Mathias Döpfner: Είναι το αφεντικό του Politico ένας new age βαρόνος των media; Facebook Twitter
Όταν μιλά ο Döpfner, τόσο οι Βρυξέλλες όσο και το Βερολίνο τον ακούν.

Mathias Döpfner: Είναι το αφεντικό του Politico ένας new age βαρόνος των media;

0

Δεν είναι ψέμα ότι ζούμε το λυκόφως των παλαιών βαρονιών στον Τύπο. Κάποτε, όντως, υπήρχαν προσωπικότητες που καίγονταν να δημιουργήσουν εφημερίδες, περιοδικά, τηλεοπτικούς σταθμούς, να μείνουν στην ιστορία τόσο ίδιοι όσο και τα media που δημιούργησαν, αλλά κυρίως ήθελαν να βγάλουν λεφτά. Πολλά λεφτά.

Κάποιοι από αυτούς τους «βαρόνους» των media τύχαινε να ήταν εξαιρετικά ενδιαφέροντες άνθρωποι. Ο Ουίλιαμ Ράντολφ Χιρστ, ο λόρδος Μπίβερμπρουκ, ο Καναδός Βρετανός ιδιοκτήτης της Daily Express, η οποία πριν από έναν αιώνα ήταν η εφημερίδα με τη μεγαλύτερη κυκλοφορία στον κόσμο και χτυπούσε τα τύμπανα του «αυτοκρατορικού απομονωτισμού»  στην εξωτερική πολιτική. Υπήρχε ο Henry Luce, του οποίου το Time «αφηγήθηκε» τον αμερικανικό αιώνα (για τον περασμένο αιώνα, μιλάμε) και ο Ted Turner, αυτός που μύησε τους πάντες σ’ αυτό που λέμε 24/7 – πρώτα στην τηλεόραση και το πρόγραμμά της- και μετά στη φιλοσοφία μιας τέτοιας ζωής. 

Πιο πρόσφατα, υπήρξε ο Jeff Zucker, ο οποίος δεν ήταν ιδιοκτήτης του CNN, αλλά ενήργησε λίγο σαν να ήταν, μπαίνοντας στην αρένα με τον Rupert Murdoch, εδώ και δεκαετίες υποστηρικτή δεξιών σταυροφοριών σε όλο τον κόσμο. Αλλά στα 91 του χρόνια, ο Murdoch δεν θα κινεί τα νήματα για πολύ ακόμα...

Και επιπλέον τα «αφεντικά των ειδήσεων» δεν αντέχουν και πολύ στις θέσεις τους.

«Δεν χρειάζεται να είμαι κρυφοσυντηρητικός. Είμαι, με την καλύτερη έννοια, ελπίζω, απρόβλεπτος. Αυτό προσπαθώ να είμαι και αυτό μπορεί να οδηγήσει μερικές φορές σε προκλητικές δηλώσεις»

Ο Zucker απολύθηκε και ο αντικαταστάτης του είναι μακράν πιο συντηρητικός και προσεκτικός.  Οι New York Times δεν διοικούνται από κάποιον που επιζητά το φως της δημοσιότητας, και ο Jeff Bezos δεν φαίνεται να είναι και τόσο ενθουσιασμένος ως ιδιοκτήτης της Washington Post... Μετά πάλι, μπορεί το πιο ισχυρό πρόσωπο στα media να είναι ο Elon Musk –και να μη θέλουμε να το χωνέψουμε-, όμως και πάλι δεν είναι αυτό το «αφεντικό των media» που θα μπορούσε να αναβιώσει τις παλιές, ψιλο-ένδοξες μέρες, που υπήρχε πραγματικό πάθος για τα media.

Σήμερα, οι άνθρωποι που ελέγχουν τις ειδήσεις είναι υπηρέτες στατιστικών, θιασώτες της μικρής φόρμας στην είδηση, τρέμουν για τα νούμερα και την ποσότητα και σίγουρα όχι για την αλήθεια και την ποιότητα.

