Έπειτα από 21 χρόνια που εργαζόταν στην Air France, ο Καρίμ Τζεφάλ κατά τη διάρκεια της πανδημίας αποφάσισε να ανοίξει τη δική του εταιρεία. Η περίπτωσή του είναι ενδεικτική της κατάστασης που αντιμετωπίζουν αεροδρόμια και αεροπορικές εταιρείες, σε όλη την Ευρώπη.
«Αν αυτό δεν πετύχει, δεν θα επιστρέψω στον τομέα των αερομεταφορών. Κάποιες βάρδιες ξεκινούσαν στις 04:00 και άλλες τελείωναν τα μεσάνυχτα. Ήταν εξαντλητικό», λέει στο Reuters ο 41χρονος Τζεφάλ.
Αεροπορικές εταιρείες και αεροδρόμια κάνουν αγώνα δρόμου για να προσλάβουν χιλιάδες υπαλλήλους, ώστε να αντιμετωπίσουν τη ζήτηση που έχει αναζωπυρωθεί, καθώς οι άνθρωποι προσπαθούν να αναπληρώσουν τις διακοπές που έχασαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Αεροδρόμια στη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ισπανία και την Ολλανδία έχουν προσπαθήσει να προσφέρουν «έξτρα», όπως αυξήσεις μισθών και μπόνους σε εργαζόμενους που προτείνουν κάποιον φίλο. Όμως, η διαδικασία των προσλήψεων δεν μπορεί να γίνει αρκετά γρήγορα προκειμένου να αποτραπεί ο κίνδυνος για ακυρώσεις πτήσεων και μακρά αναμονή για τους ταξιδιώτες, ακόμη και μετά την κορύφωση του καλοκαιριού, λένε αναλυτές και στελέχη του κλάδου.
Ήδη οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού και οι απεργίες προκάλεσαν «αναταράξεις» την άνοιξη στο Λονδίνο, το Άμστερνταμ, το Παρίσι, τη Ρώμη και τη Φρανκφούρτη. Αεροπορικές εταιρείες όπως η easyJet ακυρώνουν εκατοντάδες καλοκαιρινές πτήσεις, ενώ στο Βέλγιο, την Ισπανία, τη Γαλλία και τη Σκανδιναβία ετοιμάζουν νέες απεργίες.
Στο επίκεντρο της διεθνούς διάσκεψης του κλάδου στο Κατάρ, αυτή την εβδομάδα, το μεγάλο θέμα ήταν ποιος έχει την ευθύνη για το χάος: οι αεροπορικές εταιρείες, τα αεροδρόμια ή οι κυβερνήσεις. «Υπάρχει λασπολογία, αλλά κάθε πλευρά φταίει επειδή δεν ανταπεξέρχεται στην αναζωπύρωση της ζήτησης», δηλώνει ο Τζέιμς Χάλστεντ, της εταιρείας Aviation Strategy.
Δεν γυρίζουν πίσω
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας οι αερομεταφορές έχασαν παγκοσμίως 2,3 εκατομμύρια θέσεις εργασίας. Κάποιοι από αυτούς έχουν στραφεί σε άλλες δουλειές, ή επιλέγουν την πρόωρη συνταξιοδότηση. «Έχουν σαφώς εναλλακτικές τώρα και μπορούν να αλλάξουν δουλειά», σχολίασε ο Ρίκο Λούμαν, οικονομολόγος της ING. Αν και εκτιμά ότι η πίεση θα αποκλιμακωθεί μετά το καλοκαίρι, επισημαίνει ότι οι ελλείψεις μπορεί να παραμείνουν, καθώς οι μεγαλύτεροι εργαζόμενοι απέχουν και κυρίως λιγότεροι νέοι είναι πρόθυμοι να τους αντικαταστήσουν.
Η 56χρονη Μαρί Μαριβέλ εργάζεται στον έλεγχο αποσκευών στο αεροδρόμιο Σαρλ ντε Γκωλ, για περίπου 1.800 ευρώ τον μήνα καθαρά. Εξαιτίας των ελλείψεων, λέει, το προσωπικό έχει υπερφορτωθεί. Οι επιβάτες των οποίων οι πτήσεις ακυρώνονται γίνονται επιθετικοί. Το ηθικό είναι πεσμένο. «Νέοι έρχονται και φεύγουν έπειτα από μία ημέρα. Μας λένε ότι παίρνουμε μισθό ταμία, για μια δουλειά με πολύ μεγαλύτερη ευθύνη», εξηγεί.
