Ακόμη δεν έχουμε καταλάβει πώς ο πρώην πεζοναύτης από το Σαν Ντιέγκο, κολλημένος με το Fight Club και απροσάρμοστος στην εφηβεία, όπως λέει ο ίδιος, κατέλαβε τόσο γρήγορα εξέχουσα θέση σε όλες τις ενδιαφέρουσες ταινίες της περασμένης δεκαετίας. Ο ψηλόλιγνος νέος άνδρας με τα πεταχτά αυτιά και τη βαριά, χαρακτηριστική φωνή εξελίχθηκε όχι σε ζεν πρεμιέ, κάτι που ίσως τον οδηγούσε σε περιπέτειες, αλλά σε καρατερίστα νέας κοπής, μια σοφή κίνηση που εκτιμήθηκε από σκηνοθέτες με εντελώς διαφορετικό στυλ και ατζέντα, όπως ο Ρίντλεϊ Σκοτ και ο Τζιμ Τζάρμους, παίζοντας ποιητές και Ιησουίτες – στη Σιωπή του Σκορσέζε.
Πάτησε πρώτα στο θεατρικό σανίδι με το Επάγγελμα της κυρίας Γουόρεν, τράβηξε τα βλέμματα στο τηλεοπτικό Girls, έκλεψε την παράσταση ως Κάιλο Ρεν, σκοτώνοντας τον Χαν της καρδιάς μας, απέσπασε δύο συναπτές υποψηφιότητες στα Όσκαρ, με την Παρείσφρηση του Σπάικ Λι και την Ιστορία Γάμου του Νόα Μπάουμπακ, και φέτος υποδύεται τον δεύτερο στη σειρά, μετά τον Μαουρίτσιο Γκούτσι, διάσημο και δραματικό Ιταλό της καριέρας του, τον Ένζο Φεράρι, στην ομώνυμη λεπτοδουλεμένη βιογραφία του Μάικλ Μαν. Συναντηθήκαμε στη Βενετία, στο περιθώριο του φεστιβάλ που του χάρισε την πρώτη του σημαντική διάκριση, το Coppa Volpi Ανδρικής Ερμηνείας για το Hungry Hearts.
Eίναι ακριβώς η ταινία που από μικρός ήθελα να παίξω, ένα φιλμ σαν να βγήκε από τα '70s, με χαρακτήρες και μεγάλες σκηνές, όχι επικεντρωμένο στο στυλ και τα εφέ, με υπέροχες λήψεις και μερικές λεπτομέρειες που σε ξετρελαίνουν: τα χρώματα, οι γραμμές, καθετί είναι μελετημένο μέχρι τέλους.
— Όταν είδατε τον εαυτό σας στον καθρέφτη, μεταμορφωμένο σε Ένζο Φεράρι, ποια ήταν η πρώτη σας αντίδραση;
Δεν έγινε μονομιάς: οι πρόβες και τα γυρίσματα ήταν διακεκομμένα, λόγω προγραμματισμού και χρημάτων. Ξεκίνησε στη Νέα Υόρκη, και τα τεστ εκεί δεν λειτούργησαν. Μεταφερθήκαμε στη Μόντενα, στη διάρκεια της προπαραγωγής, έναν μήνα πριν από τα γυρίσματα. Ούτε στην Ιταλία πήγαν καλά τα τεστ. Αυτό που ξένισε τον Μάικλ Μαν, αλλά και μένα, ήταν τα προσθετικά. Ήταν σαν να βλέπαμε προσθετικό μακιγιάζ αντί για τον χαρακτήρα. Όσο κι αν είναι εντυπωσιακά, σε αποσυνδέουν από το αληθινό πρόσωπο, κι έτσι αρχίσαμε να αφαιρούμε. Πετώντας πράγματα που δεν χρειαζόμασταν, εξελίχθηκε σε μεταφορά για την ίδια μας τη δουλειά. Δηλαδή, δεν είναι εφικτό να ανταποκριθείς στην προσδοκία του καθενός ξεχωριστά για