Και μετά υπάρχει και ο Mathias Döpfner, ένας δίμετρος πρώην μουσικός συντάκτης, που έγινε δισεκατομμυριούχος διευθύνων σύμβουλος του ομίλου Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, ένας όμιλος που ιδρύθηκε και πήρε το όνομά του από τον σημαντικότερο μεταπολεμικό βαρόνο του γερμανικού Τύπου, τον Axel Springer. Η χήρα του Springer συμπάθησε τον Döpfner - θεώρησε ότι έσωσε την εταιρεία και την κράτησε πιστή στην αποστολή της - και του χάρισε τον έλεγχο των μετοχών.

Την τελευταία δεκαετία, ο Döpfner μεταμόρφωσε την Springer σε παγκόσμιο ψηφιακό παίκτη. Είναι ήδη ο εκδότης των αντιθέσεων: στο ένα του χέρι κρατά τη λαϊκιστική Bild της Γερμανίας και στο άλλο του χέρι κρατά το αριστοκρατικό μεγάλο φύλλο της Die Welt. Αξιοποιώντας αυτή την (διπλή) επιρροή, ο Döpfner έχει παίξει ρόλο αναφορικά με το ποιος θα διοικήσει την Ευρωπαϊκή Ένωση και έχει συμβάλει στη δημιουργία ρυθμιστικών πολιτικών και πολιτικών προστασίας της ιδιωτικής ζωής στην Ευρώπη που έχουν κρατήσει τους αμερικανικούς τεχνολογικούς γίγαντες κάπως στη θέση τους. Το περασμένο φθινόπωρο, πλήρωσε ένα δισεκατομμύριο δολάρια για το Politico, το ακούραστο εργοστάσιο παραγωγής αποκλειστικοτήτων που, χάρη στις διάφορες βαθμίδες συνδρομητών που το συντηρούν, είναι ένας εξαιρετικά κερδοφόρος, εξαιρετικά προστατευμένος ...κήπος, στον οποίο φυτρώνουν εξειδικευμένες πληροφορίες σε... υψηλές τιμές.

Ποιες όμως είναι οι φιλοδοξίες του Döpfner; Τι θέλει να κάνει σ’ αυτή τη ζωή με τα επιτυχημένα media που διοικεί με πάθος και συνέπεια. Μετά από σχεδόν 20 χρόνια στα αμερικανικά Μέσα, ο Döpfner σε πρόσφατη συνέντευξή του δεν έκρυψε ότι «τώρα είναι στιγμή». Τόσο για την καριέρα του όσο και για τον μετασχηματισμό του ψηφιακού κόσμου.

Σε αυτή τη φάση, ο Όμιλος Springer βρίσκεται σε ένα όργιο προσλήψεων για να δημιουργήσει αυτό που «ένα παγκόσμιο εμπορικό σήμα ποιοτικής δημοσιογραφίας,  για μια μη κομματική, ανοιχτή, παράξενη δημοσιογραφία που δεν θα ανήκει σε πολιτικά στρατόπεδα». λέει.

Θέλει να τα βάλει με τους New York Times και το BBC τόσο σε εμβέλεια όσο και σε επιρροή. Και υπάρχει κάτι σχεδόν ξεδιάντροπο στις φιλοδοξίες του. Νωρίτερα αυτό το φθινόπωρο, τον τσάκωσαν σε τετ-α-τετ με τον φίλο του Έλον Μασκ να συζητούν για το πώς ο δεύτερος θα μπορούσε να βελτιώσει το Twitter.

Μεγάλοι στόχοι, μεγάλα σχέδια, αλλά και μεγάλοι εχθροί. Τον Döpfner δεν τον συμπαθούν όλοι και ήδη θεωρείται ένα αμφιλεγόμενο πρόσωπο, ωστόσο, συγκεκριμένης αποτελεσματικότητας. Αρέσει ή όχι είναι το πρόσωπο που καθορίζει την (ευρωπαϊκή) ατζέντα, λέει ο John Harris, συνιδρυτής του Politico.  Ο ίδιος, ωστόσο, βρίσκει εξαιρετικό το timing που το παντοδύναμο Politico, περνά στα χέρια του.

«Νομίζω ότι η άφιξή του εδώ αυτή τη στιγμή είναι κάτι πολύ ενθαρρυντικό όχι μόνο για το Politico, αλλά και ευρύτερα για τη δημοσιογραφία. Πραγματικά πιστεύω ότι χρειαζόμαστε ξανά αυτές τις μεγάλες προσωπικότητες στα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης. Το επάγγελμα μοιάζει κάπως ακυβέρνητο χωρίς τέτοιους ανθρώπους»., λέει ο ειλικρινής Harris.

