδα «φιλτραρίσματος» που βρίσκονται υπό τον έλεγχο των Ρώσων αυτονομιστών. Εν συνεχεία τους στέλνουν σε διάφορες περιοχές της Ρωσίας.
Ο Μποϊτσένκο δήλωσε ότι για τα άτομα που δεν έχουν περάσει το «φιλτράρισμα» έχουν δημιουργηθεί πρόχειρες φυλακές και τουλάχιστον 33.000 έχουν μεταφερθεί στη Ρωσία ή στα εδάφη που ελέγχουν οι αυτονομιστές.
Όπως έχει μεταδώσει το Ukrinform, τα ρωσικά στρατεύματα έχουν μετατρέψει τη Μαριούπολη σε ένα απέραντο χώρο ερειπίων, οι κάτοικοι από την πείνα λιποθυμούν στους δρόμους, ενώ από τους βομβαρδισμούς θάβονται ζωντανοί μέσα στα καταφύγια.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