μια τόσο εμβληματική προσωπικότητα, με τόσες οπτικές αναφορές και καταγεγραμμένα αρχεία, όπως ο Φεράρι. Συνεπώς, κρατάς την ουσία με μια εκδοχή όσο γίνεται πιο κοντά στην πραγματική εικόνα, και βέβαια στα γεγονότα. Ακόμα και μετά την πρώτη εβδομάδα των γυρισμάτων, αλλάξαμε κάποιες μικρές λεπτομέρειες στο πρόσωπο, μικρύναμε το μέτωπο και λεπτύναμε τον λαιμό, γιατί μας εμπόδιζε κατά κάποιον τρόπο. Με την ομάδα μου, τους Σκοτ Γουίλερ στο μακιγιάζ και Αλέξις Κοντινέντε στις κομμώσεις, εργαζόμασταν μέχρι την τελευταία στιγμή και εξαντληθήκαμε στις δοκιμές. Δεν μου έχει ξανατύχει να διαφοροποιούμε την εμφάνιση αμέσως μετά από πλάνα. Τα διορθώσαμε, ωστόσο, και προχωρήσαμε. Μας άρεσε το αποτέλεσμα. Συγγνώμη, η απάντησή μου ήταν τεράστια. (γελάει)
— Δεν πειράζει. Ο πρωταγωνιστής είναι ένας κατά βάση σιωπηλός άνδρας που είχε σηκώσει έναν τοίχο ανάμεσα σε κείνον και τους άλλους, ίσως γιατί φοβόταν την απώλεια, καθώς είχε χάσει ήδη τόσους αγαπημένους του ανθρώπους. Ένας εσωστρεφής χαρακτήρας πυροδοτεί μια εσωτερική ερμηνεία; Την προτιμάτε έναντι μιας πιο θορυβώδους ή εξπρεσιονιστικής;
Δεν το σκέφτομαι ακριβώς με αυτούς τους όρους. Η πρόκληση για μένα ήταν να βρω το εσωτερικό μοτέρ που τον κινεί. Μπορεί να αποφεύγει να εκδηλωθεί συναισθηματικά, αλλά είναι αυτό που λέμε «πάπια», δηλαδή δείχνει ήρεμος στην επιφάνεια, αλλά κουνάει μανιασμένα τα πόδια για να καταφέρει ό,τι έχει βάλει με τον νου του. Μερικές φορές περιμένει να γίνουν τα πράγματα όπως ορίζει η εξουσία που διαθέτει, αλλά δεν συμβαίνει πάντα έτσι, κι όταν τείνει εκείνος το χέρι, το αποτέλεσμα ποικίλλει. Μιλάμε για μια περίοδο πριν από την έλευση της ψυχολογίας. Κυριαρχούσαν το ένστικτο και η διαίσθηση, η ανεπεξέργαστη αντίδραση στα γεγονότα. Όταν ο Ένζο δεν έγινε δεκτός στη Fiat, απογοητεύτηκε βαθιά. Τον στιγμάτισε η απόρριψη. Και με τον θάνατο του αδελφού του και του γιου του απομονώθηκε ψυχικά, έμοιαζε με νησί δύσκολα προσπελάσιμο. Όταν ξέρεις αυτές τις συγκυρίες, ό,τι του συμβαίνει βγάζει νόημα. Αυτά καθόρισαν τη συμπεριφορά και την ερμηνεία μου. Η ακινησία ενός χαρακτήρα δεν είναι απαραίτητα και κινηματογραφική, κατά τη γνώμη μου πάντα. Μόνο με τον Σκαγκλιάτι είναι σχετικά διαχυτικός και εξομολογητικός, αν και μάλλον τον χρησιμοποιεί πονηρά, σαν φερέφωνο. Δεν ξέρω αν απάντησα ικανοποιητικά…
— Φυσικά, η απορία μου είχε να κάνει με τη δική σας προτίμηση κυρίως.