Μέχρι πρόσφατα, ο Döpfner διοικούσε πάντα την Springer με τον τρόπο που ο ίδιος θεωρούσε κατάλληλο. Υπερασπίστηκε με θάρρος -και άργησε να απολύσει- τον προστατευόμενό του Julian Reichelt, τον σκληροτράχηλο συντάκτη της Bild, παρά τις αποκαλύψεις για προνομιακή μεταχείριση ατόμων με τα οποία είχε ερωτικές επαφές.

ΩΣΤΟΣΟ ΑΥΤΑ ΕΙΝΑΙ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ μπροστά στην εξαγορά του Politico, που πραγματικά θορύβησε τους Αμερικανούς δημοσιογράφους. Ο πραγματικός λόγος;  Η Sarah Ellison της Washington Post έκανε λόγο για μηνύματα που έστειλε ο Döpfner στον στενό του κύκλο, στα οποία αστειευόταν για το πόσο σπουδαίες ήταν οι θέσεις του Trump (!) και πώς μάλλον θα έπρεπε όλοι να προσεύχονται για την επανεκλογή του. Κι όταν ο Τραμπ σ’ ευχαριστεί γι’ αυτά που λες για εκείνον, μέσω της πλατφόρμας του, Truth Social, δεν είναι για καλό. «Ευχαριστώ τον υπέρλαμπρο Mathias Döfpner». Το σχόλιο του πρώην Αμερικανού Προέδρου προκάλεσε την οργή του εκπροσώπου των Δημοκρατικών Ted Lieu, ο οποίος χαρακτήρισε στο Twitter τον Döpfner «αξιολύπητο», πετώντας του το γάντι: «Αν πρόκειται να υποστηρίξεις τον Trump, τουλάχιστον να έχεις το θάρρος να το παραδεχτείς».  Όσο γινόταν αυτός ο μικρός χαμός στο Twitter, η συντάκτρια του Politico, Natalie Fertig, έγραψε στο Twitter μια έκκληση προς τις δημοσιογραφικές πηγές της: «Δεν είμαι τέλεια δημοσιογράφος, αλλά η νέα ιδιοκτησία δεν έχει επηρεάσει το ρεπορτάζ μου”.

Τελικά, είναι ακροδεξιός το νέο αφεντικό του Politico; Ο Josef Joffe, γερμανός ακαδημαϊκός και πρώην εκδότης και συντάκτης της Die Zeit, απαντά εύστοχα στο ερώτημα: «Ο Döpfner μπορεί να μην κατανοεί πλήρως την αμερικανική αγορά. Σε σύγκριση με τη Γερμανία, οι ΗΠΑ εφαρμόζει πολιτική σκληρού ματς».

Το να παρακολουθεί κανείς την προσπάθειά του να κάνει rebranding  του Politico έχει ενοχλήσει τους παλιούς συμμάχους του Döpfner στη δεξιά στην πατρίδα του. Οι τελευταίοι θεωρούν ότι έχει ξεπουληθεί. Την ίδια στιγμή, οι αριστεροί βρίσκουν όλον αυτόν τον βηματισμό τουλάχιστον ψεύτικο και Δούρειο ΄Ίππο για εξαιρετικά δυσάρεστες πολιτικές καταστάσεις.

Ο ίδιος τι απαντά; «Δεν χρειάζεται να είμαι κρυφοσυντηρητικός. Είμαι, με την καλύτερη έννοια, ελπίζω, απρόβλεπτος. Αυτό προσπαθώ να είμαι και αυτό μπορεί να οδηγήσει μερικές φορές σε προκλητικές δηλώσεις», λέει χαρακτηριστικά.

Η δήλωση έχει την πλάκα της, αν σκεφτεί κανείς τι έκανε ο Döpfner εκείνο το Σαββατοκύριακο, προς τα τέλη Απριλίου, που τελικά απέκτησε το Politico.

Κατ’ αρχάς, έδωσε το παρών στο δείπνο συντακτών του Λευκού Οίκου. Είχε μια συνάντηση με τον υπουργό Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν. Συναντήθηκε με δύο κορυφαίους δημοσιογράφους των New York Times και πρώην στελέχη του Politico, τον Τζόναθαν Μάρτιν και τον Αλεξάντερ Μπερνς, σε ένα σεπαρέ του ιταλικού εστιατορίου Centrolina.

