Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου αποφάνθηκε ότι οι διαχειριστές των Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων (funds), που εδρεύουν στην Ελλάδα, μπορούν να ενεργούν δικαστικές πράξεις (να γίνονται διάδικοι), να προβαίνουν σε πλειστηριασμούς με τη δική τους επωνυμία και όχι ως πληρεξούσιοι.
Η απόφαση ελήφθη σε σημερινή διάσκεψη με πλειοψηφία 59-6, με τον Άρειο Πάγο να δέχεται την εισήγηση της αρεοπαγίτου Κανέλλας Τζαβέλα.
Η δημοσίευση της απόφασης αναμένεται μέσα στον επόμενο μήνα.
Σημειώνεται πως στη συνεδρίαση που είχε προηγηθεί, την 26η Ιανουαρίου, στην Ολομέλεια συζητήθηκε η διαφωνία που έχει ανακύψει μεταξύ αφενός των funds και των τραπεζών και αφετέρου των δανειοληπτών κόκκινων δανείων, για το ποίο νομοθετικό πλαίσιο πρέπει να εφαρμόζεται. Πρόκειται για το νομοθετικό πλαίσιο του 2003 ή αυτό του 2015 για τις Εταιρείες Απαιτήσεων Δανείων (funds) και εάν τα τελευταία μπορούν να προβαίνουν σε κατασχέσεις και πλειστηριασμούς ακινήτων, κ.λπ. δανειοληπτών κόκκινων δανείων.
Ο εισαγγελέας της έδρας, αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Πάνος Παναγιωτόπουλος, στην πρότασή του υποστήριξε ότι μπορεί να γίνεται από τα funds ταυτόχρονα η χρήση και των δύο νόμων, δηλαδή του 2003 και του 2015. Διευκρινίζεται, ότι με το προγενέστερο παλαιό νομοθετικό πλαίσιο (3156/2003) δεν μπορούσαν να προβούν σε δικαστικές ενέργειες οι servicers ή funds, εφόσον τα καθυστερούμενα δάνεια (κόκκινα δάνεια) τους είχαν μεταβιβαστεί-πωληθεί. Αντίθετα, με το μεταγενέστερο νομοθετικό καθεστώς (ν. 4354/2015) δεν μπορούν να πραγματοποιούν διαδικαστικές πράξεις αντί του δικαιούχου της απαίτησης (τράπεζας). Δηλαδή, ο νόμος του 2003 δεν επέτρεπε στα funds να γίνονται διάδικοι και να πραγματοποιούν δικαστικές ενέργειες, ενώ ο νόμος του 2015 άναψε το πράσινο φως στους servicers να πραγματοποιούν πλειστηριασμούς, κ.λπ.
Οι δικηγόροι των funds και των τραπεζών, οι δανειολήπτες κόκκινων δανείων, ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών και Αιγίου, Επιμελητήρια, επιχειρήσεις, κ.λπ., αναφέρθηκαν στη μη ορθή λειτουργία των funds. Ειδικότερα, οι 5 συνήγοροι των funds και των τραπεζών, ανέφεραν ότι από τις Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων έχουν διευθετηθεί από τους δανειολήπτες απαιτήσεις ύψους 18 δισ. ευρώ από τις αρχικές οι οποίες ανερχόντουσαν στο ποσό των 60 δισ. ευρώ.
Επίσης, συνήγοροι των τραπεζών ανέφεραν ότι με το νόμο 2003 η πολιτεία προέβη σε μια πρωτοβουλία για την αντιμετώπιση απαιτήσεων των τραπεζικών κόκκινων δάνειων, προκειμένου να δημιουργηθεί μια δευτερογενής αγορά απαιτήσεων έτσι ώστε να υπάρχει η δυνατότητα υποβολής ευνοϊκών όρων δανείων.
Ο νόμος του 2003 θεσμοθετήθηκε προκειμένου να μπορέσουν τα τραπεζικά ιδρύματα να αξιοποιήσουν το δανειακό της χαρτοφυλάκιο, να πάρουν χρήματα από εταιρείες ειδικού σκοπού οι οποίες στη συνέχεια να εκδώσουν ομόλογα και έτσι να αποτελέσει αυτός ο τρόπος ένα χρηματοδοτικό εργαλείο για την εθνική οικονομία, για τις επιχειρήσεις, κ.λπ., ανέφεραν οι δικηγόροι των funds και προσέθεσαν ότι πρέπει να δούμε ποιος ήταν ο σκοπός του νομοθέτη πριν και ποιος ήταν ο σκοπός του νομοθέτη μεταγενέστερα σε μία περίοδο της υπό κατάρρευσης του τραπεζικού συστήματος με πληθώρα κόκκινων δανείων, προσέθεσαν οι συνήγοροι των Τραπεζών.
Στη συνέχεια η πλευρά των δανειοληπτών, οι Δικηγορικοί Σύλλογοι, κ.λπ. υποστήριξαν ότι οι Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων (funds) δεν μπορεί να είναι διάδικοι σε δίκες, πολύ περισσότερο όταν δεν πληρώνουν έμμεσους φόρους και τέλη (φόρος μεταβίβασης, τέλη χαρτοσήμου, δικαιώματα συμβολαιογράφων, κ.λπ.) και ανέφεραν ότι οι πλειστηριασμοί πρέπει να γίνονται όπως απαιτεί η νομοθεσία, δηλαδή να δίνεται προηγούμενα η δυνατότητα στον οφειλέτη να προβαίνει στον διακανονισμό.
Σε άλλο σημείο ανέφεραν ότι τα κόκκινα δάνεια και τα ροζ δάνεια (ημι-εξυπηρετούμενα δάνεια) σύμφωνα και με την Τράπεζα Ελλάδος, ανέρχονται στα 87 δισ. ευρώ και οι φοροαπαλλαγές των funds ανέρχονται στα 58,80 δισ. ευρώ και προσέθεσαν ότι δεν επιδέχονται μεταβίβαση οι απαιτήσεις των τραπεζών και το Σύνταγμα απαγορεύει να μεταφέρονται δικονομικές απαιτήσεις στα funds.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