Καταλαβαίνω πως ο κόσμος μάλλον θέλει να τα βλέπει όλα μπροστά του και αγαπά τους φωνακλάδες. Σίγουρα υπάρχουν πολλοί στη ζωή, συνεπώς και στο σινεμά. Προσωπικά, όταν βλέπω ερμηνείες αυτοεπεξηγηματικές, βαριέμαι. Ευτυχώς, ο Ένζο Φεράρι έχει πολλές και διαφορετικές στιγμές, όπως εκεί που εκρήγνυται με τη σύζυγό του. Γενικά, δεν προδίδει τα συναισθήματά του σε κάποιον που δεν γνωρίζει πολύ καλά, το θεωρεί τρομερή αδυναμία. Από την άλλη, υπάρχει πάντα η παγίδα να μπεις στο τριπάκι να αισθάνεσαι πράγματα και να χαίρεσαι που το κατάφερες, αλλά να μην αφορά κανέναν απολύτως αυτή η διαδικασία. Το τι νιώθει μέσα του ένας ηθοποιός είναι άσχετο από το τι βγάζει στην οθόνη. Πόσο βαρετό, επίσης, να σε παρακολουθούν να βιώνεις συναισθήματα, ενώ το ζητούμενο είναι να μεταφέρεις την ιστορία στον θεατή όσο μπορείς πειστικότερα.
— Έχετε αναλύσει βαθιά τη δουλειά σας, κυρίως από τη σκοπιά της αμφιβολίας.
Κοιτάξτε, μερικές φορές νομίζουμε ότι έχουμε κάνει κάτι σημαντικό, έχουμε μετακινήσει τεκτονικές πλάκες μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, έχουμε προκαλέσει σεισμό με μια επιλογή σε επίπεδο υποκριτικής. Ωστόσο, αντιλαμβανόμαστε πως, τελικά, μεταξύ της προηγούμενης και της τρέχουσας λήψης δεν υπάρχει ευδιάκριτη διαφορά. Είμαστε μόνοι μας σε ό,τι κάνουμε στο πλατό, όχι με την κακή έννοια, ακόμη κι αν περιτριγυριζόμαστε από ένα σωρό επαγγελματίες που μας υποστηρίζουν. Το film acting είναι μια παράξενη υπόθεση, μοναχική.
— Ακούγεται κουραστικό.
Ναι, και συχνά ενοχλητικό (γελάει). Όπως σε όλες τις δουλειές, αν συνειδητοποιήσεις πως κάτι δεν πάει καλά ή κάποιος δεν προσπαθεί αρκετά, κάνεις εσύ διπλή προσπάθεια για να αναπληρώσεις το κενό. Μια ταινία διαρκεί για πάντα, αλλά μία ημέρα δουλειάς, μόνο μία ημέρα. Και σε αυτό το τόσο περιορισμένο χρονικό διάστημα οφείλεις να δεις τα πάντα μέσα από τη συνεργασία και τον αυτοσχεδιασμό. Να το προλάβεις, αν χρειαστεί. Πολλοί από εμάς έχουμε έρθει από πολύ μακριά, έχουμε αφήσει τις οικογένειές μας για τέσσερις μήνες, για να γυρίσουμε μια ταινία, είτε αφορά τη ζωή, είτε την ομορφιά, την αρχιτεκτονική ή τον κίνδυνο. Δεν λέει να τα σκατώσουμε.
— Το Φεράρι που είδατε, η τελική κόπια, είναι αυτό που περιμένατε, η ταινία που κατά κάποιον τρόπο σάς υποσχέθηκε ο Μάικλ Μαν;
Για να το θέσω αλλιώς, είναι ακριβώς η ταινία που από μικρός ήθελα να παίξω, σαν να βγήκε από τα '70s, με χαρακτήρες και μεγάλες σκηνές και όχι επικεντρωμένη στο στυλ και τα εφέ, με υπέροχες λήψεις και μερικές λεπτομέρειες που σε ξετρελαίνουν. Τα χρώματα, οι γραμμές, καθετί είναι μελετημένο μέχρι τέλους.