Για χρόνια, οι Times συνήθιζαν να «αρπάζουν» τα πιο υποσχόμενα και παραγωγικά ταλέντα του Politico –συμπεριλαμβανομένης της δημοσιογράφου Maggie Haberman- προχωρώντας σε αυτές τις μεταγραφές με το να προσφέρουν, αν όχι πάντα υψηλούς μισθούς, τουλάχιστον εργασία σε μία δημοσιογραφική πλατφόρμα τεράστιου κύρους. Τώρα, οι ρόλοι αντιστράφηκαν: ο Döpfner διαπραγματεύεται ευθέως την επιστροφή των Martin και Burns σε ένα Politico που δεν είναι πια ένα αναπτυσσόμενο πολιτικό περιοδικό, αλλά βασικός ρυθμιστής της κατάστασης στην ευρωπαϊκή κεντρική πολιτική σκηνή.

«Μου έκανε εντύπωση πόσο παθιασμένος ήταν για τη σημασία των ωραίων κειμένων και του ρεπορτάζ που προκαλεί τον αναγνώστη», λέει ο Burns. «Ήταν πολύ άμεσος σχετικά με το πόσο κεντρικό ρόλο παίζει το Politico στο ευρύτερο όραμα του Axel Springer, ότι αυτό δεν ήταν απλώς μια εξαγορά ρουτίνας στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά ένα μεγάλο, σημαντικό στρατηγικό στοίχημα».

Κι απ’ ό,τι φαίνεται, όσα είπε ο Döpfner έπιασαν τόπο. Και οι δύο δημοσιογράφοι άφησαν τη δουλειά τους στους Times για να επιστρέψουν στο Politico , στο οποίο επίσης έχουν ενταχθεί δημοσιογράφοι από τη Wall Street Journal, την Washington Post και τους Los Angeles Times.

«Το κάνω αυτό περιστασιακά, να συναντώ σημαντικούς δημοσιογράφους, συγγραφείς και δημοσιογράφους που θέλουμε να προσλάβουμε, και το κάνω με μεγάλη ευχαρίστηση, δήλωσε ο Döpfner.

Αστερίσκος: το πάθος του για το Politico δεν είναι τωρινό. Το 2014, έβαλε άλλο ένα στοίχημα, συνεργαζόμενος με τον τότε ιδιοκτήτη του Politico, Robert Allbritton, για τη δημιουργία του Politico Europe στις Βρυξέλλες, εκεί στην καρδιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ήταν μια πραγματική κοινοπραξία, την οποία διαχειρίζονταν εξίσου ο Allbritton και ο Döpfner. Αλλά αμέσως μετά, ορισμένα πράγματα χάθηκαν στη μετάφραση. Ένας από τους πρώτους υπαλλήλους θυμάται πώς ο Döpfner πέταξε στις Βρυξέλλες για να του παρουσιάσουν μία μακέτα του πρώτου τεύχους. «Απλά ξεφώνισε, 'Αυτό είναι γκροτέσκο!'. Όλοι οι συντάκτες έλεγαν: "Είναι τρελός;". Αργότερα μάθαμε ότι στα γερμανικά, grotesk σημαίνει απλώς sans serif. Νομίζω όμως ότι αλλάξαμε τη γραμματοσειρά».

Θεωρείται εκείνος που έβαλε στη θέση της τη Google, όταν είχε αφαιρέσει από τις εφημερίδες τη δυνατότητα να ελέγχουν το τι έβλεπαν οι αναγνώστες τους και είχε ουσιαστικά στριμώξει την αγορά της ψηφιακής διαφήμισης. Το 2014 δημοσίευσε μια ανοιχτή επιστολή στην οποία κατακεραύνωνε τον Eric Schmidt για την αυταρχικότητα της Google.

Το γρήγορο, εσωτερικό ύφος της έκδοσης ταρακούνησε τις γραφειοκρατικές Βρυξέλλες. Όπως το έθεσε ένας από τους ιδρυτές: «Η Axel Springer κερδίζει το μέγεθος και την εμβέλεια του μεριδίου αγοράς και ο Mathias χτίζει το κάστρο του και πραγματικά την πρόσβασή του στα ανώτερα κλιμάκια της παγκόσμιας εξουσίας».