Στη Γερμανία, εργαζόμενοι λένε ότι πολλοί από το προσωπικό εδάφους έκαναν τη μετάβαση σε διαδικτυακές εταιρείες πωλήσεων, όπως η Amazon. «Είναι πιο βολικό να πακετάρεις ένα πιστολάκι ή έναν υπολογιστή, από το να ανεβοκατεβάζεις μια βαλίτσα 20 κιλών από ένα αεροπλάνο», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Τόμας Ρίχτερ, επικεφαλής του συνδικάτου προσωπικού εδάφους της Γερμανίας ABL.
Χιλιάδες κενά
Ένας σημαντικός παράγοντας που επιβραδύνει τις προσλήψεις είναι ο χρόνος που χρειάζεται προκειμένου οι νέοι εργαζόμενοι να λάβουν διαπίστευση ασφαλείας. Στη Γαλλία χρειάζεται έως και πέντε μήνες για τις πιο «ευαίσθητες» θέσεις εργασίας, σύμφωνα με το συνδικάτο CFDT.
Έπειτα από τα προβλήματα του Μαΐου, η κατάσταση στη Γαλλία σταθεροποιείται, λέει η Αν Ριγκέλ, διευθύνουσα σύμβουλος της Air France-KLM. Παρόλα αυτά, τα αεροδρόμια Σαρλ ντε Γκωλ και Ορλί του Παρισιού- όπου συνδικάτο έχει προκηρύξει απεργία για τις 2 Ιουλίου- πρέπει ακόμη να καλύψουν 4.000 κενές θέσεις εργασίας. Στην Ολλανδία- όπου η ανεργία είναι πολύ χαμηλότερη, στο 3,3%- οι κενές θέσεις είναι σε επίπεδο ρεκόρ και η KLM έχει ακυρώσει εκατοντάδες πτήσεις από το Σίπχολ, όπου δημιουργούνται τεράστιες ουρές.
Τώρα το Σίπχολ δίνει μπόνους 5,25 ευρώ την ώρα σε 15.000 εργαζομένους στην ασφάλεια, τη διαχείριση αποσκευών, τις μεταφορές και τον καθαρισμό, μια αύξηση της τάξης του 50% για εκείνους που παίρνουν τον κατώτατο μισθό.
«Αυτό σαφώς είναι τεράστιο, αλλά δεν αρκεί. Ας είμαστε ειλικρινείς. Οι τελευταίες έξι εβδομάδες δεν ήταν διαφήμιση για να έρθει κάποιος να δουλέψει στο αεροδρόμιο», σχολίασε ο Γιόοστ φαν Ντόεσμπουργκ, του συνδικάτου FNV.
Τα αεροδρόμια κατηγορούνται αδίκως. Οι αεροπορικές εταιρείες θα έπρεπε να εργαστούν εντατικότερα για να αντιμετωπίσουν τις τεράστιες ουρές και το αυξημένο κόστος, σχολίασε ο Λουίς Φελίπε ντε Ολιβέιρα, επικεφαλής της διεθνούς ένωσης αεροδρομίων ACI.
Από την άλλη ο Γουίλι Γουόλς, επικεφαλής της IATA, χαρακτήρισε «υστερία» τη συζήτηση για κατάρρευση των αερομεταφορών. «Ήταν κακό για κάποιους καταναλωτές και ξεκάθαρα αεροπορικές εταιρείες και αεροδρόμια θέλουν να απολογηθούν για αυτό. Αλλά δεν συμβαίνει σε κάθε αεροδρόμιο… δεν έχω δει τις ιστορίες τρόμου που διάβασα στα ΜΜΕ», συμπλήρωσε.
Ήδη ο Γουόλς έχει κατηγορήσει για τα προβλήματα εν μέρει τις ενέργειες «ηλίθιων πολιτικών», σε χώρες όπως η Βρετανία, όπου οι συχνές αλλαγές στα μέτρα για τον κορωνοϊό αποθάρρυναν τις προσλήψεις.
Με πληροφορίες από Reuters