— Πόσο εξοικειωμένος ήσασταν με τον Φεράρι και την προσωπική του διαδρομή;
Δεν είχα ιδέα. Η Τεσταρόσα ήταν το απόλυτο αυτοκίνητο στα μάτια μου, και το Miami Vice η αγαπημένη σειρά του πατέρα μου, το ιδανικό όχημα για τα αμάξια αυτά. Διόλου τυχαία, σκηνοθετημένη από τον Μάικλ Μαν, αντιπροσώπευε την «αυτοκινούμενη τέχνη», μακριά από τον ρεαλισμό, σε ένα άλλο επίπεδο. Είχα την ευκαιρία να οδηγήσω λίγο, στις δοκιμές στην Καλιφόρνια και στη Μόντενα, πριν από τα γυρίσματα. Με βοήθησε που πάτησα λίγο το γκάζι, αντιλήφθηκα έστω και στο ελάχιστο τι ρίσκο έπαιρναν τότε με την ταχύτητα, Φαντάζεστε την ανησυχία των εκπαιδευτών μου: δεν υπάρχει ασφάλεια σε τέτοια αμάξια, με το παραμικρό αναποδογυρίζεις και… Μέσα στο μονοθέσιο ήμουν λίγο σαν γορίλας σε κονσέρβα, το μπόι μου ήταν πολύ για την κατασκευή. (γελάει)
— Ποιο είναι το χαρακτηριστικό που θεωρήσατε το πιο σημαντικό στον ίδιο τον Φεράρι; Κάποιοι στάθηκαν στην κακία του, τον αποκάλεσαν δαιμονικό, υπερβολικά ίσως.
Δεν νομίζω. Άνθρωπος ήταν, πολύπλοκος, σίγουρα έβλαψε μερικούς, εξαγρίωσε άλλους, δεν είναι δουλειά μου να τον κρίνω, αλλά προσωπικά βρίσκω πως μάλλον θεωρούσε τον εαυτό του ανεπαρκή, ως οδηγό αγώνων που δεν μπορούσε να συγκριθεί με τους πρωταθλητές, ως σύζυγος και πατέρας, σε πολλά επίπεδα. Είχε μια αίσθηση ανεκπλήρωτου που τον καταδυνάστευε. «Ποια είναι η αγαπημένη σου Φεράρι;» τον ρωτούσαν κι εκείνος απαντούσε, «η επόμενη». Επιβίωσε των τραυμάτων του και προχώρησε παρακάτω, χωρίς να πολυστέκεται στο παρελθόν.
— Είχατε βοήθεια από την οικογένειά του;
Ο Πιέρο Φεράρι με ξενάγησε κυριολεκτικά στον κόσμο του πατέρα του, άνοιξε το διαμέρισμά του για να δω πού έμενε και πώς κυκλοφορούσε, τι φορούσε, το ρολόι του, τα ρούχα και τις γραβάτες του, φυσικά τα αμάξια. Ήταν πολύ γενναιόδωρος μαζί μας, πρέπει να το παραδεχτώ.
— Έχετε υποδυθεί ιστορικές προσωπικότητες, πρώτα τον Γκούτσι και τώρα τον Φεράρι. Το βρίσκετε περιοριστικό αυτό;
Ναι και όχι. Δεν μπορείς να ξεφύγεις από τις φυσικές ομοιότητες και τις διαφορές. Αν το κοιτάξεις διαφορετικά, ανακουφίζεσαι γιατί η συγκεκριμένη απόφαση έχει ήδη παρθεί ερήμην σου, άρα δεν χρειάζεται να αμφιβάλλεις για το πώς θα φαίνεσαι. Η γεωγραφία του προσώπου με το μακιγιάζ και τα προσθετικά είναι μια ιστορία από μόνη της, όπως προείπα. Κι έπειτα, οξύνεις τη φαντασία σου με τα υπόλοιπα κομμάτια του χαρακτήρα. Ο Γκούτσι, για παράδειγμα, είχε φοιτήσει στην Αγγλία. Η προφορά του δεν ήταν αμερικανική, ούτε ακριβώς βρετανική, τα ρ ήταν πεσμένα, είχε μια κομψότητα και μια διακριτικότητα σαν άνθρωπος. Ο Φεράρι φώναζε περισσότερο, δούλευε σε εργοστάσιο, ήθελε να τρομάζει και λίγο τους εργάτες.
Η ταινία «Φεράρι» («Ferrari») του Μάικλ Μαν κυκλοφορεί στις ελληνικές αίθουσες στις 25 Ιανουαρίου.