Κάτι άλλο; Ναι. Όταν μιλά ο Döpfner, τόσο οι Βρυξέλλες όσο και το Βερολίνο τον ακούν. Θεωρείται ο άνθρωπος που έχρισε πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τον Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, με ένα άρθρο στη Bild.

Θεωρείται εκείνος που έβαλε στη θέση της τη Google, όταν είχε αφαιρέσει από τις εφημερίδες τη δυνατότητα να ελέγχουν το τι έβλεπαν οι αναγνώστες τους και είχε ουσιαστικά στριμώξει την αγορά της ψηφιακής διαφήμισης. Το 2014 δημοσίευσε μια ανοιχτή επιστολή στην οποία κατακεραύνωνε τον Eric Schmidt για την αυταρχικότητα της Google.

«Εμείς - και πολλοί άλλοι - εξαρτώμεθα από τη Google ... Η δήλωση "αν δεν σας αρέσει η Google, μπορείτε να διαγραφείτε από τις λίστες της και να πάτε αλλού" είναι τόσο ρεαλιστική όσο το να προτρέπεις σε έναν πολέμιο της πυρηνικής ενέργειας να σταματήσει να χρησιμοποιεί ηλεκτρικό ρεύμα. Στην πραγματικότητα, απλώς δεν μπορεί να το κάνει αυτό- εκτός κι αν θέλει να ενταχθεί στους Άμις», είχε γράψει τότε, υπαγορεύοντας μία πιο επιθετική ρυθμιστική στάση απέναντι στους τεχνολογικούς γίγαντες από ό,τι οι ΗΠΑ.

Φίλος με τον Μασκ, φίλος με τον Κίσινγκερ, λάτρης των πάρτι και του κάπως λοξού χιούμορ, ο Γερμανός που ξεκίνησε με την ψυχολογία outsider λόγω του «αποτυχημένου αρχιτέκτονα» που είχε για πατέρα, φαίνεται να μην αστειεύεται με θέματα ιδιοκτησίας, αλήθειας και δημοσιογραφικής αξιοπρέπειας.

Σε αντίθεση με τους διάσημους φίλους του, μέχρι σήμερα επιμένει για «σκληρές ερωτήσεις» στις συνεντεύξεις και κείμενα που έχουν κάτι να πουν στον αναγνώστη. Το θέμα είναι αν θα παραμείνει στο τιμόνι ενός πανίσχυρου δημοσιογραφικού ομίλου ή έχει κάποια άλλη ανικανοποίητη φιλοδοξία πίσω απ’ όλο αυτο το media-κό πάθος που έχει αλλάξει την ευρωπαϊκή ατζέντα, τόσο ως πολιτική, όσο και ως δημοσιογραφική πρακτική...

Με στοιχεία από το Intelligencer

TV & Media
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Λαζόπουλος για Νίκο Ρωμανό: «Όλοι έχουν δικαίωμα ν' ακούγονται, ιδιαίτερα όσοι έχουν εκτίσει την ποινή τους»

TV & Media / Λαζόπουλος για Νίκο Ρωμανό: «Όλοι έχουν δικαίωμα ν' ακούγονται, ιδιαίτερα όσοι έχουν εκτίσει την ποινή τους»

«Ήταν πολύ μικρός το βράδυ που σκοτώθηκε ο φίλος του, Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος» - Aιχμές για το επιλεκτικό δημόσιο βήμα που συνοδεύεται από δημοσιογραφική επιείκεια σε άλλα πρόσωπα
LIFO NEWSROOM
«Να αντισταθούμε στην κακιστοκρατία»: Μετά από 25 χρόνια, ο Πολ Κρούγκμαν αποχαιρετά τους New York Times

Media / «Να αντισταθούμε στην κακιστοκρατία»: Μετά από 25 χρόνια, ο Πολ Κρούγκμαν αποχαιρετά τους New York Times

Στην τελευταία του στήλη για την εφημερίδα ο επιφανής αρθρογράφος και κάτοχος του Νόμπελ Οικονομίας αναζητά την ελπίδα σε μια εποχή βαθιάς πικρίας και δυσαρέσκειας.
THE LIFO TEAM